# #

27 Ιαν 2012

Η ΘΕΣΗ της ΓΥΝΑΙΚΑΣ σε ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ και ΑΘΗΝΑ



 Τον τελευταίο καιρό επανέρχονται συνέχεια διάφοροι, συνήθως απολογητές για να αναμασήσουν την καραμέλα «της βελτίωσης της θέσης της γυναίκας από τον Χριστιανισμό», κάτι που είναι ένα αισχρό και παραπλανητικό ψέμα.


 Θα προσπαθήσουμε να δούμε εν συντομία ποια ήταν η θέση της γυναίκας στην ελληνική αρχαιότητα μέσα από την εστίασή μας σε δύο χαρακτηριστικές και ακραίες περιπτώσεις:


 Της Αθηναίας και της Σπαρτιάτισσας.


 Οι υπόλοιπες Ελληνίδες ζούσαν σε ένα καθεστώς ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, άρα έχει σημασία η γνωριμία τους από εμάς. Αυτό που επίσης έχει σημασία, είναι να κατανοήσουμε το γιατί υπήρχε η διαφορά στην αντιμετώπισή τους από την κοινωνία, και αν αυτή η αντιμετώπιση έχει καμιά σχέση με το σήμερα.


 Η καθοριστική παράμετρος της αρχαϊκής και κλασσικής εποχής είναι η δημιουργία και άνθηση των πόλεων – κρατών σε όλη την λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.
 Η “πόλις” είναι μία αυτοδύναμη οντότητα που ελέγχει οικονομικά και διοικητικά όλη την γύρω της ύπαιθρο, και έχει ξεχωριστά συμφέροντα από τις γειτονικές της πόλεις, αρκετές φορές μάλιστα είναι εχθρικά.
 Οι διαμάχες μεταξύ των πόλεων, που ήταν κάτι συνηθισμένο, είχαν αρκετές συνέπειες στην δομή και εξέλιξη των κοινωνιών τους.
 Η συνεχής ανάγκη ετοιμότητας και προετοιμασίας των κατοίκων για τον επόμενο πόλεμο, αφού η κακή του έκβαση σήμαινε συνήθως τον θάνατο των ανδρών και τον εξανδραποδισμό των γυναικόπαιδων, οδήγησε στην αύξηση της δύναμης των οπλιτών – πολιτών, που πλέον αποκτούσαν περισσότερο ενεργό ρόλο στην διοίκηση.


 Με βάση αυτή την γενική λογική, οι άνδρες ως οι έχοντες την γνώση και δυνατότητα να φέρουν όπλα, αναλάμβαναν όλες τις εξωτερικές δουλειές δηλαδή να φέρουν τα προς το ζην, ενώ είχαν την διοίκηση και την ασφάλεια της πόλης, οι δε γυναίκες ανάλαβαν την ευθύνη για τις εργασίες του οίκου και την διαιώνιση της κοινωνίας τους, γεννώντας, μεγαλώνοντας και ανατρέφοντας τους επόμενους πολίτες.


 Άλλη μία σημαντική παράμετρος, η θρησκεία της εποχής, δείχνει μία σαφή ισότητα ως προς την έκφραση αρσενικού και θηλυκού στοιχείου, και την αναφέρουμε μόνο και μόνο γιατί ακόμα και σήμερα, η θέση της γυναίκας επηρεάζεται ιδιαίτερα από το πώς οι θρησκείες της ερήμου που μας ταλαιπωρούν, βλέπουν το θηλυκό στοιχείο.


 Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτή η γενική εικόνα της εποχής διαφοροποιείται στις ελληνικές πόλεις κατά τόπους. Εμείς θα δούμε πως αυτή εμφανίζεται στην Αθήνα και την Σπάρτη επιδρώντας στην ζωή των γυναικών με διαφορετικό τρόπο…


 Αθηναίες......



