Μια ιστορία βγαλμένη από αρχαία τραγωδία εκτυλίχθηκε στο έκτακτο στρατοδικείο Χαλκίδας από τις 15 Μαρτίου έως τις 5 Απριλίου 1949 με πρωταγωνιστές μια θαρραλέα, εικοσάχρονη Επονίτισσα και τον 46χρονο δηλωσία πατέρα της..
Τέτοιες μέρες στα 1949, λίγο πριν ανατείλει ο εικοστός πρώτος Μάιος της ζωής της, η Αλίκη Τσουκαλά στέκει αγέρωχη μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, διδάσκοντας αξιοπρέπεια μια καθημαγμένη χώρα στην οποία παίζεται ένα μακάβριο θέατρο του παραλόγου.
Εγγλέζοι και Αμερικανοί στηρίζουν την κυριαρχία τους στις δυνάμεις που τάχθηκαν στο πλευρό του Αξονα, τους δωσίλογους, τους ταγματασφαλίτες, τους γερμανοτσολιάδες. Οσοι αντιστάθηκαν, πολεμώντας τον κατακτητή στα βουνά και τις πόλεις, αποκαλούνται «αντεθνικά στοιχεία», «επικίνδυνοι συμμορίτες», «αιμοδιψείς κομμουνιστές» και κυνηγιούνται ανελέητα.
Μόνη η Ελλάδα,
απ’ όλα τα κράτη που εμπλέκονται στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, βιώνει αυτήν την εξευτελιστική διαστροφή.
«Αποβαίνει επιβλαβής διά την πατρίδα και καταδικάζεται δις εις θάνατον» είναι η ετυμηγορία του έκτακτου στρατοδικείου στο οποίο σύρεται σιδηροδέσμια η Αλίκη, σε κακό χάλι από τα βασανιστήρια μα με το κεφάλι ψηλά, κατηγορούμενη για «κατάλυσιν του πολιτεύματος συμφώνως τω νόμω 509».
Από το πιάνο στην Αντίσταση
Γεννιέται στις 26 Μαΐου 1928. Παιδί του Μεσοπολέμου, εκδηλώνει μικρή καλλιτεχνικές ανησυχίες. Λατρεύει τη μουσική και ασχολείται με το πιάνο. Επηρεασμένη από τον ευρυτανικής καταγωγής, αριστερό διανοούμενο και ποιητή πατέρα της, μελετά και γράφει λογοτεχνία.
Εφηβη ακόμη στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής εντάσσεται στην ΕΠΟΝ και συμμετέχει σε όλες τις μάχες εναντίον των Γερμανών στην Αθήνα.
Τον σύντομο βίο της φωτίζει η ιστοσελίδα «Ευρυτάνας Ιχνηλάτης» (http://eyrytixn.blogspot.gr), όπου διαβάζουμε: «Η Αλίκη ήταν ένα πανέξυπνο, όμορφο και γεμάτο ζωή κορίτσι. Τρυφερή, με σπάνιες ευαισθησίες. Υπόδειγμα αγωνίστριας. [...] Κυνηγημένη την περίοδο του Εμφυλίου συνεχίζει τη δράση της αποσπώντας το θαυμασμό και την εκτίμηση των συντρόφων της για την ανιδιοτελή προσήλωση στο κίνημα, μα και για τη συγκινητική της τόλμη».
Συλλαμβάνεται τον Μάρτιο του 1949 στη Χαλκίδα. Της αποδίδεται σύσταση ανατρεπτικής ομάδας. Μαζί της, ο πατέρας της Γιώργος Τσουκαλάς και οι Τάκης Φίτσος, Γιάννης Χάνος, Δημήτρης Βουραζόπουλος, Γιάννης Χριστοφορίδης, Κατερίνα Μελεμενή, Ευανθία Πατσαλή και Μαρία Λαφαζάνη. Ο βετεράνος κομμουνιστής, δημοσιογράφος και λογοτέχνης Τάκης Φίτσος υπήρξε επιστήθιος φίλος και πολύτιμος συνεργάτης του Αρη Βελουχιώτη, ενώ ο Γιάννης Χριστοφορίδης φυγαδεύει με το καΐκι του διωκόμενους αντάρτες. Μετά τον χαμό του η γυναίκα του και μάνα των δύο παιδιών του αυτοκτονεί πέφτοντας στον Ευβοϊκό.
Ο Γιώργος Τσουκαλάς υπογράφει δήλωση μετανοίας. Κυκλοφορεί με την Αγία Γραφή υπό μάλης στο δικαστήριο, βομβαρδίζοντας την έδρα με ακατάληπτες κουβέντες, πιστεύοντας ότι έτσι θα σώσει τον εαυτό του και την κόρη του. Αντιθέτως, η Αλίκη «επιλέγει τη στάση της τιμής και της υπερηφάνειας. Δεν δέχεται να διαχωριστεί από τους συντρόφους της, αρνείται να καταδώσει και δεν αποκηρύσσει τα πιστεύω της», γράφει ο Ευρυτάνας Ιχνηλάτης. «Η γενναία απολογία της καθηλώνει ακόμα και τους στρατοδίκες. “Κάνε μας μίαν προφορικήν δήλωσιν αποκηρύξεως και είσαι ελεύθερη να συνεχίσεις τας σπουδάς σου” της λέει ο πρόεδρος Καρράς. Εκείνη την τραγική στιγμή που μια λέξη μόνο θα μπορούσε να πάρει την Αλίκη από την αγκαλιά του θανάτου και να την οδηγήσει ξανά στη ζωή, ο πατέρας της πέφτει γονατιστός στα πόδια της ζητώντας της να υπακούσει», σκηνή που παραπέμπει αναντίρρητα σε αρχαία τραγωδία.
