Δεν ξεκαθαρίζει η «ταυτότητα» της Νέας Δημοκρατίας, ξεκαθαρίζει ίσως, ωστόσο, η ατζέντα της. Δεν θα είναι πια τόσο στο προσκήνιο μια λαϊκιστική Δεξιά που θόλωνε τη σκληρή νεοφιλελεύθερη γραμμή με λαϊκιστική ρητορική, που ούτε ο Αντώνης Σαμαράς θα μπορούσε να είχε απαρνηθεί ούτε, βεβαίως, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Κι εδώ είναι που φαίνεται πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ο μόνος κερδισμένος...
Ο γόνος ενός από τα δυο μεγάλα πολιτικά τζάκια της δεξιάς παράταξης βρίσκεται πλέον στο τιμόνι της Νέας Δημοκρατίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τον ευνοούμενο του άλλου τζακιού, τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, μολονότι είχε ξεκινήσει από μειονεκτική θέση. Ο Β. Μεϊμαράκης φαίνεται πως δεν κατάφερε να ξεπλύνει την κηλίδα του «μεταβατικού», παρότι είχε την απόλυτη στήριξη του –κατά πολλούς φυσικού «ιδιοκτήτη» της δεξιάς παράταξης– Κώστα Καραμανλή.
Η νικη του Κυριάκου μπορεί να φέρνει στον νου αβίαστα τη γνωστή ρήση πως η ιστορία επαναλαμβάνεται τη δεύτερη φορά ως φάρσα, όμως δεν είναι στην ουσία της καθόλου αστεία υπόθεση.
Πάνω και πριν από όλα, σημαίνει πως η δεξιά παράταξη αποκτά έναν απροκάλυπτα νεοφιλελεύθερο αρχηγό,
κάποιον που έχει λιγότερο από οποιονδήποτε άλλον προσπαθήσει να θολώσει τις πολιτικές της τελευταίας εξαετίας αλλά που, αντίθετα, τις έχει υπερασπιστεί ως το πραγματικό, «μεταρρυθμιστικό» ζητούμενο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι νεοφιλελεύθερος με την απολύτως συγκεκριμένη έννοια: οραματίζεται ένα κράτος πανίσχυρο στο να καταστέλλει την αντίδραση απέναντι στη μεταφορά της πολιτικής διαδικασίας σε υπερεθνικούς, εξωδημοκρατικούς θεσμούς· στο να αποσυνθέτει τις παραδόσεις ελέγχου της φιλελεύθερης δημοκρατίας των τελευταίων δεκατιών και να διαβρώνει την έννοια της δημοκρατικής και λαϊκής κυριαρχίας· στο να παρεμβαίνει βίαια στο κοινωνικό σώμα προκειμένου να διασφαλίζει την αυτονομία και την πολιτική κυριαρχία των «αγορών». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας ιεραπόστολος της πολιτικής που έχει εδραιωθεί στη σημερινή Ευρώπη.
Δεν πρέπει, βέβαια, να κάνουμε το λάθος να πιστέψουμε πως η νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη σημαίνει πως νίκησαν οι αυτοκατανοούμενες ως «μεταρρυθμιστικές» δυνάμεις, η πολυπροβεβλημένη από τα ΜΜΕ ελίτ, η οποία τα τελευταία χρόνια στήνει μανιωδώς συμπράξεις και κομματίδια –από την αλήστου μνήμης «Ελιά» ως το παραπαίον Ποτάμι– υπό το πρόσχημα ενός ψευδεπίγραφου «εκσυγχρονισμού» που άλλοτε καλείται «φιλελεύθερος» κι άλλοτε «κεντρώος», κάποτε και «κεντροαριστερός». Όλοι αυτοί οι υπέρμαχοι της «μνημονιακής συναίνεσης», όσο κι αν στήριξαν τον Κ. Μητσοτάκη κι όσο κι αν κυριαρχούν στα ΜΜΕ, δεν του χάρισαν τη νίκη. Τη νίκη του τη χάρισε η ακροδεξιά μερίδα της Νέας Δημοκρατίας, η υποστήριξη του Αντώνη Σαμαρά και του Άδωνι Γεωργιάδη και ο μηχανισμός του Απόστολου Τζιτζικώστα.
Δεν ξεκαθαρίζει, λοιπόν, η «ταυτότητα» της Νέας Δημοκρατίας. Ξεκαθαρίζει ίσως, ωστόσο, η ατζέντα της – τουλάχιστον η δημόσια. Δεν θα είναι πια τόσο στο προσκήνιο μια λαϊκιστική Δεξιά που, λίγο από πεποίθηση και λίγο από υπολογισμό, θόλωνε τη σκληρή νεοφιλελεύθερη γραμμή με λαϊκιστική ρητορική –χρησιμοποιούμε τον όρο με την ακριβή του έννοια– που ούτε ο Αντώνης Σαμαράς θα μπορούσε να είχε απαρνηθεί ούτε, βεβαίως, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Κι εδώ είναι που φαίνεται πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι σήμερα ο μόνος κερδισμένος…
Ας πούμε, όμως, πρώτα για τους χαμένους.