 Η ανατροφή της μικρής Αθηναίας γινόταν από την μητέρα της ή και την τροφό στο σπίτι και συνέχιζε εκεί ακόμα και όταν οι αδερφοί της πήγαιναν σε σχολεία ή γυμναστήρια (Είναι γνωστό ότι στην Αθήνα η εκπαίδευση ήταν καθαρά ιδιωτική υπόθεση).
 Η εκπαίδευσή της περιελάμβανε οικιακές εργασίες, παιχνίδια, μουσική, και προφανώς ανάγνωση και γραφή.
 Φαίνεται να υπήρχαν επίσης κάποιες αθλητικές ή χορευτικές δραστηριότητες εκτός σπιτιού, που ακολουθούσαν την συμμετοχή σε θρησκευτικές τελετές, όπως οι «άρκτοι» της Βραυρώνας, τα Παναθήναια και ο χορός του Γερανού στην Δήλο.


 Αυτά συνέβαιναν μέχρι την εφηβεία ή αμέσως μετά το τέλος της, οπότε η νέα παντρευόταν, έφευγε από την πατρική οικία και πήγαινε στο σπίτι του συζύγου της.
 Ο γάμος της Αθηναίας ήταν κατά κανόνα προσυμφωνημένος από τους γονείς ή τους συγγενείς των μελλονύμφων και δεν φαίνεται να μετρούσε ιδιαίτερα η θέλησή του ζευγαριού ούτε να υπήρχε καθόλου ερωτικό στοιχείο.
 Υπάρχει διάχυτη η αίσθηση μίας αγωνίας των γονιών, ώστε τα κορίτσια να παντρευτούν το συντομότερο δυνατό. Υπάρχουν επίσης αρκετές αναφορές για την πλήρη άγνοια των νέων γυναικών, του τι θα συναντούσαν μετά τον γάμο. Αν μπορούσε να δημιουργηθεί έρωτας στο ζευγάρι στο μέλλον, τότε τα πράγματα πήγαιναν καλά, αν όχι υπήρχαν και οι πόρνες για την ικανοποίηση του συζύγου.


 Πάντως αν πιστέψουμε τον Αριστοφάνη, δεν φαίνεται οι Αθηναίες να ήταν παραμελημένες ερωτικά.
 Η απόδειξη μοιχείας για την γυναίκα ήταν σημαντικό παράπτωμα, το χειρότερο όμως που μπορούσε να της συμβεί ήταν διαζύγιο και ίσως κάποια κοινωνική απαξίωση, αντίθετα για τον άντρα, αν γινόταν με Αθηναία, (για μη Αθηναίες δεν υπήρχε θέμα) υπήρχε αυστηρή τιμωρία και κίνδυνος για την ζωή του (Αριστοτέλους, Αθ. Πολιτεία 57.3.7).


 Το διαζύγιο πέρα από το θέμα της μοιχείας ήταν σίγουρο αν το ζεύγος δεν έκανε παιδιά, και θεωρητικά δεν ήταν δύσκολο. Για την γυναίκα έπρεπε να το δηλώσει μέσω του πατέρα της (ή όποιου συγγενή υπήρχε από τον οίκο του) και αν δεν υπήρχε τέτοιος, μπορούσε η ίδια να το ζητήσει στον (επώνυμο) άρχοντα.
 Ο άνδρας μπορούσε απλά να το ζητήσει απευθείας, το θέμα για αυτόν ήταν ότι ανεξαρτήτως του ποιος το ζητούσε, επέστρεφε την προίκα της γυναίκας του με τόκους, στον πατέρα ή κηδεμόνα της.


 Ο γενικός ηθικός κανόνας για μία καθώς πρέπει Αθηναία ήταν να είναι όσο γίνεται πιο αφανής κοινωνικά, για αυτό και λίγα ονόματα Αθηναίων γυναικών γνωρίζουμε, αφού οι περισσότερες ήταν γνωστές σαν σύζυγοι ή κόρες κάποιου Αθηναίου.
 Θα λέγαμε ότι αυτός ήταν ένας κανόνας που απευθυνόταν μάλλον στις ευκατάστατες ή ευγενείς Αθηναίες παρά σε όλες τις γυναίκες, ήταν όμως ένας οδηγός καλής συμπεριφοράς για όλες, τονίζοντας επιπλέον την διαφορά των πραγματικών Αθηναίων από τους υπόλοιπους και ακόμα περισσότερο τονίζοντας την διαφορά των τάξεων.