Οι στίχοι της Ρίτας Μπούμη
Μπροστά στην κατάρρευση του ινδάλματός της και κοιτώντας θαρραλέα τους στρατοδίκες η εικοσάχρονη κοπέλα απαντά: «Μονάχα δήλωση ότι αποκηρύσσω τον πατέρα μου και όχι τις ιδέες μου, μπορώ να σας υπογράψω».
Εκτελέστηκε το χάραμα της 16ης Απριλίου 1949 στο νεκροταφείο του Αϊ-Γιάννη στη Χαλκίδα μαζί με τους συγκατηγορούμενούς της πλην του πατέρα της που αφέθηκε ελεύθερος για να ανεβεί τον δικό του Γολγοθά. Επίλογος σε τούτη την άσκηση μνήμης ένα απ’ τα ποιήματα που έγραψε γι’ αυτήν η Ρίτα Μπούμη-Παππά: «Πώς να πεισθούν όσοι πολύ μ’ αγάπησαν/ πως νίκησα πεθαίνοντας όλους μου τους εχθρούς/ πως εκυρίεψα τα φρούριά τους/ πως δεν φοβήθηκα τους κεραυνούς των ντουφεκιών/ πως χάρισα το πιο γλυκό χαμόγελο/ στα φανταράκια που με σημαδεύαν/ λίγο πιο έξω από τη Χαλκίδα;»
……………………………………………………………………………..
Η τραγική φιγούρα του Γιώργου Τσουκαλά
Ο Γιώργος Τσουκαλάς γεννιέται στον Προυσό Ευρυτανίας στα 1903. Πρόκειται για χαρισματικό όσο και ανήσυχο πνεύμα. Εγκαταλείπει νωρίς τη σιγουριά του Δημοσίου, για να αφιερωθεί στην ποίηση και τη δημοσιογραφία. Οταν η δικτατορία του Μεταξά κλείνει την εφημερίδα «Ανεξάρτητος» στην οποία εργάζεται, έχει ήδη εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές και μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές ήρωες του 1821. Ιδρύει τότε την πρώτη ιδιωτική «Δανειστική Βιβλιοθήκη» στην οδό Φιλελλήνων 25, η οποία σύντομα μετατρέπεται σε στέκι διανοούμενων της Αριστεράς. Μεγάλος γλεντζές και μποέμ τύπος, ξενυχτά κάθε βράδυ με τον κολλητό του Κώστα Βάρναλη στα αθηναϊκά κουτούκια. Πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του διασώζει ο κριτικός τέχνης Μιχάλης Σταφυλάς. Την περίοδο της Κατοχής συνδέεται με την Αντίσταση δίπλα σε επώνυμους αγωνιστές.
«Μετά την εκτέλεση της Αλίκης αφήνεται ελεύθερος. Είναι όμως ηθικά νεκρός» επισημαίνεται στον Ευρυτάνα Ιχνηλάτη. «Μια τραγική μορφή που βιώνει στο έπακρο όχι μονάχα τη βαθιά οδύνη του πατέρα που χάνει κατ’ αυτό τον τρόπο το παιδί του, αλλά πολύ περισσότερο τις τύψεις και την ενοχή λόγω του γεγονότος ότι εκείνος δειλιάζει μπροστά στο θάνατο και επιζεί ενώ η αγαπημένη του κόρη στέκεται ακλόνητη και χάνεται».
Ζει σε ένα υπόγειο, γωνία Σοφοκλέους και Αριστείδου, περιφρονημένος λόγω της στάσης του ακόμη και από τη γυναίκα του και τα παιδιά του, απομονωμένος απ’ τους αλλοτινούς συναγωνιστές και τους κύκλους της διανόησης. Ξαναπαντρεύεται κάποτε, εντούτοις δεν ξεπερνά ποτέ το προσωπικό του δράμα. Τυφλός, ημίτρελος και ξεχασμένος πεθαίνει σε αθηναϊκό γηροκομείο στα 1975, ακριβώς την ίδια μέρα με τον παλιό του φίλο Κώστα Βάρναλη.
Το 1960 εκδίδει τη συλλογή «Αλίκη» με ποιήματα αφιερωμένα στη μνήμη της κόρης του, που συγκλονίζουν για τον βαθύ σπαραγμό τους. «Είναι γραμμένα με το αίμα της καρδιάς μου. Κάθε λέξη τους τη συνόδευε ποταμός δακρύων. Πλήγωνα το στήθος μου με την πένα» έλεγε στον Μιχάλη Σταφυλά.
πηγη
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.