“Στις τέχνες, καθώς και στη φιλοσοφία, από ένα σημείο και ύστερα δεν λέγεται πια τίποτε το καινούργιο. Μετά τους Έλληνες κάθε μεγάλο έργο είναι μεγάλο κατά την έννοια ότι εμφανίζεται με καινούργια μορφή, με αλλιώτικο τρόπο, με διαφορετική έκφραση.
Ο Δάντης είναι η προέκταση του Βιργίλιου, και ο Βιργίλιος του Ομήρου. Ο Γκαίτε είναι η προέκταση του Σαίξπηρ, και ο Σαίξπηρ του Αισχύλου. Ο Κάτουλος είναι προέκταση του Αρχίλοχου, και ο Μπάυρον του Κάτουλου. Ο Λουκρήτιος είναι προέκταση του Επίκουρου, και ο ‘Ενγκελς του Λουκρήτιου.
Ο Καβάφης ...χωρίς την Παλατινή Ανθολογία θα έδειχνε στα μάτια μας – ο Καβάφης είναι ποιητής οπτικός, είναι γλύπτης- μισοσβησμένο ψηφιδωτό. Και η «ηλιακή μεταφυσική» του Ελύτη είναι ανάσταση θανάτου της ποίησης του Σολωμού, όπως και το φως της ποίησης του Σολωμού είναι ανάσταση θανάτου της ποίησης του Πλάτωνα.
Αλλά πέρα από επιδράσεις και ετοιμασίες προοδοποιές, τα παλαιά έργα γεμίζουν τα νεότερα με αναφορές και δανεισμούς αυτούσιους. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, πόσα τσιτάτα του Ομήρου περιέχει το τρίτο βιβλίο της πλατωνική Πολιτείας“. [1]
“Η μηχανική του Νεύτωνα, για παράδειγμα, που άνοιξε τη γνώση του ανθρώπου στους δρόμους του ουρανού, την εστία της την αναγνωρίζει στη Γεωμετρία του Ευκλείδη. Η απροσδιοριστία του Χάιζενμπεργκ, ολοκληρώνοντας τον πλου μιας κοσμικής Οδύσσειας, ξαναγυρίζει στο “μεταβάλον αναπαύεται” του Ηράκλειτου. Η γενική θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν, που κρούει να της ανοίξουν οι πύλες των δυνάμεων που ισορροπούν στο κενό τους αστέρες και τους γαλαξίες, στη βάση της σχολιάζει αναλυτικά τρεις λέξεις του Λεύκιπου : “Και περιπλεχθέντων άστρα γίνεσθαι”.
Με την ίδια έννοια η φιλοσοφία της Ευρώπης, η ξυλοδεσία που πάνω της θα πλέξει το κλήμα της ζωής και θα δέσει το σταφύλι της ποίησης, είναι η ανάπτυξη της αρχαϊκής απορίας των ελλήνων. Σε όλο το φάσμα της γνωστικής προέλασης. Ακόμη κι εκεί που φαίνεται πως προσκρούει στα όρια, όπως λογουχάρη στον Κάντ, η διαλύεται στης μήτρες, όλως λογουχάρη στον Χάιντεγκερ, η ευρωπαϊκή φιλοσοφία μυρηκάζει τους ελληνικούς καρπούς απο το δέντρο που βασάνιζε τον Τάνταλο!
Την θάλασσα του στοχασμού απο τον Καρτέσιο στον Έγελο και απο τον Σπινόζα στον Μπέρξον οι έλληνες την είχαν γνωρίσει με το σώμα και τη αφή τους. Ο Θαλής, λογουχάρη, λούστηκε στα νερά της, ο Αναξιμένης ανάσανε τον αέρα της, ο Ηράκλειτος ξάπλωσε στον ήλιο της, ο Εμπεδοκλής πήδηξε στο βυθό της. Ύδωρ, δηλ., αήρ, πυρ, άλμα στην Αίτνα είναι Θαλής, Αναξιμένης, Ηράκλειτος, Εμπεδοκλής.
Αυτή την πλατιά θάλασσα οι ευρωπαίοι ποιητές τη μεταχειρίστηκαν με πελώριο τρόπο. Είτε προσπαθώντας να την καταπιούν, όπως ήθελαν οι μυστικοί Έκχαρτ και Μπαίμε, είτε δοκιμάζοντας να την αδειάσουν “με το κουταλάκι του καφέ”, όπως ήθελε οΈλιοτ.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.