Το δικό του... Παράδεισο ανακάλυψε σε μια μικρή κωμόπολη της Βουλγαρίας ο 77χρονος Γιάννης Μίγκας από τις Σέρρες, ο οποίος τον περασμένο Νοέμβριο πήρε την απόφαση να διανύσει μία και καλή την απόσταση που χωρίζει το Σαντάνσκι από το σπίτι του. Τον συναντάμε σε μία καφετέρια κατά μήκος του κεντρικού πεζόδρομου, μετά από τα εμπορικά μαγαζιά, τα εστιατόρια και τα υπαίθρια παγωτατζίδικα, να απολαμβάνει τον πρωινό καφέ -και μαζί με αυτόν την ήρεμη καθημερινή ζωή.
«Από μικρό παιδί ...βγήκα στο μεροκάματο. Κουράστηκα μία ζωή στη δουλειά και η ανταμοιβή μου ποια ήταν; 630 ευρώ ως σύνταξη», μας λέει με αγανάκτηση. Στις Σέρρες πλήρωνε 150 ευρώ για ενοίκιο και άλλα τόσα για κοινόχρηστα και λογαριασμούς, χώρια τα φάρμακα και τα υπόλοιπα έξοδα. «Πώς να ζήσω έτσι; Και τα παιδιά μου ακόμη με παρότρυναν να έρθω εδώ λέγοντάς μου “μπαμπά, εμείς δεν μπορούμε να σε βοηθήσουμε, πήγαινε εκεί, θα 'ναι καλύτερα”», εξηγεί. Πράγματι για τον 77χρονο συνταξιούχο, η ζωή στο Σαντάνσκι αποδείχθηκε πολύ καλύτερη από αυτή που είχε συνηθίσει στην Ελλάδα. «Εδώ πέρα, και 400 ευρώ να παίρνεις σύνταξη, είσαι ο καλύτερος. Με 1 ευρώ πίνεις δύο καφέδες. Για ενοίκιο πληρώνω 150 λέβα, δηλαδή 75 ευρώ. Πληρώνω, δηλαδή, τους λογαριασμούς και βάζω και λεφτά στην άκρη. Με 5 λέβα πας στο γιατρό, ενώ αν έρθει στο σπίτι πληρώνεις 10 λέβα», συμπληρώνει, τονίζοντας πως δεν έχει μετανιώσει ούτε στιγμή για την απόφασή του. «Επαιξε ρόλο και η γυναίκα μου, βέβαια» μας λέει, και δείχνει με νόημα τη σύντροφό του που κάθεται δίπλα.
Στις Σέρρες επιστρέφει μόνο κάθε 23 του μήνα -ημέρα κατά την οποία καταβάλλεται η σύνταξή του. «Τελευταία φορά που κατέβηκα με πλησίασε πολύς κόσμος, φίλοι και γνωστοί που είχαν μάθει για την απόφασή μου να μείνω μόνιμα στη Βουλγαρία. Μου είπαν ότι θα τα μαζέψουν κι αυτοί για να έρθουν εδώ. Αλλιώς δεν γίνεται. Σήμερα η ζωή για τους συνταξιούχους είναι ένα δράμα και τα χειρότερα βρίσκονται μπροστά μας, αφού ακούγεται ότι θα κόψουν από παντού», αναφέρει και συνεχίζει τον καφέ του.
Στην απέναντι καφετέρια, ο 68χρονος Γιώργος Στάθης μιλάει βιαστικά στο κινητό του και με μία κίνηση του χεριού μας προσκαλεί να καθίσουμε στο τραπέζι του. Οι επιχειρήσεις του τον έφεραν στη Βουλγαρία πριν από 20 χρόνια. Το χαμηλό κόστος ζωής και το καλό κλίμα τον έχουν κρατήσει όλα αυτά τα χρόνια και ακόμη και τώρα που βγήκε στη σύνταξη δεν σκέφτεται καθόλου το ενδεχόμενο να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του, τη Δράμα.
