# #

11 Σεπ 2010

Ο ΠΑΠΑΣ ΚΑΙ Η... ΚΑΚΟΜΟΥΤΣΟΥΝΗ

Ο ΕΡΡΙΚΟΣ, 
Ο ΠΑΠΑΣ
ΚΑΙ Η...
ΚΑΚΟΜΟΥΤΣΟΥΝΗ

Η πρώτος γάμος τού Ερρίκου Η΄ τής Αγγλίας
σε περιγραφή... Νίκου Τσιφόρου

  Κείνη την εποχή, που πέθαινε πιά ο Μεσαίωνας κι άρχιζε η Αναγέννηση, έξω από λίγους συγγραφείς και λίγους ποιητές «ελεύθερους», όλοι οι άλλοι γράφανε και ήτανε προσηλωμένοι στο «θρησκευτικό θέμα». Κι αυτό, γιατί το παπαδαριό, που δεν έκανε και καμμιάν άλλη δουλειά, κράταγε τις βιβλιοθήκες, τα βιβλία, τα πάντα κι έδινε τροφή στον κόσμο, όπως την ήθελε και όπως το συνέφερε τούτο το ίδιο το παπαδαριό.

     Όλοι αυτοί οι ιερωμένοι, καθολικοί και φανατικοί, παίρνανε γραμμή κι ακολουθούσανε τις εντολές και την πολιτική τής Ρώμης και τού Πάπα. Συνέχεια πηγαινοερχόντουσαν άνθρωποι τού Αγίου Πατρός, φέρνανε διαταγές και οδηγίες και αλωνίζανε κατά βούληση και κατά το συμφέρον τους.

     Ο τόπος ήτανε πλούσιος και, φυσικά, όσο καλύτερα τους κράταγε ο Πάπας στα χέρια του, τόσο καλύτερα μάσαγε αυτός και η κλίκα του. Έτσι, λοιπόν, είχανε τα πράγματα, κι αν τολμούσε κανείς να μιλήσει, είχανε βρεί το φάρμακο. Τον λέγανε «αιρετικό», τον περνάγανε από δίκη, τον καίγανε, κι άμα γινότανε σπληνάντερο, ησυχάζανε κι αυτοί, ησυχάζανε κι οι άλλοι, που θέλανε να τα πούνε κι αυτοί, και ούτε γάτα ούτε ζημιά.
   Αθλητής ήτανε ο Ερρίκος κι όλα όσα είχε διαβάσει ήτανε κάτι θρησκευτικά βιβλία. Δεκαοχτώ χρονών παιδαρέλι ήτανε, όταν ανέβηκε στο θρόνο. Από μυαλό όχι και πολύ, παρόλο που αγαπούσε τα γράμματα κι έγραφε και ποιήματα. Έπαιζε, λέει, και λαγούτο. Στα σπορ, όμως, δεν του ΄βγαινε κανείς. Καβαλάρης, τοξότης, τενίστας, απ΄ όλα. Ακόμα και παλαιστής. Τόσο καλός, λέει, ήτανε στην ιππασία, που σε μια μέρα μονάχα κατάφερε να σκάσει οχτώ άλογα...
    Τον καμαρώνανε, λοιπόν, οι υπήκοοί του.
   
    - Ρε, τι λεβένταρο έχουμε μεις...
 
                                                                                                  O Eρρίκος
*     *     *
     Πέρασε καμπόσος καιρός και ο βασιλιάς σκέφτηκε να παντρευτεί. Είχε ένα αδερφό, τον Αρθούρο, κι ο αδερφός του ο Αρθούρος πέθανε κι άφησε χήρα τη γυναίκα του, την Αικατερίνη τής Αραγόνας, που ήτανε κόρη τού βασιλιά της Ισπανίας. Του είπανε, λοιπόν, οι σύμβουλοι.
     - Δεν την παίρνετε τη χηρούλα;
     - Τού αδερφού μου;
     - Να ΄μαστε πάλι με το βασιλιά της Ισπανίας το ένα μας.
     - Ναι, ρε παιδιά, αλλά είναι κακομούτσουνη.
     - Τι σημασία έχει;
     - Δε μ΄ αρέσει ντιπ.
     - Τι θα πει αυτό;
     - Βεβαία. Εσείς τι, ανάγκη έχετε; Εγώ θα βρω τον μπελά μου μαζί της. Εσείς θα κοροϊδεύετε.
 
