Γράφει ο Θοδωρής Χρόνης

Είναι Κυριακή ή Δευτέρα; Δεν ξέρω. Έχω χάσει τις μέρες εδώ και καιρό. Έτσι είναι όταν δε δουλεύεις, αν και δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να φτάσω στο σημείο να μη χρειάζεται να δουλέψω. Βέβαια είμαι και 78 χρονών και δεν έχω και μεγάλες αντοχές. Κατάφερα με χίλιες δύο στερήσεις να μαζέψω λίγα χρήματα και φυσικά να κληρονομήσω ένα σπίτι στην Αθήνα και ένα στο χωριό. Σύνταξη δεν έχω φυσικά. Άλλωστε δεν υπάρχουν συντάξεις. Τουλάχιστον όχι με την μορφή που υπήρχαν πριν 35 χρόνια. Θυμάμαι τι αγώνας δόθηκε από τις τότε κυβερνήσεις να σωθούν τα ταμεία. Το πώς στεναχωρήθηκαν όλοι αυτοί όταν κατέρρεε το ένα μετά το άλλο…
Τι να σας πω. Βέβαια ήταν έντονη και η δική μας αντίδραση, όπου ενώ ήταν κοινό μυστικό το ότι πολλοί πλουτήσαν από την όλη ιστορία, ευθύνες φυσικά (δεν) δόθηκαν. Είχαμε μαζευτεί όλοι μαζί και φωνάζαμε με δύναμη μπεεεεεε. Θα ήμασταν τουλάχιστον 10.000 άτομα. Μήπως ήμασταν λίγοι; Δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι οι περισσότεροι είχαν την άποψη ότι δεν αλλάζει και τίποτα.

Δεν άλλαξε και τίποτα όταν έκλεισαν και τα δημόσια νοσοκομεία. Ευτυχώς όμως έμειναν τα ιδιωτικά. Εκεί υπήρχε αντίδραση από αυτούς που τα επισκέπτονταν μιας και τους ενοχλούσε η εικόνα ανθρώπων έξω, που παρακαλούσαν να πάρουν μέσα τους γονείς, τα παιδιά, τα αδέρφια τους. Ας πρόσεχαν, ας είχαν και αυτοί κάνει το κουμάντο τους. Τους είπε κανείς να γίνουν υπάλληλοι, μαγαζάτορες, εργάτες; Σιγά το δύσκολο να κάνεις περιουσία. Στην τελική τόσες δεκαετίες πριν το κράτος μοίραζε λεφτά. Ας μην ήταν τόσο χαζοί να έχουν τα λεφτά τους σε ελληνικές τράπεζες ή στο χρηματιστήριο.
Το χρηματιστήριο είχε πολύ γέλιο. Ειδικά όταν έκλεισε!!! Χαμός! Η αρχή του τέλους. Αυτοκτόνησαν και μερικοί αλλά σιγά! Στις ειδήσεις είχαν αφιερώσει 15 δευτερόλεπτα και ήταν και 8η είδηση μετά τη συζήτηση πάνω στην κατάπτωση των ηθών.
Εγώ ευτυχώς ήμουν τυχερός και μετά την πτώχευση βρήκα γρήγορα δουλειά. Περίπου 2 χρόνια μετά. Μέχρι τότε είχα πάει στο χωριό και συντηρούμουν με ότι μπορούσα να καλλιεργήσω. Είχα και κάτι κοτούλες και τα κατάφερα. Η δουλειά όμως μετά με έσωσε. Ξαναγύρισα στην Αθήνα που ήταν πλέον πολύ διαφορετική. Η δουλειά ήταν κοντά στο σπίτι. 50 λεπτά με το ποδήλατο. Γίναμε νέα Ολλανδία. Παντού ποδήλατα! Αυτοκίνητο ούτε για αστείο. Το μετρό ήταν αρκετά ακριβό και δεν υπήρχαν λεωφορεία. Τα πουλήσανε κι αυτά. Γενικά ότι περιουσιακό στοιχείο (κρατικό) πουλήθηκε – χαρίστηκε μετά την πτώχευση.
Δε θυμάμαι να μίλησε κανείς τότε. Ήταν επειδή είχαμε αναλωθεί στο να ρίχνουμε ευθύνες ο ένας στον άλλον για την άσχημη κατάσταση. Όχι προς τους διοικούντες. Κυριολεκτικά ο ένας στον άλλον. Οι επιβάτες στους υπαλλήλους των συγκοινωνιών γιατί απεργούσαν και τους δυσκόλευαν τη ζωή. Οι άρρωστοι στους φαρμακοποιούς και γιατρούς. Οι πολίτες στους στρατιωτικούς που τρώγανε καλά. Οι λαϊκοί στους κληρικούς, οι πελάτες στους καταστηματάρχες, οι ενδιαφερόμενοι στους μηχανικούς και δικηγόρους, οι στεριανοί στους ναυτικούς, οι λευκοί στους μαύρους, οι μαύροι στους λευκούς…
Για το μόνο πράγμα που στεναχωρήθηκα ήταν που δεν κατάφερα να κάνω οικογένεια. Με τι; Ο μισθός μου ήταν το 2015 περίπου 300€. Ευτυχώς έμενα στο πατρικό μου και μπορούσα να τρώω κρέας 1 φορά τη βδομάδα. Είχα αγαπήσει κιόλας αλλά πώς να προχωρούσα; Δεν ήμουν δειλός, ήμουν φτωχός. Και ποιος δεν ήταν… Οι γεννήσεις ήταν ελάχιστες πλέον. Ήταν αβάσταχτες οικονομικά.
Ευτυχώς τώρα είμαι ευτυχισμένος. Πέρασα ένα καρδιακό επεισόδιο χτες το βράδυ και με τις οικονομίες μου κατάφερα και μπήκα στο νοσοκομείο. Μου φτάνουν για 3 ώρες ακόμα. Θα έρθουν να μου πάρουν τον αναπνευστήρα. Μου είπαν δε θα πονέσω πολύ.
Μήπως τελικά δεν έγιναν έτσι τα πράγματα; Μήπως θυμάμαι λάθος;