Ο κομισάριος Όλι Ρεν συνεχίζει να λέει ότι «(εσείς οι Έλληνες) ζούσατε πέραν των δυνατοτήτων σας» («Καθημερινή», 12.12), λες και ο υπερδανεισμός, ιδιωτικός και δημόσιος, είναι προϊόν καλοπέρασης και όχι τεράστιων παραγωγικών, εισοδηματικών και αναπτυξιακών ελλειμμάτων της οικονομίας και της κοινωνίας. Παίζει το γνωστό παιχνίδι της μετάθεσης των ευθυνών, της ενοχοποίησης του λαού και της χώρας, κατά τα γνωστά ολοκληρωτικά πρότυπα της κυρίαρχης ιδεολογίας και πολιτικής που ο ίδιος υπηρετεί.
Ο Ντομινίκ Στρος - Καν ισχυρίζεται ότι «εάν η Ελλάδα μπορέσει να διατηρήσει τη δυναμική των μεταρρυθμίσεων, οι επενδυτές θα δείξουν και πάλι εμπιστοσύνη» («Καθημερινή», 12.12). Με άλλα λόγια δεν έχει καμία σημασία αν οι «μεταρρυθμίσεις» που επιβάλλει η τρόικα θα βοηθήσουν αντικειμενικά την ανάταξη της οικονομίας και την αντιμετώπιση του αδιεξόδου. Αρκεί η «δυναμική» τους να κάνει τους επενδυτές να δείξουν και πάλι εμπιστοσύνη.
Σχολιάζοντας αυτή τη λογική πριν από λίγους μήνες ο Πολ Κρούγκμαν έγραφε ειρωνικά:
«Όμως μην ανησυχείτε: οι περικοπές δαπανών μπορεί να είναι επίπονες, αλλά η νεράιδα της εμπιστοσύνης θα απαλύνει τον πόνο. “Η ιδέα ότι τα μέτρα λιτότητας μπορεί να πυροδοτήσουν στασιμότητα είναι λανθασμένη”, δήλωσε ο...
Ζαν Κλοντ Τρισέ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σε μια πρόσφατη συνέντευξή του. Γιατί; Διότι “οι πολιτικές που εμπνέουν εμπιστοσύνη θα ενισχύσουν και δεν θα παρεμποδίσουν την οικονομική ανάκαμψη”.
Ποιες είναι οι αποδείξεις για την πεποίθηση ότι η δημοσιονομική συστολή είναι στην πραγματικότητα επεκτατική, διότι βελτιώνει την εμπιστοσύνη; (Παρεμπιπτόντως, αυτό ακριβώς ήταν το δόγμα που διακήρυσσε ο Χέρμπερτ Χούβερ το 1932). Λοιπόν υπήρξαν ιστορικές περιπτώσεις όπου οι περικοπές δαπανών και οι αυξήσεις των φόρων ακολουθήθηκαν από μεγέθυνση. Όμως, απ’ όσο γνωρίζω, καθένα από αυτά τα παραδείγματα αποδεικνύει, αν τα μελετήσει κανείς από κοντά, ότι πρόκειται για περιπτώσεις όπου οι αρνητικές επιδράσεις της λιτότητας αντισταθμίστηκαν από άλλους παράγοντες, οι οποίοι είναι μάλλον απίθανο να έχουν σχέση με το σήμερα... Ενώ τα παραδείγματα λιτότητας είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά.
● Η Ιρλανδία υπήρξε ένας καλός στρατιώτης σ’ αυτή την κρίση, εφαρμόζοντας με βλοσυρότητα άγριες περικοπές δαπανών. Η ανταμοιβή της είναι μια κατρακύλα σε επίπεδο καθολικής ύφεσης – και οι αγορές κεφαλαίων εξακολουθούν να την αντιμετωπίζουν σαν σοβαρή απειλή πτώχευσης.
● Άλλοι καλοί στρατιώτες, όπως η Λετονία και η Εσθονία, έκαναν ακόμη χειρότερα – και οι χώρες αυτές, το πιστεύετε δεν το πιστεύετε, είχαν πολύ χειρότερη κατρακύλα στην παραγωγή και την απασχόληση από την Ισλανδία, η οποία αναγκάστηκε από την τεράστια κλίματα της χρηματοπιστωτικής της κρίσης να υιοθετήσει λιγότερο ορθόδοξες πολιτικές.