 Η λογική αυτή ήθελε την έγγαμη γυναίκα στο σπίτι και μάλιστα υποτίθεται μόνο στον γυναικωνίτη, αποφεύγοντας την επαφή με άλλους μη συγγενείς της άνδρες, που η εμβέλειά τους έφθανε μέχρι τον ανδρώνα.


 Η κύρια ασχολία της Αθηναίας ήταν η διαχείριση του οίκου, κάτι όχι απλό βέβαια, αφού ο οίκος περιείχε συχνά αρκετές προμήθειες και δούλους, η δε καθημερινή τους εργασία περιελάμβανε την σωστή διατήρηση των προμηθειών, την ύφανση των ρούχων του οίκου και την κατεργασία του μαλλιού.


 Οι μόνες θεωρητικά επιτρεπτές έξοδοι από τον οίκο, φαίνεται να ήταν σε συγκεκριμένες κοινωνικές εκδηλώσεις, δηλαδή σε γάμους, κηδείες καθώς και στις πολυάριθμες και πολυήμερες θρησκευτικές εκδηλώσεις, που οι γυναίκες έπαιζαν συνήθως κυρίαρχο ρόλο.


 Το ενδιαφέρον για τα θρησκευτικά δρώμενα είναι ότι σε αρκετά από αυτά οι γυναίκες δρούσαν μόνες τους χωρίς την παρουσία ανδρών.
 Από τον γενικό αυτό κανόνα έχουμε αρκετές αναφορές που αποκλίνουν: Αναφέρθηκε γυναίκα που φαίνεται να διαβάζει και να κατανοεί οικονομικά έγγραφα (Λυσία, Κατά Διογείτονος, 32.11-17).


 Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι φίλοι του Σωκράτη έφερναν τις γυναίκες τους στην Ασπασία για να την ακούσουν (Περικλής, 24). Υπάρχει η αναφορά για ψήφιση νόμου που επιτρέπει στις Αθηναίες να σπουδάζουν ιατρική (Υγίνος, «Μύθοι», 274).


 Η γυναίκα του Σωκράτη, η Ξανθίππη, παρέθετε δείπνα ακόμα και σε ξένους, κυκλοφορούσε επίσης στην αγορά με τον άντρα της (Διογένης, 2.34-37).


 Η Ελπινίκη κόρη του Μιλτιάδη και ετεροθαλής αδελφή του Κίμωνα, πέρα από την έντονη ερωτική της ζωή, φαίνεται να έχει και πολιτική δράση, κατηγορώντας τον Περικλή για την πολιτική του στην Σάμο (Schild ο.π. σ.320).


 Υπάρχουν δεκάδες τέτοια παραδείγματα που βρίσκει κανείς διάσπαρτα στα κείμενα και δείχνουν ότι στην πράξη αυτός ο κανόνας είχε πολλές και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις.
 Φυσικά υπήρχαν δούλες και μέτοικοι γυναίκες που δεν δεσμευόντουσαν από τον άγραφο αυτό και μάλλον θεωρητικό κανόνα του «εγκλεισμού».


 Είναι επίσης προφανές ότι οι γυναίκες των φτωχότερων τάξεων δεν είχαν την πολυτέλεια να κάθονται μόνες στο σπίτι και να διευθύνουν έναν οίκο που περιείχε ελάχιστες δυνατότητες, αλλά δούλευαν , μαζί με τους άνδρες στα κτήματα ή πουλούσαν την παραγωγή τους στην αγορά.


