# #

19 Ιαν 2011

Η oλέθρια δράση των επιγόνων των Κοτσαμπάσηδων....


ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΦΙΛΟΥΣ
ΑΝΘΕΝΩΤΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ
ΣΤΟΥΣ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥΣ 
ΡΩΜΗΟΥΣ «ΜΑΝΑΤΖΕΡΣ»

  Τα τελευταία χρόνια οι νεοελληνικές κυβερνήσεις, μέσω ειδικά διορισμένων πολιτικάντηδων / «μάνατζερς», προσπαθούν περισσότερο από ποτέ να προσελκύσουν το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών (δηλ. να βγάλουν σε δημοπρασία τη χώρα). Θυμίζουν τους παρακμασμένους βυζαντινούς φεουδάρχες και την Oρθόδοξη Eκκλησία, που υποδέχτηκαν / προκάλεσαν την οθωμανική κατάκτηση, για να μην τούς καταβροχθίσει  το ανερχόμενο δυτικοευρωπαϊκό εμπόριο και βιομηχανία, αλλά και η δυτικοευρωπαϊκή πολιτισμική Αναγέννηση. Οι Τούρκοι φυσικά τούς αντάμειψαν με προνόμια που δεν είχαν ούτε επί Bυζαντινής Aυτοκρατορίας: η Oρθόδοξη  Eκκλησία, για την αντίστασή της στην θρησκευτική ένωση με το Βατικανό, αναγορεύτηκε σε… εθνάρχη του υπότουρκου έθνους (με όλα τα οικονομικά οφέλη που αυτό σημαίνει), ενώ οι βυζαντινοί φεουδάρχες μετεξελίχθηκαν πρόθυμα και ταχύτατα στην τάξη των φοροεισπρακτόρων των Τούρκων (οι γνωστοί κοτσαμπασήδες, ή οι «βρωμεροί και χυδαιότατοι», όπως τούς αποκαλούσε το 1806 ο Ανώνυμος της «Ελληνικής Νομαρχίας»).(1)

     Σήμερα, τα άχρηστα και αρπακτικά παράσιτα -απόγονοι των κοτσαμπασήδων της Tουρκοκρατίας- που αυτοαποκαλούνται με θράσος «παραγωγικές τάξεις» (λες και δεν είναι παραγωγικές οι δουλειές του γιατρού, του δάσκαλου, του αγρότη, ή ακόμη και της αποκομιδής και βιολογικής επεξεργασίας των  αποριμμάτων), έχοντας ξεπεραστεί για άλλη μια φορά  από τον δυτικό καπιταλισμό,  κατεβάζουν τη κυλότα της χώρας και επιδεικνύουν την -επενδυτική- παρθενία της (μετά, εννοείται, από πολλές «επενδυτικές» παρθενορραφές). 

     Δηλαδή αυτοί οι ίδιοι που, όπως θα δούμε, στέρεψαν και ρήμαξαν κάθε πόρο αυτής της χώρας, αυτοί που τόσα χρόνια ροκάνιζαν το δέντρο, που πάνω του παρασιτοζωούσαν, τώρα αναζητούν, με θρασύτατη κουτοπονηριά, τήν σωτηρία τους στους ξένους επενδυτές. Το ότι αυτή τη φορά οι «σωτήρες» αναζητώνται κυρίως στη Δύση και όχι στην Ανατολή, δεν οφείλεται φυσικά σε… «προοδευτική» στροφή τών δουλοπρεπών αυτών ζητιάνων αλλά, στον ιστορικώς διαπιστωμένο καιροσκοπισμό τους.