Την επόμενη φορά που θα ακούσετε σοβαροφανείς ανθρώπους να σας εξηγούν την ανάγκη για δημοσιονομική λιτότητα, προσπαθήστε να αναλύσετε το επιχείρημά τους. Είναι μάλλον σίγουρο ότι θα ανακαλύψετε πως αυτό που ακούγεται σαν θεμελιωμένος ρεαλισμός, στην πραγματικότητα βασίζεται στη φαντασία, στην πεποίθηση ότι αόρατοι εκδικητές θα μας τιμωρήσουν αν είμαστε κακοί και η νεράιδα της εμπιστοσύνης θα μας ανταμείψει αν είμαστε καλοί. Και η πραγματική πολιτική – η πολιτική που πλήττει τη ζωή εκατομμυρίων εργαζόμενων οικογενειών – οικοδομείται πάνω σ’ αυτή τη βάση» («The New York Times», 2.7).
Για να ικανοποιηθεί λοιπόν η νεράιδα της εμπιστοσύνης, η κυβέρνηση υπέγραψε το τρίτο κατά σειρά επικαιροποιημένο μνημόνιο. Πρόκειται για πρόσθετα μέτρα που αντιστοιχούν στο 2,5% του ΑΕΠ ή 6 δισ. ευρώ το 2011 για να κλείσει η «μαύρη τρύπα» του 2010 και επιπλέον 5% ή 12 δισ. ευρώ για την τριετία 2012-2014. Στο μνημόνιο, που αποτελεί ήδη νόμο του κράτους και εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, η κυβέρνηση δεσμεύεται για νέα εισπρακτικά μέτρα, μεταξύ των οποίων η επιβολή «πράσινου» φόρου στις επιχειρήσεις, φόροι σε ακίνητα (τέλος αυθαιρέτων, διαδοχικές αυξήσεις αντικειμενικών αξιών) και στα αναψυκτικά, αλλά και νέα αύξηση του ΦΠΑ το 2012.
Υπόσχεται επίσης ευρύτατη ασφαλιστική μεταρρύθμιση στα επικουρικά ταμεία, χωρίς να αποκλείονται αλλαγές στις βασικές συντάξεις. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να περιμένουμε πολύ γρήγορα μέσα στο 2011 νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, με ακόμη πιο δυσμενείς όρους για τωρινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους. Προβλέπεται κατάργηση ελλειμματικών ΔΕΚΟ, νέο μισθολόγιο, αύξηση των τιμών των εισιτηρίων τουλάχιστον στα 1,3 ευρώ και της εξέτασης στα νοσοκομεία στα 5 ευρώ από 3 σήμερα.
Στις τράπεζες προωθείται πώληση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της συμμετοχής του Δημοσίου στην Τράπεζα Αττικής, ενώ αλλάζει το καθεστώς των τραπεζοϋπαλλήλων. Το μνημόνιο ορίζει ότι όλοι οι εργαζόμενοι σε τράπεζες, δημόσιες και ιδιωτικές, θα έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους υπόλοιπους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Οι συνταξιούχοι της Τράπεζας της Ελλάδος θα εναρμονίσουν τα δικαιώματά τους με αυτά του ΙΚΑ.
Τέλος, προβλέπεται η ολοκληρωτική ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων και αμοιβών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Όλα φυσικά στο όνομα της ανάπτυξης, που θα μας την κάνει δώρο, αν είμαστε φρόνιμοι και αρκούντως υποτακτικοί, η νεράιδα της εμπιστοσύνης των αγορών.
Τι «αναπτυξιακό μοντέλο» προβλέπεται για τη χώρα; Σύμφωνα με το «Βήμα της Κυριακής» (12.12) και ανώνυμους κυβερνητικούς αξιωματούχους, πρότυπο για την ανάπτυξη στην Ελλάδα είναι η Ταϊβάν και γενικότερα το «ασιατικό μοντέλο», όπως έχει φορεθεί σε χώρες όπως το Βιετνάμ, η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη κ.ά., όπου η ερήμωση της κοινωνίας και η πλημμυρίδα της πιο απόλυτης φτώχειας διακόπτεται από νησίδες του πιο ασύδοτου και προκλητικού πλουτισμού. Πρόκειται για ένα «μοντέλο» όπου ο εργαζόμενος για να βρει δουλειά είτε θα πρέπει να ζει στο όριο είτε να μάθει να εκπορνεύεται για ένα κομμάτι ψωμί.