 Δεν ακολουθούσαν επίσης τον γενικό κανόνα οι εταίρες, γυναίκες συνήθως μορφωμένες (κυρίως μέτοικοι), που κυκλοφορούσαν με άνεση στα συμπόσια και την συντήρησή τους εξασφάλιζαν οι εραστές τους.
 Δεν έχουμε επίσης σαφείς αναφορές για το αν οι γυναίκες επισκεπτόντουσαν ή όχι τα θέατρα, μολονότι όλοι οι ηθοποιοί ήσαν άντρες (ακόμα και οι υποδυόμενοι τους γυναικείους ρόλους).


 Σημαντικότερη παράμετρος για την κατανόηση της ιδεολογίας της αθηναϊκής κοινωνίας είναι η αδυναμία της γυναίκας να κληρονομήσει πρακτικά την πατρική περιουσία, θεωρούμενη κομμάτι της μάλλον παρά δικαιούχος.


 Θέλοντας να δώσουν μεγαλύτερη δύναμη στον οίκο και την διατήρησή του, οι Αθηναίοι θεωρούσαν μόνο τους άρρενες ικανούς να διαχειριστούν μία περιουσία και σε περίπτωση που δεν υπήρχε γιος κληρονόμος, τότε την πατρική περιουσία ή και την «επίκληρο κόρη», όφειλε να διεκδικήσει ή να προικίσει ο πλησιέστερος συγγενείς.


 Η προίκα ήταν επίσης χαρακτηριστικό δεδομένο στον γάμο. Προσφερόταν πάντα από τον πατέρα ή τον συγγενή μαζί με την γυναίκα στον άντρα της, αντιπροσωπεύοντας τα έξοδά της, θέλοντας όμως να εξασφαλίσουν την σταθερότητα του γάμου, αφού σε περίπτωση διαζυγίου όπως είδαμε θα έπρεπε να επιστραφεί εντόκως.
 Γενικά η γυναίκα δεν φαίνεται να θεωρείται στην Αθήνα φυσικό πρόσωπο με την σημερινή έννοια, αφού δεν είχε δικαιοπρακτική ικανότητα και μιλούσε ή φαινόταν στην κοινωνία διά άρρενος αντιπροσώπου.


 Αυτό καθόριζε και την θέση της γυναίκας στην πολιτική ζωή της Αθήνας, δεν είχε μεν πολιτικά δικαιώματα, μπορούσε όμως (και μάλιστα όφειλε) να γεννά πολίτες.


 Μόνο οι γεννηθέντες από Αθηναίους και Αθηναίες, είχαν την δυνατότητα να θεωρηθούν γνήσιοι πολίτες και ίσως ήταν το σημαντικότερο όπλο της Αθηναίας στον γάμο, για να αντισταθμίσει την φαινόμενη σε εμάς ανισομέρεια στην αντιμετώπισή της.


 Τέλος στην αναφορά μας στην Αθήνα θα δούμε το φαινόμενο της “έκθεσης” των βρεφών.
 Η “έκθεση” ήταν το συνηθισμένο στην αρχαία εποχή, σύστημα ελέγχου του πληθυσμού ή αντιμετώπισης μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης.
 Έτσι και στην Αθήνα όταν είχε εξασφαλιστεί η συνέχεια του οίκου και υπήρχε ένα ικανοποιητικός αριθμός παιδιών, (που γενικά ήταν μικρός), ή αν κάποιο παιδί αφού γεννηθεί διαπιστωθεί ότι είχε πρόβλημα δυσπλασίας – δυσμορφίας ή έστω απλά ο πατέρας θεωρούσε ότι δεν μπορεί να αναθρέψει, εκτίθετο στην φύση ή και σε ναούς.
 Οι περισσότερες αναφορές είναι για αρσενικά εκτεθειμένα παιδιά, αυτό όμως δεν λέει κάτι για το ποσοστό τους στο σύνολο.


