Η υπεραλίευση μειώνει διαρκώς την παραγωγή, με καταστρεπτικές συνέπειες για την οικονομία των παράκτιων περιοχών
Ξιφίας, τόνος, ροφός, φαγκρί, λυθρίνι και άλλα ψάρια τείνουν ...να εξαφανιστούν από τις ελληνικές θάλασσες. Παλαιότερες καταγραφές είχαν καταδείξει μείωση των αποθεμάτων καραβίδας, ενώ οι αλιείς παραπονιούνται τα τελευταία χρόνια και για τον περιορισμό του αριθμού των αστακών. Συχνές ήταν και οι αναφορές για μείωση του πληθυσμού ειδών όπως τα σαυρίδια, οι κολιοί, οι μπαλάδες, οι σαργοί, τα μπαρμπούνια και οι κουτσομούρες. Ομως τα επίσημα δεδομένα για την αλιευτική παραγωγή στην Ελλάδα, καθώς και για την κατάσταση υπεραλίευσης διαφόρων ιχθυαποθεμάτων, είναι ελλιπή.
Ξιφίας, τόνος, ροφός, φαγκρί, λυθρίνι και άλλα ψάρια τείνουν ...να εξαφανιστούν από τις ελληνικές θάλασσες. Παλαιότερες καταγραφές είχαν καταδείξει μείωση των αποθεμάτων καραβίδας, ενώ οι αλιείς παραπονιούνται τα τελευταία χρόνια και για τον περιορισμό του αριθμού των αστακών. Συχνές ήταν και οι αναφορές για μείωση του πληθυσμού ειδών όπως τα σαυρίδια, οι κολιοί, οι μπαλάδες, οι σαργοί, τα μπαρμπούνια και οι κουτσομούρες. Ομως τα επίσημα δεδομένα για την αλιευτική παραγωγή στην Ελλάδα, καθώς και για την κατάσταση υπεραλίευσης διαφόρων ιχθυαποθεμάτων, είναι ελλιπή.
Οι επιστήμονες του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» πριν από λίγα χρόνια ξεκίνησαν λεπτομερείς καταγραφές της σύνθεσης των αλιευμάτων και όπως προκύπτει από τα δεδομένα το μέλλον της αλιείας στις ελληνικές θάλασσες είναι αμφίβολο. Σύμφωνα με τη συντονίστρια επιστημονικής έρευνας του «Αρχιπελάγους», υδροβιολόγο κυρία Αναστασία Μήλιου , πολλοί πληθυσμοί ψαριών απειλούνται.
Σ την Ελλάδα η μικρής κλίμακας παράκτια αλιεία συνιστά δραστηριότητα θεμελιώδους κοινωνικοοικονομικής σημασίας για τις νησιωτικές και παράκτιες περιοχές. Αυτό αποδεικνύεται από τον μεγάλο αριθμό των σχετικών σκαφών (16.743- ο μεγαλύτερος στόλος στην Ευρώπη) που υπολογίζεται ότι συγκεντρώνουν περίπου 50% των αλιευμάτων. «Παρ΄ όλο που οι θάλασσές μας χαρακτηρίζονται από πλούσια βιοποικιλότητα και ιχθυαποθέματα, η χώρα μας πρωτοστατεί μεταξύ των χωρών της ΕΕ στις παράνομες, καταστρεπτικές και ανεξέλεγκτες αλιευτικές πρακτικές. Σε αυτό συμβάλλει το γεγονός ότι απουσιάζει οποιοδήποτε ουσιαστικό πλάνο διαχείρισης και ελέγχου των δραστηριοτήτων» επισημαίνει η κυρία Μήλιου.
Στην Ελλάδα, το ισχύον νομικό πλαίσιο διαχείρισης της αλιείας είναι ιδιαίτερα ελλιπές και επιτρέπει την υπεραλίευση. Παρ΄ όλο που το 2006 τέθηκε σε ισχύ ο ευρωπαϊκός κανονισμός «για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο», η εφαρμογή του οποίου θα αποτελούσε μια πρώτη λύση σε πολλά προβλήματα της ελληνικής αλιείας, ως σήμερα η χώρα μας έχει προχωρήσει μόνο σε επιλεκτική εφαρμογή του.