«Το θετικό που μπορούμε να δούμε», είπε στο «Βήμα της Κυριακής» ανώτατη κυβερνητική πηγή, «είναι ότι η οικονομία θα επιστρέψει σε θετικό πρόσημο ανάπτυξης στο δεύτερο εξάμηνο του 2011». Η επιστροφή της ανάπτυξης αναμένεται ότι θα επέλθει επειδή η χαμηλή αγοραστική δύναμη θα πλήξει τις εισαγωγές, το μειωμένο εργατικό κόστος θα τονώσει τις εξαγωγές, το τουριστικό προϊόν θα γίνει περισσότερο ανταγωνιστικό και η προσέλκυση νέων επενδύσεων ολοένα και δυναμικότερη.
Το ερώτημα βέβαια που τίθεται είναι τι σόι εξαγωγές θα είναι αυτές, όταν η οικονομία της Ελλάδας βιώνει μια πρωτοφανή διάλυση της παραγωγικής της βάσης. Μόνο μεταπρατικού χαρακτήρα, που θα εξαρτώνται από συγκεκριμένες πολυεθνικές. Και τι σόι επενδύσεις θα είναι αυτές που υποτίθεται ότι θα προσελκυστούν σε μια οικονομία που δεν παράγει σχεδόν τίποτε; Μόνο αχαλίνωτη κερδοσκοπία με ακίνητα, γη, δημόσια περιουσία, με κάθε είδους ρεμούλα και απάτη. Αν μια οικονομία έχει ως συγκριτικό της πλεονέκτημα τη χαμηλή αγοραστική δύναμη και την ανύπαρκτη παραγωγή, τότε σε τι διαφέρει από μια τυπική εξαθλιωμένη χώρα του «τρίτου κόσμου»;
Τι προοπτική υπάρχει σε μια τέτοια οικονομία «ασιατικού μοντέλου» για όσες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις εξαρτώνται από την εσωτερική αγορά; Καμία. Άλλωστε τα μέτρα περιστολής αμοιβών και δικαιωμάτων των εργαζομένων δεν υιοθετούνται για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που κινδυνεύουν με λουκέτο. Τα μέτρα αυτά υιοθετούνται για τις περίπου 247 κρατικοδίαιτες μονοπωλιακές επιχειρήσεις που απολαμβάνουν το 53% του συνόλου των ιδιωτικών κερδών και έχουν ήδη διοχετεύσει το 70% και πλέον της δραστηριότητάς τους στο εξωτερικό.
Δεν έχουν ανάγκη την εσωτερική αγορά, όπως ο μικρομεσαίος, γι’ αυτό και στις αμοιβές των εργαζομένων βλέπουν μόνο «κόστος» που πρέπει να συμπιεστεί στο ελάχιστο και όχι αγοραστική δύναμη, που μόνο αυτή μπορεί να αναζωογονήσει την αγορά. Αμέσως μετά τις γιορτές και με τα νέα μέτρα να δείχνουν τα δόντια τους, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι είναι σίγουρο ότι θα ζήσουν τον «θάνατο του εμποράκου», όπως ποτέ άλλοτε στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Και γι’ αυτούς υπάρχει μόνο μια προοπτική, η ολοκληρωτική καταστροφή. Τα μέτρα που παίρνονται τώρα ενάντια στους εργαζόμενους στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα αποτελούν τη χαριστική βολή για τους μικρομεσαίους.
Η «εσωτερική υποτίμηση»
Η πολιτική αυτή αποκαλείται «εσωτερική υποτίμηση» της οικονομίας. Και αποκαλείται έτσι διότι η οικονομία δεν έχει το δικό της νόμισμα να υποτιμήσει και στη θέση του υποτιμά την εργασία, τις αμοιβές, τις ζωές και τις προοπτικές των ανθρώπων που εργάζονται σ’ αυτήν. Άλλο ένα μεγάλο ζήτω για το κοινό νόμισμα, το «ισχυρό ευρώ», που δεν μπορεί να υποτιμηθεί σαν την παλιοδραχμή που είχαμε.
Βέβαια, αν είχαμε δικό μας νόμισμα και χρειαζόταν να το υποτιμήσουμε, τότε δεν θα ήταν καθόλου αναγκαία μια «εσωτερική υποτίμηση» με την κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων, την υποβάθμιση της εργασίας και των αμοιβών της, τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων και φυσικά τις δραστικές περικοπές σε κοινωνικές και ασφαλιστικές δαπάνες. Κατά τ’ άλλα υπάρχουν ακόμη κάποιοι που εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος είναι πολύ χειρότερη από την «εσωτερική υποτίμηση» υπό καθεστώς ευρώ. Η νεράιδα της εμπιστοσύνης των αγορών είναι σίγουρο ότι θα τους ανταμείψει πλουσιοπάροχα.