Η oλέθρια δράση των επιγόνων των Κοτσαμπάσηδων
  Τι ελπίζουν τα εν λόγω παράσιτα; Μα ό,τι και οι επί «Βυζαντίου» φιλότουρκοι προπαππούδες τους: να αποφύγουν το οικονομικό αδιέξοδο (στο οποίο τούς οδηγεί η ανικανότητά τους καθώς και το ότι αφαίμαξαν τη χώρα) και να συνεχίσουν να παρασιτοζωούν αρπάζοντας καμιά ευκαιρία, από αυτές που πιθανότατα θα προκύψουν  από το  επενδυτικό τραπέζωμα των ξένων. Επί εκατόν ογδόντα χρόνια «ελεύθερου» βίου αλλά, ειδικά τίς δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρίσταναν τους… μεγάλους «επιχειρηματίες», ενώ  λειτουργούσαν ανασχετικά σαν μεσάζοντες, κερδοσκόποι, «μιζαδόροι»,  και δεν επέτρεψαν να δημιουργηθεί μια σοβαρή εθνική οικονομία (δηλ. μια οικονομία παραγωγής).

     Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε σε όλους  τους κλάδους όχι μόνο του δημόσιου αλλά και του ιδιωτικού τομέα (μεθοδική υπονόμευση και ζημιοποίηση της δημόσιας ενέργειας και των δημοσίων μεταφορών και επικοινωνιών  και ανάθεσή τους «κοψοχρονιά» στα καραδοκούντα κοράκια του κάθε ιδιωτικού μικροσυμφέροντος, καταστροφή της δημόσιας υγείας και ανάθεσή της -ως εμπορίου πλέον- σε ιδιώτες «επενδυτές», καταστροφή της δημόσιας παιδείας και επίσης ανάθεσή της -ως παραπαιδείας πλέον- σε ιδιώτες «επενδυτές», στραγγαλισμός κάθε γνήσια δημιουργικής  επιχειρηματικής δραστηριότητας, αγροτικής, τεχνολογικής κ.ά. προς όφελος των δεινοσαύρων / νταβατζήδων τών εγχωρίων καρτέλ, αποπομπή / εξορία των ικανών, των ευφυών και των ταλαντούχων στην Εσπερία κλπ.).

     Ας επισημανθεί, ότι σε μια σειρά από χώρες τού μεγέθους της Ελλάδας (π.χ. στις Σκανδιναβικές), ο -ισχυρός- δημόσιος τομέας, χάρις στην μή κερδοσκοπική λειτουργία του και στις χαμηλές τιμές τών παρεχομένων αγαθών και υπηρεσιών του, αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη  για επενδύσεις και ανάπτυξη και για τη δημιουργία τού, ορθώς αποκαλούμενου, κοινωνικού κράτους.

     Σήμερα οι επίγονοι των κοτσαμπασήδων προσβλέπουν στους ξένους, για να ξαναγίνει η χώρα γόνιμη (ώστε να την ξαναλεηλατήσουν στο μέλλον). Ο στραγγαλισμός, από τους ντόπιους νεοκοτσαμπασήδες, κάθε απόπειρας κοινωνικώς επωφελούς ανάπτυξης (η οποία δεν θα έφερνε κατʼ ανάγκην σε σύγκρουση το ατομικό με το συλλογικό συμφέρον) είχε σαν ολέθριο αποτέλεσμα -μεταξύ άλλων- να ανασχεθεί η ανάδυση μιας αυθεντικής μεσαίας τάξης στην Ελλάδα. Δηλαδή μιας σχετικά ευκατάστατης, μορφωμένης και κοινωνικά συνειδητοποιημένης πλειοψηφίας, η οποία θα αποτελούσε την ραχοκοκκαλιά της κοινωνίας.
 
   
 Από τους φεουδάρχες του Βυζαντίου, στους τσιφλικάδες φοροεισπράκτορες της Τουρκοκρατίας (κοτσαμπάσηδες - αριστερή φωτογραφία) και στους μεταπράττες, που παριστάνουν τους επιχειρηματίες, οι αυτοαποκαλούμενες "παραγωγικές τάξεις" της Ελλάδας παραμένουν εδώ και 1.500 χρόνια το ίδιο αντιπαραγωγικές, παρασιτικές και, προπάντων, εχθροί κάθε πραγματικής προόδου σε αυτή τη χώρα. Αλλά και εχθροί της ίδιας της νεοελληνικής κοινωνίας.