Κ ύρια αιτία που οδηγεί στην κατάρρευση των ιχθυαποθεμάτων αποτελεί η ανυπαρξία κάθε είδους προστασίας των βιοτόπων τους. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, απαγορεύεται το ψάρεμα με συρόμενα αλιευτικά εργαλεία σε περιοχές που καλύπτονται από προστατευόμενα οικοσυστήματα της θάλασσας, όπως είναι τα λιβάδια Ποσειδωνίας και οι ύφαλοι ασβεστολιθικών ροδοφυκών (οι λεγόμενες τραγάνες). Στην Ελλάδα όμως είναι αδύνατη η ουσιαστική εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας, καθώς έχουν διενεργηθεί ελάχιστες χαρτογραφήσεις των λιβαδιών Ποσειδωνίας και καμία επίσημη υφάλων ασβεστολιθικών ροδοφυκών.
Το αποτέλεσμα είναι να προκαλούνται εκτεταμένες και δύσκολα αναστρέψιμες καταστροφές σε τέτοιους θαλάσσιους βιότοπους. Τα λιβάδια Ποσειδωνίας χρειάζονται περισσότερα από 100 χρόνια για να ανακάμψουν της καταστροφής, ενώ υπολογίζεται ότι για τους υφάλους ασβεστολιθικών ροδοφυκών απαιτούνται ίσως και περισσότερα από 7.600 έτη για τον σχηματισμό τους. Ακόμη ένας λόγος που οδηγεί στην εξαφάνιση ψαριών είναι η αλίευση και εμπορία αλιευμάτων μικρότερων τού ελάχιστου επιτρεπόμενου αλιεύσιμου μεγέθους. «Το γεγονός ότι οι ιχθυαγορές και τα εστιατόρια συχνά κατακλύζονται από αλιεύματα μικρότερου μεγέθους από τα επιτρεπόμενααποτελεί απόδειξη ότι και αυτό το μέτρο ισχύει στα χαρτιά» σημειώνει η κυρία Μήλιου.
Επιπλέον, όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες με σημαντική αλιευτική δραστηριότητα, ο καθορισμός δικτύων προστατευόμενων περιοχών αλιείας θα μπορούσε και στην Ελλάδα να διαφυλάξει την παραγωγικότητα των θαλασσών. Σύμφωνα με τη συντονίστρια Θαλάσσιας Ερευνας κυρία Μόνικα Δημητρίου οι υπάρχουσες προστατευόμενες περιοχές ή περιοχές όπου εφαρμόζονται αλιευτικοί περιορισμοί είναι λιγοστές και καθόλου επαρκείς. «Ορισμένα διεθνώς προστατευόμενα απειλούμενα είδη αλιεύονται ακούσια ή εκούσια ή θανατώνονται ηθελημένα, μεταφορτώνονται, εκφορτώνονται, πωλούνται, ενώ στην πλειονότητα των περιπτώσεωνοι αρμόδιες αρχές δεν προχωρούν στις σχετικές διώξεις» σημειώνει η κυρία Δημητρίου.
Πάντως η ευθύνη για το ποια ψάρια αλιεύονται- και τελικά πωλούνται- δεν ανήκει μόνο στους αλιείς, αλλά τη μοιράζονται εξίσου πωλητές και καταναλωτές. «Επιλέγοντας ψάρια τα οποία αλιεύονται αειφορικά, συμβάλλουμε στη μακροπρόθεσμη υγεία των θαλασσών» τονίζει η κυρία Μήλιου.
Παροδικά φαινόμενα εξαφάνισης
Ορισμένες περιόδους παρατηρείται εξαφάνιση ειδών η οποία δεν μπορεί να εξηγηθεί επιστημονικά. Τα χάντοκ (συγγενές είδος με τον μπακαλιάρο) κάθε πέντε χρόνια χάνονται από τη Βόρεια θάλασσα και αργότερα εμφανίζονται σε αφθονία, χωρίς κάποιος να μπορεί να δώσει μια λογική ερμηνεία του φαινομένου. Το ίδιο είχε συμβεί πριν από λίγα χρόνια και με τον ελληνικό γαύρο και τις γαρίδες. Τη μια χρονιά οι ψαριές ήταν μικρές και την επόμενη πλούσιες.
Ορισμένες περιόδους παρατηρείται εξαφάνιση ειδών η οποία δεν μπορεί να εξηγηθεί επιστημονικά. Τα χάντοκ (συγγενές είδος με τον μπακαλιάρο) κάθε πέντε χρόνια χάνονται από τη Βόρεια θάλασσα και αργότερα εμφανίζονται σε αφθονία, χωρίς κάποιος να μπορεί να δώσει μια λογική ερμηνεία του φαινομένου. Το ίδιο είχε συμβεί πριν από λίγα χρόνια και με τον ελληνικό γαύρο και τις γαρίδες. Τη μια χρονιά οι ψαριές ήταν μικρές και την επόμενη πλούσιες.
ΤΟ ΒΗΜΑ, Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.