# #

22 Ιουλ 2021

Κατακτώντας τον Ολυμπο: Στα 2.918 μέτρα, η ομορφιά εκφράζει το θείο

 Μια συναρπαστική ταξιδιωτική εμπειρία στο ορόσημο της ελληνικής μυθολογίας



Το σχεδιάζαμε και το συζητούσαμε για πολύ καιρό, μήνες πριν. Τα βουνά και ειδικά ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, δεν θέλουν απερισκεψίες και επιπολαιότητες.

Ο Δημήτρης μάλιστα επέμενε ότι θα πρέπει να περάσουμε 2-3 χρόνια πεζοπορίας σε άλλα ελληνικά βουνά και μετά να επιχειρήσουμε το βουνό των θεών, τον Όλυμπο. Είχε φτάσει όμως η ώρα και φυσικά δε θα παίρναμε αψήφιστα την ανάβαση. Γυμναστική, τρέξιμο, αναβάσεις-προπονήσεις στην Πάρνηθα, μελέτη χαρτών και μονοπατιών, αγορά κατάλληλου εξοπλισμού, εξοικείωση με τις τοποθεσίες και τις διαδρομές, κράτηση κρεβατιού στο καταφύγιο, συμβουλές από φίλους και γνωστούς που το έχουν καταφέρει, έχουν ανέβει στην...

ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας, στα 2.918 μέτρα. Τις τελευταίες μέρες προσθέσαμε το πολύ απαραίτητο δελτίο καιρού και τις προμήθειες σε τρόφιμα.



Επιλογή διαδρομής

Το δεύτερο σημείο διαφωνίας ήταν η διαδρομή που θα ακολουθούσαμε για την κορυφή. Το κλασικό μονοπάτι ή κάτι πιο δύσκολο που θα μας χάριζε όμως μοναδικές εικόνες και λιγότερο κόσμο; Για την κορυφή είναι αρκετές οι επιλογές. Η πιο κλασική και μάλλον η πιο εύκολη είναι αυτή που ξεκινάει από την τοποθεσία Πριόνια πάνω από το Λιτόχωρο, περνάει από το καταφύγιο Αγαπητού (γνωστό και ως καταφύγιο Α’ ή Ζολώτα) και φτάνει στην κορυφή μέσω της Κακόσκαλας ή από το Λούκι. Ειδικά αν είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνετε στον Όλυμπο είναι καλύτερα να ακολουθήσετε αυτή τη διαδρομή.

Το πρώτο κομμάτι από τα Πριόνια και μέχρι το καταφύγιο είναι ένα σχετικά εύκολο μονοπάτι που περνάει μέσα από πυκνά δάση οξιάς και πεύκων, ενώ συναντιέται συχνά με τον Ενιπέα ποταμό. Θα περπατήσετε 5,8 χιλιόμετρα αλλά μη σας ξεγελάει ο μικρός αριθμός, βρίσκεστε στον Όλυμπο, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας. Η διαδρομή είναι αρκετά ανηφορική και από τα 1.091 μέτρα θα φτάσετε στα 2.052 μέτρα. Ανάλογα με τη φυσική σας κατάσταση θα χρειαστείτε από 2,5 μέχρι 4 ώρες. Κάθε φορά που έχανα την ανάσα μου, σταματούσα, αλλά η συμβουλή των πιο έμπειρων ήταν ξεκάθαρη: πρέπει να αποκτήσεις έναν σταθερό ρυθμό τον οποίο να μπορείς να ακολουθήσεις για πολλή ώρα και ας είναι αργός. Τα διαλείμματα πρέπει να είναι σύντομα και όχι πολύ συχνά. Σταματάς για 5 λεπτά, τρως κάτι που θα σου δώσει ενέργεια, λίγες σταφίδες, ξηρούς καρπούς ή μια μπάρα δημητριακών, πίνεις λίγο νερό και ξαναξεκινάς.


Τα καταφύγια

Η στιγμή που αντικρίζεις το πέτρινο κτίριο μετά από ώρες πεζοπορίας είναι αξέχαστη. Ικανοποίηση, ανακούφιση και περηφάνια είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα και το μυαλό σου έχει ήδη αρχίσει να επεξεργάζεται σχέδια για φαγητό, ποτό και ξεκούραση. Μη φανταστείτε ότι θα βρείτε βέβαια πολυτέλεια και πολλές επιλογές. Τα καταφύγια προσφέρουν τα βασικά αλλά εκείνη τη στιγμή αυτά τα βασικά θα σας φανούν πολύτιμα. Το εστιατόριο σερβίρει καθημερινά 4-5 φαγητά, απαραιτήτως φασολάδα και η χορταστική μερίδα μακαρόνια με κιμά που φάγαμε, όντας κατάκοποι, μας έμεινε επίσης αξέχαστη. 



Τα κρεβάτια είναι οργανωμένα σε κουκέτες σε μεγάλα δωμάτια και οι 3 κουβέρτες που αντιστοιχούν στον καθένα δεν είναι καθόλου υπερβολή, αφού ακόμα και τον Ιούνιο που βρεθήκαμε εμείς εκεί, το κρύο γινόταν όλο και πιο τσουχτερό όσο νύχτωνε. Στις 10 το βράδυ τα φώτα στο καταφύγιο σβήνουν, αλλά δε μας ήταν πρόβλημα αυτό. Ήδη από τις 8 τα μάτια μας βάραιναν από την κούραση και το πολύ πρωινό ξύπνημα.