 Προτίμηση στο γένος των παιδιών που ήθελε μια οικογένεια δεν φαίνεται να υπάρχει, δεδομένου ότι είναι επιθυμητά τα αρσενικά παιδιά για την διασφάλιση της συνέχειας του οίκου αλλά και τα θηλυκά είναι αυτά που δίνουν ζωή και παραγωγή μέσα στον οίκο, δίνουν θα λέγαμε την δικαιολογία στους άνδρες να παλεύουν στην πολιτική ζωή για μια καλύτερη θέση του οίκου τους σε καλύτερη κοινωνία.


 Σε γενικές γραμμές η δύναμη που έπαιρναν οι άνδρες πολίτες από την άσκηση εξουσίας στην δημοκρατική Αθήνα και τα εκπληκτικά αποτελέσματα του πολιτισμού που δημιουργήθηκε, τους οδήγησαν σε μεγαλύτερη απόσταση από τους υπόλοιπους κατοίκους και κυρίως τις γυναίκες, που μάλλον τις έβλεπαν με φόβο, και που φρόντιζαν να τις κρατούν στην εφηβική ηλικία, «προστατεύοντας» αυτές έτσι, ώστε να εξασφαλίσουν ή και να διαιωνίσουν οι ίδιοι την μελλοντική δύναμή τους.


 Σπαρτιάτισσες..............


 Η βασική ιδεολογική αρχή στην «αριστοκρατική» Σπάρτη είναι η ίδια η συντηρητική σπαρτιάτικη κοινωνία και η άμυνα της από εσωτερικές ή εξωτερικές επιβολές.


 Η προσωπική και οικογενειακή ζωή δεν έχουν την αξία, που της αποδίδουν οι Αθηναίοι, αυτό βέβαια προς όφελος του δημοσίου, με αποκλειστικό σκοπό την διατήρηση στρατιωτικής ισχύος και αυτό είναι που καθορίζει και την θέση της γυναίκας στην Σπάρτη, να βρίσκεται δηλαδή σε διαφορετική κατάσταση από την Αθηναία όπως θα δούμε.


 Η ανατροφή των γυναικών ακολουθούσε την ανατροφή των ανδρών. Κοινή στο σπίτι αρχικά υπό την καθοδήγηση της μητέρας, χωριστά αργότερα (μετά τα επτά), στις αγέλες με όλα τα υπόλοιπα κορίτσια της πόλης.

 Μπορεί να μην ασκούνται στον πόλεμο και στις στερήσεις όπως οι Σπαρτιάτες, αλλά φαίνεται εκτός της συμμετοχής σε θρησκευτικά δρώμενα (όπως και οι Αθηναίαες), να αθλούνται, να χορεύουν, να τραγουδούν, να ασκούνται στον δρόμο, στην πάλη (Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 600) στο δίσκο και το ακόντιο (Πλουτ., Ηθικά, 227D 12), η δε μόρφωσή τους που ίσως και να ήταν ανώτερη των ανδρών, ήταν υπόθεση της πολιτείας και όχι ιδιωτική όπως στην Αθήνα.


 Ο γάμος της Σπαρτιάτισσας γίνεται κατά κανόνα με κλοπή από τον μέλλοντα άντρα της, σε πολύ πιο λογική ηλικία από την Αθηναία γύρω στα είκοσί της χρόνια.


 Υπήρχε από ότι φαίνεται και εδώ ο θεσμός της προίκας που μάλλον ήταν μεγάλη (Αριστοτέλη Πολιτικά 1270a).


 Ένας περίεργος θεσμός υποχρέωνε τον σύζυγο μέχρι να γίνει 30 ετών να βλέπει την γυναίκα του στα κρυφά και μόνο νύκτα.


 Η μοιχεία πρέπει να ήταν άγνωστη στην Σπάρτη, αφού φαίνεται ότι μπορούσε η Σπαρτιάτισσα να κοιμηθεί με άλλους εύρωστους ή ανδρείους άνδρες με συναίνεση του συζύγου της (Πλούταρχος, Λυκ, 15).