     Η καθοριστική σημασία της μεσαίας τάξης για την κοινωνική συνοχή και την ευνομία είχε ήδη επισημανθεί από την αρχαία ελληνική πολιτική σκέψη: όπως λέει ο ουσιαστικός ιδρυτής της Αθήνας  Θησέας στις Ικέτιδες του Ευρυπίδη, «οι πλούσιοι δεν ωφελούν και γυρεύουν πάντα περισσότερα. Οι φτωχοί, που δεν έχουν καν το καθημερινό τους, φόβο φέρνουν, καθώς, ξεγελασμένοι από τον φθόνο και τους δημαγωγούς, βέλη ρίχνουν πικρά στους πλούσιους. Η μεσαία μερίδα από τις τρείς σώζει τις πόλεις, φυλάγοντας της πολιτείας τον νόμο» (στίχοι, 238-245).  Ας σημειωθεί ότι στην αρχαία Ελλάδα συνέβη για πρώτη φορά στην ιστορία η ανάδυση μιας μεσαίας τάξης. Κάτι, που αποτέλεσε την βασικότερη ίσως αιτία της δημιουργίας -επίσης για πρώτη φορά στην ιστορία- του Πολιτικού Ανθρώπου.

     Αυτό που δημιουργήθηκε τελικά στην μετεπαναστατική Ελλάδα είναι μιά σχεδόν μόνο κατʼ όνομα μεσαία τάξη, η οποία εδώ και εκατόν ογδόντα χρόνια «ελεύθερου» βίου, καταβάλλει μια συνεχή αγωνιώδη προσπάθεια για την απλή επιβίωσή της.

     Η νεοελληνική κοινωνία είναι ουσιαστικά μια νεοφεουδαρχική κοινωνία δύο τάξεων. Η επιδιωχθείσα έλλειψη πραγματικής μεσαίας τάξης έκανε πιο εύκολη την ανοχή, τον προσεταιρισμό και την εξάρτηση τού υπόλοιπου λαού από τη διαφθορά, η οποία χαρακτηρίζει ιστορικώς αυτούς που τόν εξουσιάζουν υλικά και πνευματικά: δηλ. τους παλαιότερους και νεώτερους κοτσαμπασήδες και την ορθόδοξη εκκλησία. 


Ψέμματα για εσωτερική κατανάλωση
  Αλλά οι ξένοι σωτήρες δεν φαίνονται. Γιατί άραγε;
     Mήπως γιατί, όπως μας λένε οι μάνατζερς, που παριστάνουν τους οικονομικούς υπουργούς του ρωμαίϊκου κρατιδίου, το κόστος της εργασίας στην Ελλάδα είναι… υψηλό; Ε, τότε να μειώσουμε οικειοθελώς οι εργαζόμενοι τα προκλητικά μεροκάματά μας(2) για να σωθεί η «πατρίδα». Μάλιστα πολλοί είμαστε τόσο… φιλοχρήματοι που κάνουμε δύο, ή τρεις δουλειές: ας συνεχίσουμε, λοιπόν, χαρίζοντας στο εξής τον μισθό της μιάς (τουλάχιστον), στην «πατρίδα». Ή να δουλέψουμε κι άλλες απλήρωτες υπερωρίες, ή κι άλλες μέρες μαύρης εργασίας (βλ. αγγαρείας), όπως κολλήγοι των μεσαιωνικών φεουδαρχιών.(3)
 
