Του Βασίλη Γεώργα
Από το τριπλό «nein» του Σόιμπλε για το χρέος μέχρι το «ναι υπό όρους» του ΔΝΤ και το «πάγωμα» των διαπραγματεύσεων τα τελευταία 24ωρα, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι αυτή η απόσταση μεταξύ των δανειστών ζητείται να καλυφθεί με νέα μέτρα από την Ελλάδα ώστε να ανοίξει ο δρόμος σε μια συμφωνία συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Αμφότερες οι θέσεις που εκφράζουν το Βερολίνο και το ΔΝΤ συγκλίνουν σε ένα καθαρό στίγμα: ότι για να χορηγηθεί ουσιαστική ελάφρυνση χρέους στην Ελλάδα και να διασφαλιστεί η περιβόητη «βιωσιμότητα» από το ΔΝΤ και την ΕΚΤ, η χώρα πρέπει να δεσμευτεί από τώρα για συγκεκριμένες και επίπονες «μεταρρυθμίσεις» οι οποίες έχουν θα μόνιμα δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει ήδη εξηγήσει αναλυτικά πως εννοεί τις «μεταρρυθμίσεις» αυτές στην έκθεση του περασμένου Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για :
α. τη μείωση των συντάξεων κατά 20% έως 30% μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στο Νόμο Κατρούγκαλου ώστε να μειωθούν οι δαπάνες του προϋπολογισμού για τις συντάξεις,
β. την μείωση του αφορολόγητου ορίου των 8.500 ευρώ (άγαμος) κατά τουλάχιστον 50% και παράλληλα την κατάργηση άλλων φοροαπαλλαγών
γ. την αύξηση του ορίου ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10% και την υπερίσχυση των ατομικών έναντι των κλαδικών συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα.
Τα παραπάνω μέτρα, με τα οποία δεν φαίνεται να διαφωνεί ούτε στο ελάχιστο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ενδεχομένως να αποτελέσουν το κλειδί για να συναινέσει το Βερολίνο σε παρεμβάσεις περαιτέρω διευκόλυνσης της αποπληρωμής του χρέους που θα περιλαμβάνουν και τη μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018.
Η διαφορά μεταξύ του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 (6,2 δισ. ευρώ) και του 1,5% (2,6 δισ. ευρώ) που θεωρεί το ΔΝΤ ότι μπορεί να πετύχει η Ελλάδα με βάση τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα στο τρίτο μνημόνιο, ξεπερνά τα 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ακόμη και αν ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα μειωθεί στο 2,5% με 2% όπως προτείνουν η ελληνική κυβέρνηση, η Τράπεζα της Ελλάδας και η Αξιωματική Αντιπολίτευση, και πάλι προκύπτει μια διαφορά ύψους 1,8 δισ. ευρώ που το ΔΝΤ ζητά από την ελληνική πλευρά να καλύψει με μέτρα μόνιμης απόδοσης.
Κρίσιμο και πολιτικά το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι το επικείμενο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου δεν θα είναι καθοριστικό μόνο για το είδος και την έκταση της αναδιάρθρωσης του χρέους που θα συμφωνηθεί, αλλά και για τον χρόνο των πολιτικών εξελίξεων.
Και αυτό γιατί η κυβέρνηση θα βρεθεί πιθανότατα μπροστά στο δίλημμα να επιλέξει μια λύση που αφενός θα ανοίγει το δρόμο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και την ένταξη των ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση, αλλά παράλληλα θα θέτει ως προϋπόθεση για την αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων παρεμβάσεων για το χρέος, τη δρομολόγηση νέων και εξαιρετικά δύσκολων δημοσιονομικών μέτρων που θα ενταχθούν στο συμπληρωματικό μνημόνιο με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Στο παρασκήνιο είναι εμφανές ότι τα τελευταία 24ωρα έχουν ενταθεί οι πιέσεις των δανειστών για τη θέσπιση μέτρων με «αντάλλαγμα» τη συμφωνία για το χρέος. Οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στη Wall Street ότι «αν δεν γίνει τώρα η απομείωση του χρέους, θα χαθεί η καλύτερη ευκαιρία για να εξέλθει η χώρα από την κρίση», αναδεικνύουν την αγωνία της κυβέρνησης μπροστά στην πίεση που δέχεται υπό το βάρος των απαιτήσεων του ΔΝΤ αλλά και των επαναλαμβανόμενων δηλώσεων του Β. Σόιμπλε ο οποίος επιχειρεί να συνδέσει την αναδιάρθρωση του χρέους με τις «μεταρρυθμίσεις» ή να αναβάλει για το μέλλον τις αποφάσεις.
Τα σενάρια για το χρέος
Το εύρος της αναδιάρθρωσης του χρέους που θα αποφασιστεί στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου θα είναι σημαντικό όχι μόνο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, αλλά κυρίως για να «πειστούν» οι αγορές ότι μπορούν να χρηματοδοτήσουν άφοβα την Ελλάδα στο μέλλον.
Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι πόσο μεγάλο θα είναι το ποσό από τα συνολικά χρέη των 320 δισ. ευρώ που θα αναδιαρθρωθεί, και σε τι βάθος χρόνου, καθώς επίσης και με ποιο τρόπο θα «εξειδικευτούν» τα λεγόμενα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που θα τεθούν «αν χρειαστεί» σε εφαρμογή μετά το 2018. Η Ελλάδα και το ΔΝΤ έχουν ζητήσει να αποσαφηνιστούν από τώρα τα μεσοπρόθεσμα τα οποία, μεταξύ άλλων, συνίστανται στη χρήση των κερδών από τα ANFAs & SMPs, την αξιοποίηση των 19,6 δισ. ευρώ που δεν χρησιμοποιήθηκαν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προκειμένου να αγοραστούν ομόλογα που κατέχει ο επίσημος τομέας (π.χ. δάνεια του ΔΝΤ), αλλά κυρίως μια βαθιά επιμήκυνση και αλλαγή του προφίλ των επιτοκίων στα δάνεια του EFSF ύψους 130,9 δισ. ευρώ, που κατέχει το EFSF από το δεύτερο μνημόνιο.
Τεχνικά σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup που ελήφθη στις 24 Μαΐου, το βραχυπρόθεσμο πακέτο διευκόλυνσης του χρέους, αναμένεται ότι θα περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:
1. Εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμής των δανείων του EFSF ύψους 130 δισ. ευρώ, δηλαδή την επέκταση της μέσης σταθμικής διάρκειας του συνόλου των δανείων κατά 4,5 χρόνια. Σύμφωνα με τον ESM, σήμερα η μέση διάρκεια αποπληρωμής των δανείων είναι 28 χρόνια και θα μπορούσε να αυξηθεί έως τα 32,5 χρόνια, μέσω νέου δανεισμού του ESM, ώστε να μειωθεί το χρηματοδοτικό βάρος σε κάποιες χρονιές όπου συσσωρεύονται μεγάλα ποσά αποπληρωμών.
2. Μείωση του κινδύνου επιτοκίου για μια περίοδο 30 ετών. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία ανταλλαγής μέρους των δανείων του EFSF/ΕSM με νέα δάνεια μεγαλύτερης διάρκειας και χαμηλότερων επιτοκίων που θα αντλήσει από την αγορά ο ESM μέσω ενός τριακονταετούς ομολόγου με σταθερό επιτόκιο κοντά στο 1,2% - 1,5%. Αυτό θα γίνει για να προστατευτεί η εξυπηρέτηση του χρέους μελλοντικά, όταν θα ξεκινήσει η άνοδος των επιτοκίων. Θα έχει όμως ως άμεσο αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων καθώς τα τρέχοντα επιτόκια διαμορφώνονται κοντά στο 0,85%.
Εδώ το κρίσιμο ερώτημα είναι πόσο μεγάλο τμήμα από το χρέος θα περιλαμβάνει η συμφωνία. Αν δηλαδή τα βραχυπρόθεσμα μέτρα θα «συγχωνευτούν» με τα βασικά «μεσοπρόθεσμα» μέτρα όπως ζητά η ελληνική κυβέρνηση. Εφόσον, για παράδειγμα η διευθέτηση αφορά στο σύνολο των δανείων ύψους 130 δισ. ευρώ του EFSF και 31 δισ. ευρώ του ESM, το μακροπρόθεσμο όφελος θα είναι σημαντικότερο από το να γίνει μόνο σε ένα τμήμα του χρέους. Κάποιες πληροφορίες φέρουν πράγματι την πρόταση του ESM να περιλαμβάνει πολύ μεγάλο μέρος του χρέους που έχει στα χέρια του, κόντρα στις «επιταγές» του Βερολίνου.
Στο επίκεντρο αυτής της αναδιάρθρωσης βρίσκονται πάντως σε κάθε περίπτωση τα δάνεια ύψους 42,7 δισ. ευρώ που χορηγήθηκαν στην Ελλάδα για τους σκοπούς των δύο ανακεφαλαιοποιήσεων των τραπεζών (37,3 δισ. ευρώ η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση και 5,4 δισ. ευρώ η τελευταία).
Η σωρευτική εξοικονόμηση που θα μπορούσε να επιτευχθεί στα επόμενα τριάντα χρόνια με εκτιμάται σε 8-9% του ΑΕΠ σύμφωνα με ανάλυση της Eurobank.
3. Η κατάργηση του «πέναλτι» στα επιτόκια που θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα για αποπληρωμή των ομολόγων ύψους 11,3 δισ. ευρώ, τα οποία εξαγοράστηκαν το 2012 με λεφτά το δεύτερου μνημονίου. Το πέναλτι ισοδυναμεί με αύξηση των επιτοκίων κατά 2% στο επιτόκιο του δανείων των 11 δισ. ευρώ και αν αυτή δεν γίνει, εκτιμάται ότι θα εξοικονομούνται περί τα 226 εκατ. ευρώ ετησίως από τόκους.
Όφελος μέχρι 30 δισ. ευρώ
Μια γενική εκτίμηση είναι πως τα παραπάνω μέτρα δεν αναμένεται να έχουν ιδιαίτερα μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη των ακαθάριστων δανειακών αναγκών μέχρι τη λήξη του προγράμματος το 2018. Και αυτό δεδομένου ότι η Ελλάδα απολαμβάνει ήδη περίοδο χάριτος 10 ετών τόσο για τις πληρωμές τόκων, όσο και κεφαλαίων για τα δάνεια του EFSF, με εξαίρεση ένα δάνειο 34,5 δισ. ευρώ που εκδόθηκε στο πλαίσιο του PSI το 2012 και για το οποίο πληρώνονται τόκοι.
Οι προβολές που έχουν γίνει και παρουσιάστηκαν στη Βουλή κατά την πρόσφατη συζήτηση για το χρέος, κάνουν λόγο για συνολική μείωση της τάξης των 30 δισ. ευρώ για το χρέος αν εφαρμοστούν τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί στο Eurogroup του Μαϊου.
Πηγή liberal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.