Στα αλπικά λιβάδια και τις κορυφές

Από το καταφύγιο και πάνω αρχίζει το αλπικό τοπίο. Είναι αυτό που βλέπουμε όλοι περνώντας από την Εθνική Οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης: θεόρατα, γυμνά βράχια που χάνονται σε ένα πέπλο από σύννεφα. Από εδώ και πέρα, ακόμα και τον Ιούνιο, ακόμα και με ήλιο, το κρύο είναι έντονο. Καθώς ανεβαίναμε ανάμεσα από διάσπαρτα ρόμπολα βλέπαμε τις κόψεις των βράχων, σμιλεμένες από τον αέρα, τη βροχή και το χιόνι. Όσο αυξανόταν το υψόμετρο, βγάζαμε από τα σακίδια ότι είχαμε σε ρούχο και το φορούσαμε για να προστατευτούμε από το κρύο.







Στα 2.480 μέτρα συναντάμε τη διασταύρωση που δεξιά οδηγεί στο Λούκι και ευθεία στην Κακόσκαλα. Από εδώ και πάνω τα λάθη δεν συγχωρούνται. Το Λούκι είναι από τα πιο επικίνδυνα σημεία του βουνού, αφού συχνά πετάγονται πέτρες από τους ορειβάτες που βρίσκονται από πάνω, ενώ η Κακόσκαλα έχει στενά περάσματα τα οποία θέλουν μεγάλη προσοχή. Σε αυτό το σημείο, αν δεν έχετε κράνος, εξοπλισμό, έμπειρο συνοδό ή είστε μαζί με μέλη ορειβατικών συλλόγων, μπορείτε να αποφασίσετε να πάτε εύκολα μέχρι την κορυφή Σκολιό στα 2.911 μέτρα. Ή να απολαύσετε απλά τους σχηματισμούς των βράχων και την θέα. Αν δεν υπάρχουν πολλά σύννεφα, από τον Όλυμπο βλέπεις σχεδόν τη μισή ηπειρωτική Ελλάδα: από τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική μέχρι τη Λάρισα και τον θεσσαλικό κάμπο. Αλλά και σύννεφα να έχει, θα είστε ήδη πάνω από αυτά και αυτή η αίσθηση είναι μοναδική. 

Δεξιά από την κορυφή του Μύτικα θα διακρίνετε το Στεφάνι, την κορυφή που ονομάζεται και θρόνος του Δία, λόγω του σχήματός της. Από το καταφύγιο του Αγαπητού θα χρειαστείτε περίπου 3 ώρες για την κορυφή, είτε πάτε από την Κακόσκαλα είτε από το Λούκι.


Η κατάβαση

Καθώς παίρναμε τον δρόμο της επιστροφής, ο κόσμος στο μονοπάτι πύκνωνε ακόμα περισσότερο. Στα βουνά, όλοι οι πεζοπόροι χαιρετιούνται μεταξύ τους και ανταλλάσσουν πληροφορίες για το τι γίνεται πιο πάνω, αν έχει κόσμο, πώς είναι ο καιρός. Ο Όλυμπος τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε κορυφαίο τουριστικό προορισμό και πάνω από 150.000 άνθρωποι από όλον τον κόσμο επισκέπτονται το βουνό κάθε χρόνο, πολλοί περισσότεροι από τους 350 ανθρώπους που καταγράφηκαν το 1955. Ειδικά την τελευταία δεκαετία έχει καταγραφεί κατακόρυφη αύξηση και συνωστισμός στο βουνό. Γι’ αυτό καλό είναι αν μπορείτε να αποφύγετε τα Σαββατοκύριακα και όταν βρεθείτε εκεί να ξεκινάτε νωρίς το πρωί. Μετά τις τόσο μεγάλες αναβάσεις και υψομετρικές διαφορές, το κατέβασμα θα σας φανεί παιχνιδάκι. Θα σας πάρει σαφώς λιγότερη ώρα από το ανέβασμα και θα νιώθετε τα πόδια σας ελαφριά.

Μόνο το επόμενο πρωί συνειδητοποιήσαμε πόσο είχαν καταπονηθεί τα πόδια μας στην κατηφόρα και συνεχίσαμε να το συνειδητοποιούμε για τις επόμενες 7 ημέρες που οι πατούσες μας έκαιγαν και τα γόνατα και οι μηροί ήταν ακόμα πιασμένα. Μια καλή συμβουλή για την κατάβαση είναι να έχετε τα πόδια σας ελαφρώς λυγισμένα και να πατάτε πάντα πλάγια για να αυξάνεται η τριβή και έτσι να γλιστράτε λιγότερο. Όπως και να ’χει, αφού θα κατεβείτε 2.200 μέτρα (από την κορυφή των 2.918 μέτρων έως τα Πριόνια που θα έχετε παρκάρει στα 770 μέτρα) ένα σχετικό πιάσιμο στα πόδια δύσκολα θα το αποφύγετε.



Ο πρώτος άνθρωπος που πάτησε το βουνό των Θεών Ο Χρήστος Κάκαλος, κάτοικος Λιτοχώρου, κυνηγός αγριοκάτσικων και υλοτόμος, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που ανέβηκε στην κορυφή του Ολύμπου στις 2 Αυγούστου του 1913. Μαζί του ήταν ο Ελβετός περιηγητής και φωτογράφος Frédéric Boissonnas και ο συνοδός του Daniel Baud-Bovy. Ο Boissonnas έγραφε ότι ο Κάκαλος σκαρφάλωνε ξυπόλητος ενώ για την εμπειρία του σημείωσε: «Ο Όλυμπος μας φώναζε από τόσον καιρό. Η ομορφιά του δεν είναι μόνο στη φύση. Η ομορφιά του, είναι ομορφιά πνευματική. Εκφράζει το θείο».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.