     Μήπως φταίει -πάλι- το εργατικό δυναμικό της χώρας, που με κάθε ευκαιρία καθυβρίζεται ως, δήθεν, ανεπαρκώς καταρτισμένο και μή παραγωγικό (σε αντίθεση με τους… υπερκαταρτισμένους και… παραγωγικότατους νεοέλληνες πολιτικάντηδες / μάνατζερς, που ποτέ στη ζωή τους δεν έχουν εργαστεί πραγματικά και που δεν θα τους προσλάμβανε κανένας εργοδότης, ούτε καν για να του σκουπίζουν την είσοδο του μαγαζιού του);

     Μήπως γιατί, όπως μας λένε,  φταίνε οι  άτιμοι οι συνδικαλιστές, που κατέστρεψαν π.χ. την «Ολυμπιακή» και τώρα πουλήθηκε σαν τρακαρισμένο αυτοκίνητο, για ανταλλακτικά; Και ποιοί τα λένε αυτά; Μήπως οι ίδιοι αυτοί πάλαι ποτέ συνδικαλιστές, που τώρα ενδεχομένως παριστάνουν τους υπουργούς, υφυπουργούς και βο(υ)λευτές της εθνικής σωτηρίας;

     Οι ξένοι οικονομικοί «σωτήρες» δεν έρχονται, παρʼ όλο που είμαστε αποδεδειγμένα διατεθειμένοι μέχρι και να απανθρακώσουμε άπαντα τα δάση της χώρας, ώστε να τα μετατρέψουμε έπειτα σε γήπεδα γκολφ (η νέα ανερχόμενη μορφή τουρισμού, όπως θα διαπιστώσουμε σύντομα στα, προς επενδυτική  «αξιοποίηση», αποκαϊδια της Ηλείας).(4)


Το μεγάλο κόλπο της «Εθνικής Οικονομίας»
  Ωστόσο, παρά τα όσα λένε οι διάφοροι αποτυχημένοι καθηγητάδες των οικονομικών πανεπιστημίων, που παριστάνουν τους υπουργούς επί των οικονομικών, το ρωμαίϊκο κρατίδιο έχει αποδειχτεί γιγάντιος «επενδυτής» όταν το  θέλησε. Επενδυτής που μπροστά του ωχριούν οι μεγαλύτερες πολυεθνικές.

     Οι άνω των σαράντα θα θυμούνται τις προειδοποιήσεις της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας στην δεκαετία του 1980. Τότε που εκρούετο ο κώδων τού κινδύνου, περί τού ότι, με την υπογεννητικότητα που υπήρχε, ο πληθυσμός της χώρας θα μειωνόταν στην δεκαετία 2010-2020 στα 7,5 εκατομμύρια. (κάτι που, σε ό,τι αφορά τους γηγενείς κατοίκους, βλέπουμε να επαληθεύεται). Τα λαμόγια της εθνικής οικονομίας, οι αυτοαποκαλούμενες «παραγωγικές» τάξεις, το έπιασαν το μήνυμα των καιρών: τέτοια μείωση του πληθυσμού θα σήμαινε δραματική μείωση στην προσφορά εργασίας, κάτι που (βάσει του νόμου προσφοράς-ζήτησης) θα τούς υποχρέωνε να ανεβάσουν αισθητά τους μισθούς και τα ημερομίσθια (αρχής γενομένης από τον εθνικό βασικό μισθό, που είτε «σπρώχνει»  όλους τους άλλους μισθούς προς τα πάνω, είτε τους  «τραβάει» προς τα κάτω). Η κουτοπόνηρη «λύση» που δόθηκε και που αποτελεί ίσως την μεγαλύτερη «επένδυση» που έγινε ποτέ  στην Ελλάδα, ήταν η εισαγωγή ανειδίκευτου μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού.