 Όπως και να έχει το θέμα όλη η πρακτική αυτή αποσκοπούσε στην ευγονία πέρα από κάθε άλλη λογική που είχαμε μέχρι τότε. Από κοινωνικής πλευράς πάλι δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεώρηση που να θέλει τις Σπαρτιάτισσες κλεισμένες στο σπίτι όπως στην Αθήνα.


 Ήταν πανέμορφες λόγω της άσκησης, πνευματώδεις και αυστηρές λόγω της ανατροφής, είχαν την ευχέρεια να κινούνται χωρίς συνοδεία, να συνάπτουν μεταξύ τους σχέσεις, να χορεύουν ή να αθλούνται ημίγυμνες, να τρώγουν επίσης και να πίνουν γενναιόδωρα.


 Αν λάβουμε υπόψη μας ότι όλες οι δουλειές στο σπίτι ή τα κτήματα γινόντουσαν από δούλους ή είλωτες, ο χρόνος τους θα ήταν σε μεγάλο βαθμό ελεύθερος και φαίνεται να ασχολούνται άνετα με την ανατροφή των μικρών παιδιών, με την διαχείριση του κλήρου και του οίκου τους, με ιππασία και αρματοδρομίες στον ιππόδρομο με θρησκευτικές, χορευτικές αλλά κυρίως με αθλητικές εκδηλώσεις με ένα προφανή σκοπό, να αποκτήσουν υγιή και αθλητικά κορμιά, για να αποκτήσουν εύρωστα και δυνατά παιδιά που θα διαφυλάξουν το μέλλον και την ευτυχία της κοινότητας.


 Προφανώς, μας φαίνεται δύσκολο οι γυναίκες να συμμετείχαν στην Απέλλα και να έπαιρναν αποφάσεις μαζί με τους άνδρες τους.


 Σίγουρα δεν είχαν καμία άμεση πρόσβαση στα κλιμάκια εξουσίας της Σπάρτης (Βασιλείς, Γερουσία, Έφοροι).


 Όπως και οι Αθηναίες ήταν μόνο αυτές που μπορούσαν να γεννήσουν ένα Σπαρτιάτη πολίτη.
 Η βασική όμως διαφορά με την Αθηναία είναι ότι η Σπαρτιάτισσα έχει την δυνατότητα να κληρονομεί και να διαχειριστεί η ίδια την πατρική περιουσία.
 Αυτό της έδωσε βαθμιαία μεγάλη οικονομική δυνατότητα και πολιτικό ρόλο για τον οποίο ο Αριστοτέλης εκφράζει σκεπτικισμό για την έμμεση επίδραση και ισχύ των γυναικών στην Σπάρτη, που θεώρησε ότι οδηγούσε την πόλη σε συρρίκνωση («Πολιτικά», 1296b).


 Όπως στην Αθήνα και σε όλη ίσως την αρχαία εποχή έτσι και στην Σπάρτη γινόταν έκθεση των παιδιών, που αφήνονταν στους Αποθέτες κοντά στον Ταΰγετο, αλλά μάλλον αυτό αφορούσε μόνο αγόρια που δεν ήταν γερά για πόλεμο, την απόφαση δε για αυτό έπαιρναν οι πρεσβύτεροι των φυλών (φυλέτες) και όχι οι ίδιοι οι γονείς.


 Μάλιστα η αποδοχή του βρέφους από τους φυλέτες ήταν και η επίσημη είσοδός του στην πολιτεία.
 Σε γενικές γραμμές η Σπαρτιάτισσα φαίνεται να ήταν πιο ανοικτή, πιο άνετη, πιο χειραφετημένη και πιο γνωστή από την Αθηναία, σε βαθμό να θεωρείται σκάνδαλο η δράση της στην αρχαία εποχή.


 Άλλο ένα σημείο υπεροχής της είναι ότι η συνεχής εμφάνιση των κοριτσιών ημίγυμνων μπροστά στους επίσης γυμνούς νέους κάνει να φαίνεται πιο ερωτική και λογική σήμερα η κλοπή για γάμο, παρά η από συμφέρον λογοδοσία δύο ανθρώπων, που ίσως δεν είχαν ιδωθεί ποτέ πριν.