     Επειδή, όμως, κι ήτανε στη μέση «πολιτική σκοπιμότης» που λένε, το αποφάσισε. Μόλις τ΄ αποφάσισε ο βασιλιάς, μπήκανε στη μέση οι καθολικοί παπάδες.

     - Δεν επιτρέπεται.
     - Γιατί;
     - Τ΄ απαγορεύει ο Πάπας. Δεν επιτρέπει να παντρευτείτε την κουνιάδα σας.
     - Και τι τον νοιάζει τον Πάπα;
     - Έτσι είναι. Τα πάντα ο Πάπας.

Ο                   Ο Πάπας
 
  Ελαφρώς βλαστήμησε ο Ερρίκος κι έστειλε έναν δικό του στη Ρώμη.
     - Μας δίνετε την άδεια;
     Ο Πάπας, που έβλεπε να βράζει όλη η Αγγλία εναντίον του, σου λέει: «Τι να κάνω τώρα; Να πάω κόντρα;» Και έκανε ένα κόλπο μυστήριο και πονηρό. Τότε, Οι παρθένες αφήνανε τα μαλλιά τους πλεξούδες και οι παντρεμένες τα δένανε κότσο. Βρήκανε, λοιπόν, καμπόσους ψευδομάρτυρες, τους πλήρωσε ο ίδιος ο Πάπας, και είπανε όλοι:     
     - Η Αικατερίνη και που παντρεύτηκε είχε τα μαλλιά της πλεξούδες σαν παρθένα.
     - Λοιπόν; Ρώταγε δήθεν κατάπληκτος ο Πάπας, που μόνος του την είχε στήσει τη μηχανή.
     - Ο άντρας της ήτανε άρρωστος.
     - Δηλαδή;
     - Αυτό θα πει ότι, επειδή ήτανε άρρωστος, δεν την άγγιξε, γι΄ αυτό είχε πλεξούδες. Καταλάβατε, άγιε Πάτερ;
     - Τι λες, βρε παιδί μου; Έκανε ο ματσαράγκας ο Πάπας. Αμ΄ βέβαια. Φως φανάρι. Δηλαδή, γάμος δεν είχε γίνει... Έτσι, τις κουμπάρες παίζανε τα παιδιά.
     - Μάλιστα, Πάπα μας...
     - Τότε να την πάρει ο αδερφός τού πεθαμένου.
     - Σοφός είσαστε, άγιε Πάτερ μας.,
     - Αμ, τι τα φοράμε τόσα μέταλλα απάνω μας;


   Και δώσανε την άδεια και την πήρε ο ερίφης ο Ερρίκος. Αλλά παιδαρέλι ήτανε, δε σκοτιζότανε και πολύ να διοικήσει. Είχε έναν υπουργό, που τον λέγανε Γουόσλεϋ, κι αυτός κανόνιζε τα πάντα. Μάλιστα, ρωτήσανε και τον Πάπα:
     - Να τον κάνουμε καγκελάριο;
     - Και δεν τον κάνετε; Τι με νοιάζει μένα;
     Ο Γουόσλεϋ ήτανε εγωιστής, κακομαθη- μένος, γιος χασάπη, Το ΄χε καβαλήσει το καλάμι, που τον κάνανε καγκελάριο. Κι επειδή ο καγκελάριος, ο πρωθυπουργός να πούμε, έπρεπε να ΄ναι και επίσκοπος, έγινε με τον Πάπα επίσκοπος, αλλά ζούσε βασιλικά.
 
Η                                                                                        Η κακομούτσουνη
*     *     *
    O Γουόσλεϋ είχε τετρακόσους υπηρέτες, δεκάξι παπάδες, έφτιασε δική του εκκλησία, που αργότερα την είπανε, και τη λένε ακόμα, Κριστ Τσερτς, έβαλε χέρι στα μοναστήρια, τους έπαιρνε τον πλούτο κι έκανε ό,τι ήθελε. Όταν έγινε πια πανίσχυρος, τα ΄βαλε και με τον ίδιο τον Πάπα και δεν άκουγε τίποτα. Όταν ο Πάπας τα ΄μαθε, αντί να θυμώσει επειδή και δεν τον συνέφερε, έκανε κάτι έξυπνο, τον ανακήρυξε υπερασπιστή τής πίστεως...

                                                                                    Νίκος Τσιφόρος

     [ Απόσπασμα από το βιβλίο:
      «Ιστορία τής Αγγλίας».]
http://www.freeinquiry.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.