    Έτσι, μέσω της αθρόας εισαγωγής μεταναστών, η προσφορά εργασίας αυξήθηκε τεχνητά και η τιμή τής εργασίας παρέμεινε έκτοτε ουσιαστικά στάσιμη (με όρους αγοραστικής δύναμης των μισθών) στα επίπεδα του 1990, δηλ. στα πρό της εισαγωγής μεταναστών. Γι' αυτόν τον λόγο άλλωστε εισήχθησαν  (υποτίθεται «ανεξέλεγκτα») τόσοι μετανάστες. Άλλωστε και ο Καρλ Μαρξ το έχει διατυπώσει κατηγορηματικά στό άρθρο του "Μια προειδοποίηση" το 1866: «Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ο ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στη Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας».(5)

     Άν δεν είχαν εισαχθεί ένα-ενάμισυ εκατομμύριο ανειδίκευτοι μετανάστες, οι δουλειές, που -δικαιολογημένα- απαξιούσε να κάνει ο Έλληνας για λίγες ψωροδραχμές (εργάτης κατασκευών, κουβαλητής παντός είδους, κ.λπ.) τώρα θα χρυσοπληρώνονταν (όπως σε όλη την υπόλοιπη Δ. Ευρώπη) και θα γίνονταν με πολύ περισσότερη προθυμία από Έλληνες. Κατʼ αυτόν τον τρόπο θα σπρώχνονταν προς τα πάνω και οι υπόλοιποι μισθοί π.χ. τών κάθε είδους διπλωματούχων, ή απλώς ειδικευμένων.  Κατʼ αυτόν τον τρόπο η αγοραστική δύναμη του νεοέλληνα θα ήταν δραστικά αυξημένη και αυτό θα είχε συμβάλλει καταλυτικά στην δημιουργία μιας εύρωστης εσωτερικής εθνικής αγοράς (κάτι, που όπως άλλωστε διδάσκονται οι πρωτοετείς φοιτητές οικονομικών, αποτελεί εκ τών ουκ άνευ προϋπόθεση κάθε εθνικής οικονομικής ανάπτυξης).

    Ταυτόχρονα η εισαγωγή μεταναστών απαξίωσε για πολλοστή φορά με τον πιο βυζαντινό και μεσαιωνικό τρόπο, την γνώση, την μόρφωση και τις ικανότητες. Αποτελεί έναν εύκολα και  εμπειρικά επαληθεύσιμο κανόνα ότι, ο ειδικευμένος Έλληνας, λόγω τού συνδυασμού  χαμηλότατου βασικού μισθού και  μεθοδευμένης παραγωγικής δυσπραγίας, είτε μένει άνεργος, είτε αμείβεται εξευτελιστικά, είτε  ετεροαπασχολείται, αναγκασμένος να κάνει κάτι εντελώς άσχετο από αυτό που σπούδασε. Ένας εξίσου εύκολα και  εμπειρικά επαληθεύσιμος κανόνας είναι ότι οι Κοτσαμπασήδες και Υιοί δεν πλήρωσαν ποτέ φόρους. Αυτά από μόνα τους θα αρκούσαν για να δείξουν την υποκρισία όσων μιλούν για «επενδύσεις»: από τη μια ευτελίζουν το ειδικευμένο εργασιακό δυναμικό της χώρας, που χρειάστηκε επενδύσεις εκατομμυρίων -προερχομένων φυσικά από φόρους τών «κορόιδων»- για να εκπαιδευθεί (και σε πολλές περιπτώσεις, π.χ. γιατρών, μηχανολόγων, αρχιτεκτόνων, πληροφορικών κ.α. χαίρει διεθνούς αναγνώρισης) κι από την άλλη εισάγουν ανειδίκευτους από τριτοκοσμικές χώρες, θεωρώντας το «επένδυση» και «αναπτυξιακή  ευκαιρία».