 Από την απόλυτη υποταγή λοιπόν του ατόμου στο σύνολο, ξεπήδησε η σχετικά πρωτοποριακή θέση της γυναίκας για τα δεδομένα της εποχής.
 Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι δεν αναφέραμε κάτι για τις γυναίκες των Περιοίκων και των Ειλώτων γιατί δεν υπάρχουν και σχετικές πληροφορίες.


 Μόνο η φαντασία μας μπορεί να μας βοηθήσει σε τι βαθμό υπήρχε επηρεασμός αφού είχαν πολλές κοινές θρησκευτικές εκδηλώσεις οι πολίτισσες Σπαρτιάτισσες μαζί τους και τι σήμαινε αυτό για τις άλλες γυναίκες.


 Συμπεράσματα


 Είναι μάλλον φανερό ότι η θέση των γυναικών την εποχή εκείνη δεν καθορίζεται τόσο από προγενέστερους ηθικο-θρησκευτικούς παράγοντες, αλλά από ξεκάθαρες ανάγκες και πρακτικές της ίδιας της εποχής και κοινωνίας που ζούσαν.


 Η βασική διαφορά μεταξύ των Αθηναίων γυναικών και των Σπαρτιατισσών έχει να κάνει με την κύρια ιδεολογική κατεύθυνση της πόλης στην οποία ζούσαν.


 Στην δημοκρατική Αθήνα κυρίαρχος κοινωνικός θεσμός είναι ο «οίκος» και η συνέχειά του πάση θυσία, αφού αυτός αποτελεί το δομικό και κυρίαρχο στοιχείο της πόλης καθιστώντας τις γυναίκες φαινομενικά υπόδουλες αυτής της λογικής και περιορισμένες, αν και το μόνο πραγματικά σίγουρο δεν ήταν τόσο ο περιορισμός αλλά η δικαιοπρακτική τους δυνατότητα.


 Στην αριστοκρατική Σπάρτη αντίστοιχα ο οίκος διευρύνεται σε όλη την πόλη, τα πάντα απορρέουν και εξυπηρετούν την συνολική κοινωνία και όχι κάποια μονάδα της, δίνοντας έτσι στις γυναίκες μεγαλύτερη άνεση και τελικά δύναμη.


 Αυτό καθόρισε και την διαφορά στην αντιμετώπιση των γυναικών και την θέση τους στην κοινωνία, δίνοντάς μας δύο χαρακτηριστικά και μάλλον ακραία παραδείγματα των γυναικών της αρχαίας ελληνικής εποχής.


 Μια απογοητευτική σκέψη είναι η σύγκριση με την νεώτερη εποχή, και με το πόσο η θρησκευτική θεώρηση πλέον και αποκλειστικά επηρέασε για αιώνες και επηρεάζει ακόμα την θέση της γυναίκας.


 Στην Ανατολή και στις κοινωνίες που επηρεάζονται από το Ισλάμ η θέση της είναι η χειρότερη από όσο μπορεί να φανταστεί κάποιος.


 Στην χριστιανική Δύση μέσα από τον Διαφωτισμό και την ανεξιθρησκία, δόθηκαν αρκετοί διέξοδοι ώστε να θεωρείται η γυναίκα πλήρως ανεξάρτητη από τον άντρα, κάτι που δεν ήταν προφανές και η χριστιανική θρησκεία πάλεψε και παλεύει συνέχεια, να επαναφέρει στην πρότερη ηθική και ουσιαστική υποδούλωσή της, με μόνη την λογική, ότι υπάρχει ένας θεός, που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα άμεσα ή έμμεσα, για την συναισθηματική και σεξουαλική ζωή των ανθρώπων και κυρίως των γυναικών.


 Φιλίστωρ


 diadrastiko

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.