Το περίφημο «καραμανλικό μπλοκ» έχασε. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ο ρόλος του τελειώνει εδώ – η ηγεμονία του Κυριάκου Μητσοτάκη προβλέπεται μάλλον επισφαλής, όπως άλλωστε και καθενός σ’ αυτό το κόμμα που το επίθετό του δεν ήταν «Καραμανλής». Από αυτή την άποψη, όσο κι αν η ΝΔ ενδέχεται να εμφανίσει μια πιο συγκροτημένη ατζέντα στον κεντρικό δημόσιο λόγο της, στα παρασκήνια οι μάχες θα μαίνονται – σιωπηρά και μοχθηρά.
Τούτου δοθέντος, οι αποκαλύψεις του τελευταίου διαστήματος για τις σχέσεις του Κώστα Καραμανλή με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα φαίνεται πως έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση των εκλογών της ΝΔ.
Η ύπαρξη συνομιλιών και παρασκηνιακών διαβουλεύσεων ανάμεσα στον Κώστα Καραμανλή και τον σημερινό πρωθυπουργό, τόσο για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου όσο και για την ψήφιση του 3ου μνημονίου φαίνεται ότι καταδικάστηκε από τους δεξιούς ψηφοφόρους.
Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη αφήνει αρκετά ανοιχτά ερωτήματα:
Ποια συμφέροντα θα θιγούν από την επικράτηση Μητσοτάκη;
Ποια ευνοούνται;
Και πώς θα αντιδράσουν εκείνα τα επιχειρηματικά συμφέροντα που είχαν ποντάρει στη «συνεννόηση» Τσίπρα – Καραμανλή, μέσω της επικράτησης Μεϊμαράκη;
Αυτό για το οποίο κύκλοι της ΝΔ εμφανίζονται βέβαιοι, πάντως, είναι πως η εκλογή του Κυριάκου Μητσότακη θα αλλάξει το συγκεκριμένο σκηνικό και τις σχέσεις που άρχισαν να οικοδομούνται με την κυβέρνηση Τσίπρα. Την ίδια στιγμή, παρότι είναι σαφές ότι οι ψηφοφόροι της ΝΔ τον επέλεξαν σε μεγάλο βαθμό αναζητώντας, μετά από δύο διαδοχικές εκλογικές ήττες, έναν (νέο, άφθαρτο κτλ – για τα δεξιά μέτρα, πάντα) «αντι-Τσίπρα», το ενδιαφέρον ερώτημα που προκύπτει είναι τι είδους αντιπολίτευση θα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως υπουργός πήρε τα εύσημα της τρόικας, ήδη φέρει τον τίτλο του εκλεκτού του Βερολίνου και των δανειστών. Έχει ψηφίσει το δεύτερο και το τρίτο μνημόνιο. Ως υπουργός της κυβέρνησης Σαμαρά απέλυσε δημοσίους υπαλλήλους και εφάρμοσε σκληρές μνημονιακές πολιτικές.
Μόνο που τώρα απέναντί του δεν έχει τον ΣΥΡΙΖΑ της αντιπολίτευσης αλλά έχει να αντιπολιτευτεί τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ που έφερε, ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο. Πώς θα σταθεί λοιπόν απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές της κυβέρνησης Τσίπρα, όταν υπήρξε ο ίδιος υπέρμαχος των ίδιων πολιτικών; Πώς θα τοποθετηθεί, λόγου χάρη, για το ασφαλιστικό που φέρνει η κυβέρνηση;
Σε έναν βαθμό, ίσως, ενδεικτικές είναι οι δηλώσεις του, τόσο χθες όσο και σήμερα κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής, περί «λαϊκισμού».
Κι εδώ είναι, μάλλον, το πιο ενδιαφέρον σημείο: ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να χρησιμοποίησε προς όφελός του τη συνεργασία με το καραμανλικό στρατόπεδο, κατέβαλε όμως ένα τίμημα – τη δημόσια συμπόρευσή του με τη Δεξιά.
Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη του δίνει τώρα την ευκαιρία να βρεθεί αντιμέτωπος ξανά με μια ρητορική που θα τον κατηγορεί ως «λαϊκιστή» και θα τον διευκολύνει να διαφοροποιείται, έστω και προσχηματικά, από τις –πολύ χειρότερες, θα λέει η «γραμμή»– νεοφιλελεύθερες πολιτικές που θα εφαρμόσει η ΝΔ αν ξαναπάρει την εξουσία.
Η σαθρή, ως τώρα, επικοινωνιακή διχοτόμηση που επεδίωκε ο ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στους άλλους, που εφαρμόζουν μνημονιακές πολιτικές επειδή τις πιστεύουν, και στον εαυτό του, που τις εφαρμόζει αναγκαστικά αλλά θρηνώντας και παραμένοντας Αριστερά, έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει νέα πνοή χάρη σε μια αντιπολίτευση που θα φωτίσει ξανά τον Τσίπρα με αντιμνημονιακό, φιλολαϊκό φως.
Με αυτή την έννοια –και κατά παράδοξο τρόπο– χθες δεν κέρδισε μόνον ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Κέρδισε και ο Αλέξης Τσίπρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.