     Επιπλέον η εισαγωγή μεταναστών εργαζομένων εξασφάλισε την «κοινωνική ειρήνη», που είναι τόσο απαραίτητη για το καλό «οικονομικό κλίμα». Οι μετανάστες (που αντιμετωπίζονται αφελώς από την αριστερά ως δυνάμει ψηφοφόροι της και από τους εξωκοινοβουλευτικούς ως «ξένοι εργάτες, αδέρφια μας»), ήρθαν εδώ ακριβώς για να αποφύγουν την εξέγερση, που ήσαν αναγκασμένοι να κάνουν στις χώρες τους. Ήρθαν δηλ. εδώ για να καθήσουν φρόνιμα. Και αυτό ακριβώς κάνουν. Σε πείσμα της αριστεράς και των εξωκοινοβουλευτικών που, συναινώντας στην άνευ ορίων εισαγωγή μεταναστών, μιλούν ήδη τη γλώσσα της «ελεύθερης» αγοράς (βλ. νεοφιλελεύθερης ζούγκλας). Ενώ οι χώρες προέλευσης των μεταναστών έκαναν απλώς μια εξαγωγή ενός εσωτερικού τους προβλήματος σε εμάς. Έτσι οι «παραγωγικές τάξεις» π.χ. του Πακιστάν και της Ελλάδας είναι αμοιβαία εξυπηρετούμενες και ευχαριστημένες. (Αν και εμφανές, ας διευκρινιστεί, ότι οι απόψεις περί των εν Ελλάδι μεταναστών που αναπτύσσονται εδώ, δεν έχουν καμία σχέση με την ρατσιστική και εθνικιστική  δημαγωγία των διαφόρων νοσταλγών τής «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» αλλά, διατυπώνονται από την πλευρά της Πολιτικής Οικονομίας.)


Η επενδυτοσκουφίτα, που «τα θέλει» κι ο επενδυτολύκος, που δεν έρχεται
  Επειδή, ο γράφων έχει περάσει από τις διαδικασίες της μετανάστευσης κατανοεί και το φαινόμενο της μετανάστευσης και την ιδιαίτερη ψυχολογία του μετανάστη. Αλλά παρʼ όλα αυτά δεν μπορεί να κατανοήσει με ποιό σκεπτικό η Ελλάδα μετατράπηκε σε χώρα υποδοχής μεταναστών. Μήπως εξήλθε πρόσφατα ερειπωμένη και λείψανδρη από κάποιον πόλεμο, όπως π.χ. η Γερμανία από τον Β΄ Παγκόσμιο και κάλεσε τα αλλοδαπά εργατικά χέρια για να την ανοικοδομήσουν;

     Μήπως είναι η Χώρα τής Ευκαιρίας,όπως κάποτε οι Η.Π.Α.;

     Μήπως βρέθηκε σε φάση ταχείας οικονομικής ανόδου, όπως η σημερινή Αγγλία, και χρειάστηκε επειγόντως ειδικευμένους; (αλλά οι μετανάστες της Ελλάδας είναι στην πλειοψηφία τους αγράμματοι και κατατρεγμένοι άνθρωποι).  Να υπενθυμίσω, ότι πριν τέσσερα-πέντε χρόνια η Αγγλία, λόγω έλλειψης δικών της, είχε προσλάβει αθρόα στην δευτεροβάθμια εκπαίδευσή της Έλληνες φυσικοχημικούς και μαθηματικούς, με μόνη προϋπόθεση να μιλούν αγγλικά (ναι, αυτούς που το νεοβυζαντινό ελλαδικό κράτος απαξιώνει αφήνοντάς τους εσαεί αδιόριστους).

     Αξίζει να επισημανθεί, ότι αυτό, που σε όλον τον πολιτισμένο  κόσμο θεωρείται προϋπόθεση κοινωνικής ευημερίας  δηλαδή η ύπαρξη πολυπληθούς μορφωμένου εργασιακού δυναμικού, στην Νεοελλάδα γίνεται αντιληπτό ως… δύσχρηστη υπερπροσφορά(!)

