Κάποτε πέθανε ένας σοφός Ινδός σε μία πόλη που βασίλευε ένας άπληστος μαχαραγιάς που τυραννούσε τη πόλη.
Μαζί με τη διαθήκη του ο σοφός Ινδός είχε αφήσει ένα κλειδί. Και έγραφε: «έχω κλείσει όλη μου την περιουσία μέσα στο χρηματοκιβώτιο του γραφείου μου. ‘Ότι υπάρχει μέσα σ’αυτό, το παραχωρώ, στον πιο ...ευτυχισμένο άνθρωπο του κόσμου. Ας πάρει το κλειδί για να το ανοίξει.»
Αμέσως μετά το θάνατό του, η υπόθεση έφτασε στο μαχαραγιά που ήταν και ο ανώτερος δικαστής για να αποφασίσει ποιος θα πάρει το κλειδί, Στο παλάτι χιλιάδες άνθρωποι έτρεξαν, για να διαβεβαιώσουν ότι ήταν οι πιο ευτυχισμένοι στον κόσμο και ότι δικαιωματικά τους ανήκε ο θησαυρός.
Δεν έλειψαν οι διαπληκτισμοί, οι φωνές και οι φασαρίες, για το ποιος ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος.
Ο άπληστος μαχαραγιάς, τότε δήλωσε πως φυσικά αυτός ο ίδιος ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος και άρα ο θησαυρός ανήκε σ’αυτόν.
Παρατάει τα πάντα και τρέχοντας όσο πιο γρήγορα μπορεί, φτάνει στο γραφείο του Ινδού, ανοίγει το χρηματοκιβώτιο και τι να δει…. Αντί για τον πολυπόθητο θησαυρό, υπήρχαν μερικά χαλίκια και ένα σημείωμα που έγραφε:
«Φίλε μου μαχαραγιά, Αν ήσουν πραγματικά ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου, δεν θα είχες ανάγκη από τα χρήματά μου...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.