Διαγράψτε χρέη!
Υποτίθεται όμως ότι όλα αυτά γίνονται για να αντιμετωπιστεί το χρέος. Τι σχέση έχει λοιπόν η «εσωτερική υποτίμηση» με την εξυπηρέτηση του χρέους; Τη μόνη σχέση που έχει είναι ότι η «εσωτερική υποτίμηση» είναι σίγουρο ότι θα αυξήσει την επιβάρυνση του χρέους. Όχι μόνο του δημόσιου, αλλά και του ιδιωτικού. Την αλήθεια αυτή αναγνωρίζουν και οι ακραιφνείς οπαδοί της ευρωολοκλήρωσης, όπως ο Μπάρι Άιχενγκριν, ένας από τους εμπνευστές του ευρώ, ο οποίος έγραφε πρόσφατα:
«Ο συνήθης τρόπος για να αμβλυνθούν οι συνέπειες της λιτότητας είναι να συνδυάσει κανείς τις περικοπές στο εσωτερικό με την υποτίμηση του νομίσματος. Η υποτίμηση κάνει τις εξαγωγές πιο ανταγωνιστικές, αντικαθιστώντας με την εξωτερική ζήτηση την εγχώρια ζήτηση που συμπιέζεται. Όμως καθώς καμιά από αυτές τις χώρες δεν έχει εθνικό νόμισμα για να υποτιμήσει, θα πρέπει να υποκαταστήσουν την εξωτερική υποτίμηση με την εσωτερική. Πρέπει να περικόψουν μισθούς, συντάξεις και άλλα κόστη έτσι ώστε να πετύχουν το ίδιο όφελος σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας που χρειάζεται για να αντικαταστήσει η εξωτερική ζήτηση την εσωτερική.
Οι χώρες της κρίσης έχουν δείξει, στην πραγματικότητα, αξιοσημείωτη αποφασιστικότητα στην εφαρμογή επώδυνων περικοπών. Όμως μια οικονομική μεταβλητή δεν έχει προσαρμοστεί μαζί με τις άλλες: το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Η αξία των συσσωρευμένων κυβερνητικών χρεών παραμένει άθικτη και, πέρα από μια χούφτα υποχρεώσεων στους επιλεγόμενους νεότερους πιστωτές, τα τραπεζικά χρέη επίσης παραμένουν άθικτα.
Αυτό το απλό γεγονός δημιουργεί μια θεμελιακή αντίφαση για τη στρατηγική της εσωτερικής υποτίμησης: όσο περισσότερο οι χώρες μειώνουν μισθούς και κόστη, τόσο αυξάνουν τα συσσωρευμένα χρέη τους. Και καθώς τα χρέη γίνονται όλο και πιο ασήκωτα, οι δημόσιες δαπάνες θα πρέπει να περικόπτονται όλο και περισσότερο, οι φόροι να αυξάνονται ώστε να εξυπηρετείται το δημόσιο χρέος και τα παραλειπόμενα, όπως οι τράπεζες. Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί την ανάγκη για ακόμη μεγαλύτερη υποτίμηση, αυξάνοντας περαιτέρω την επιβάρυνση του χρέους και πάει λέγοντας, σε έναν φαύλο κύκλο βυθίσματος στην ύφεση.
Επομένως, αν μια εσωτερική υποτίμηση είναι να δουλέψει, η αξία των χρεών, τα οποία συνιστούν ήδη μια μεγάλη επιβάρυνση, πρέπει να μειωθεί. Το κρατικό χρέος θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί. Τα χρέη των τραπεζών θα πρέπει να μετατραπούν σε μετοχές και όπου οι τράπεζες είναι αφερέγγυες να διαγραφούν. Το ίδιο και με τα ενυπόθηκα δάνεια, θα πρέπει επίσης να διαγραφούν» («Project Syndicate», 9.12).