«Τα φτηνά μεροκάματα και το χαμηλό λειτουργικό κόστος αποτέλεσαν ισχυρό οικονομικό κίνητρο για δεκάδες επιχειρήσεις οι οποίες μετανάστευσαν εδώ. Ο μέσος μισθός για έναν εργάτη είναι περίπου 110 ευρώ και ο ανώτερος 350 ευρώ. Για το Βούλγαρο η ζωή είναι δύσκολη, αλλά ο Ελληνας συνταξιούχος μπορεί να ζήσει πολύ καλά», αναφέρει. Επισκέπτεται συχνά τα παιδιά του στην Αθήνα, αλλά όπως παραδέχεται δεν μπορεί να μείνει πολλές ημέρες. «Εξάλλου, παίζει ρόλο και η οικονομική κατάσταση. Εδώ βγαίνουμε έξω πέντε άτομα και δεν πληρώνουμε πάνω από πέντε ευρώ. Το ενοίκιό μου για ένα πεντάρι σπίτι είναι 120 ευρώ, ενώ για το ίδιο στην Αθήνα θα χρειαζόμουν περισσότερα από 700 ευρώ. Οι διαφορές είναι πολλές και αφορούν κυρίως στο κόστος ζωής. Αν δεν αλλάξει κάτι σύντομα στην Ελλάδα, φοβάμαι ότι θα αυξηθεί η ροή του κόσμου προς τη Βουλγαρία», σημειώνει.
Οι 70 του Σαντάνσκι
Στα χνάρια του κ. Μίγκα και του κ. Στάθη εκτιμάται ότι έχουν βαδίσει τα τελευταία χρόνια περίπου 70 χαμηλοσυνταξιούχοι από χωριά των Σερρών, του Κιλκίς, της Δράμας, της Καβάλας και άλλων πόλεων της Βόρειας Ελλάδας. Μερικοί από αυτούς γνωρίζονται μεταξύ τους, κάνουν παρέα, βγαίνουν για καφέ -των 0,50 ευρώ- στον κεντρικό πεζόδρομο και συζητάνε για την κρίση, τις περικοπές, τις απολύσεις, τα «λουκέτα». Ολα αυτά, βέβαια, σε θεωρητικό επίπεδο, αφού η κρίση δεν τους αγγίζει ούτε στο ελάχιστο.
Το χαμηλό κόστος ζωής σε συνδυασμό με το ευεργετικό κλίμα και τις πηγές ιαματικών νερών, εξάλλου, έχουν προσελκύσει και μεγάλο αριθμό συνταξιούχων από το εξωτερικό. Στη Σόφια, το Μπάνσκο και τη Φιλιππούπολη αρκετοί Γάλλοι, Ρώσοι και Αγγλοι διατηρούν μόνιμες κατοικίες, ενώ δεν είναι και λίγοι όσοι επενδύουν στη γειτονική χώρα ανοίγοντας νέες επιχειρήσεις ή μεταφέροντας τις ήδη υπάρχουσες δικές τους.
Μεμονωμένα περιστατικά
Μεμονωμένο χαρακτηρίζει πάντως ο νομάρχης Σερρών, Στέφανος Φωτιάδης, το φαινόμενο της μετανάστευσης συνταξιούχων προς τη γειτονική χώρα σε αναζήτηση μίας φτηνότερης ζωής. «Δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι έχουμε να κάνουμε για μία γενικευμένη τάση. Εμπειρικά έχουμε διαπιστώσει ότι πρόκειται για μερικούς μοναχικούς ανθρώπους, οι οποίοι συνήθως δεν έχουν κάποια δική τους περιουσία στο χωριό κι έτσι στρέφονται στη Βουλγαρία», εξηγεί.
Δημοσιεύτηκε: Κυριακή, 18 Ιουλίου 2010 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.