Σχέδια πτώχευσης
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν πολύ απλά ότι οι πολιτικές των περικοπών και της άγριας λιτότητας του μνημονίου είναι ο δρόμος που οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα όχι μόνο στη βαθιά ύφεση, αλλά και στην επίσημη πτώχευση. Μια πτώχευση, την οποία οι επικυρίαρχοι θεωρούν αναπόφευκτη και δεν επιτρέπουν να γίνει πριν ολοκληρωθεί η επίσημη δήμευση και η διαδικασία εκποίησης της χώρας. Κι έτσι, ενώ η κυβέρνηση παίρνει υπάκουα ό,τι μέτρα της επιτάσσουν οι κηδεμόνες της χώρας, συνεχίζονται οι παρασκηνιακές κινήσεις για τον μηχανισμό ελεγχόμενης πτώχευσης στο επίπεδο της ευρωζώνης. Με πρώτη υποψήφια φυσικά την Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό διακινούνται σχέδια και προτάσεις που θα διευκολύνουν την ελεγχόμενη πτώχευση της Ελλάδας και των άλλων χωρών της ευρωζώνης, το ένα χειρότερο από το άλλο. Σύμφωνα με το BBC (12.12), το επικρατέστερο σχέδιο ελεγχόμενης πτώχευσης που οι Γερμανοί και οι Γάλλοι θα απαιτήσουν να εγκριθεί από τη σύνοδο κορυφής προβλέπει ότι οι ιδιώτες δανειστές θα πρέπει συμμετέχουν και αυτοί σε μία μελλοντική κρίση χρέους χώρας της ευρωζώνης, όπως αναφέρει προσχέδιο που περιγράφει τη δομή του μόνιμου μηχανισμού ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ από το 2013.
Συγκεκριμένα, όπως προβλέπεται, οι ιδιώτες πιστωτές μίας χώρας, ακόμα και αυτοί που έχουν κρατικούς τίτλους, θα επιβαρυνθούν οι ίδιοι πριν η χώρα ζητήσει να ενταχθεί σε μηχανισμό στήριξης. Αν όμως η χώρα εξακολουθήσει να έχει προβλήματα, πρέπει να κηρύξει στάση πληρωμών, αλλά θα συνεχίσει να πληρώνει τα δάνεια που έλαβε νωρίτερα για τη διάσωσή της. Θα είναι πάντως πιο εύκολο για τη χώρα να πάρει την έγκριση των πιστωτών της για να κηρύξει στάση, καθώς θα προβλέπονται οι σχετικές ρήτρες συλλογικής δράσης (collective action clauses).
Μια ανάλογη πρόταση φαίνεται να κάνει και ο ΟΟΣΑ σε μια πρόσφατη μελέτη του για την ευρωζώνη (13/12), όπου συνιστά τα εξής: «Απαιτείται ένας αξιόπιστος μηχανισμός για τη διαχείριση δημοσιονομικών κρίσεων. Αυτός πρέπει να συμπεριλαμβάνει έναν μόνιμο μηχανισμό παροχής ρευστότητας με την επιφύλαξη αυστηρών προϋποθέσεων. Αν οι προϋποθέσεις δεν ικανοποιούνται, η χρηματοδοτική στήριξη θα πρέπει να ανακληθεί». Κάτι τέτοιο βέβαια θα οδηγήσει τη χώρα που χάνει τη χρηματοδοτική στήριξη στην παύση πληρωμών και την πτώχευση.
Τα πράγματα έχουν πια αγριέψει για τα καλά. Όλοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι η χώρα δεν πρόκειται να αποφύγει ούτε καν την παύση πληρωμών, όχι προς τους δανειστές, αλλά προς το εσωτερικό, προς τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και την κοινωνία συνολικά. Την εικόνα που θα ζήσουμε τους αμέσως επόμενους μήνες την έδωσε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών όταν σε συνέντευξή του στη «Real News» (12/12) απάντησε στην ερώτηση «Δεν φοβάστε κοινωνικές εκρήξεις»:
«Όμως ειλικρινά ανάμεσα στην επιλογή να δούμε εξοργισμένα πλήθη έξω από κλειστές τράπεζες και κλειστά δημόσια ταμεία, που θα σήμαινε μια χρεοκοπία της χώρας και ανάμεσα σε κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες που διεκδικούν ηπιότερες ρυθμίσεις για τον κλάδο που εκπροσωπούν ή εκφράζουν την αντίδρασή τους σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή πολιτική, είναι σαφές ότι κανένας δεν θα επέλεγε το πρώτο».
Η πολιτική της κυβέρνησης και της τρόικας δεν στοχεύει στην αντιμετώπιση της χρεοκοπίας, αλλά στο τσάκισμα των κοινωνικών αντιδράσεων, ώστε, όταν βγουν στον δρόμο τα εξοργισμένα πλήθη, να ωθούνται από την απόγνωση και όχι τη διεκδίκηση συγκεκριμένων λυτρωτικών αιτημάτων, που δεν μπορεί να είναι άλλα από την εδώ και τώρα διαγραφή του χρέους μαζί με την έξοδο από το ευρώ.
Του Δημήτρη Καζάκη
οικονομολόγου - αναλυτή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.