    Όλες οι χώρες που κατά καιρούς  δέχτηκαν μετανάστες (Η.Π.Α. Αυστραλία, Ολλανδία, Γερμανία κλπ.) ακολούθησαν μια συγκροτημένη μεταναστευτική πολιτική. Αντίθετα ο αρπακολλατζίδικος τρόπος, που εισήχθησαν οι μετανάστες στην Ελλάδα αλλά, προπάντων, η παντελής ανυπαρξία ανάγκης τους, αποδεικνύουν το ότι η μετανάστευση στη Ελλάδα αποτελεί το μεγαλύτερο «κόλπο», που έγινε ποτέ σε αυτή την τελευταία  φεουδαρχία της Ευρώπης. Μεγαλύτερο κι από το κόλπο του Χρημαστηρίου το 1999 και από όλες τις «μίζες» από ιδρύσεως νεοελληνικού κράτους μαζί.
    
     Όσο για τους ξένους επενδυτές, που δεν λένε να εμφανιστούν, γιατί να το κάνουν; Για να βοηθήσουν τους ανίκανους νεοκοτσαμπασήδες της Ελλάδας να ανακάμψουν και να συνεχίσουν να υπάρχουν ως βδέλλες, που θα ρημάζουν τον νέο πλούτο που θα δημιουργείται (να υπενθυμίσουμε το πώς εξαφανίστηκαν σε επιτήδειες τσέπες οι  γενναίες ευρωκοινοτικές επιχορηγήσεις και κονδύλια των τελευταίων δεκαετιών;); Γιατί να έλθουν στην Ελλάδα οι ξένοι επενδυτές, την στιγμή μάλιστα, κατά την οποία πολλές ελληνικές επιχειρήσεις ενθαρρύνονται από τις νεοελληνικές κυβερνήσεις να μετακινούν τις έδρες τους σε άλλες βαλκανικές χώρες για να πληρώνουν -ακόμα- φθηνότερα  ημερομίσθια;

     Αυτή η χώρα επί χιλιετίες είχε τη δυνατότητα να θρέφει ικανοποιητικά τους κατοίκους της. Ακόμα και σε εξαιρετικά δύσκολες περιόδους. Όπως π.χ. επί Τουρκοκρατίας και παρά την συνδυασμένη άγρια φορολόγηση από Τούρκους, κοτσαμπασήδες και Ορθόδοξη Εκκλησία, ο λαός αυτής της χώρας κατόρθωσε να δείξει δημιουργικότητα: μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, η Ελλάδα ήταν μια χώρα με υπολογίσιμη αγροτική οικονομία, δεινή  ναυτιλία και πολλά υποσχόμενη βιομηχανία. Μια χώρα που είχε όλες τις προδιαγραφές για να γίνει οικονομική υπερδύναμη π.χ. σαν την Ολλανδία, ή την Σουηδία. Και να σκεφτεί κανείς ότι οι βασικές οικονομικές της υποδομές είχαν όλες δημιουργηθεί, όχι λόγω άσκησης αποικιοκρατικής πολιτικής αλλά, αντιθέτως, επί τουρκικής κατοχής! (6)

    Σήμερα, μετά από διακόσια χρόνια «ελεύθερου» βίου δεν παράγουμε σχεδόν τίποτα, ούτε καν από βασικά είδη πρώτης ανάγκης. Αντίθετα, δουλικώς φερόμενοι, καταστρέψαμε εθελουσίως την αγροτική μας οικονομία (ελέω Κ.Α.Π. δηλ. «Κοινής Αγροτικής Πολιτικής»)  και εισάγουμε ντομάτες από την …Ολλανδία. Δηλ. από μια χώρα, που κανονικά θα έπρεπε, λόγω του κλίματός της,  να λιμοκτονεί. Η Σουηδία, μια χώρα μικρότερη από την Ελλάδα, έχει κορυφαία αυτοκινητοβιομηχανία, ενώ έγινε καταπράσινη επιδοτώντας την φύτευση κάθε ελάτου. Η Νορβηγία, χωρίς να κατασκευάζει κάτι ιδιαίτερο (ξέρετε κανένα νορβηγικό προϊόν;) αλλά βασισμένη στα λιμάνια της (τά οποία στην Ελλάδα κάποιοι νεόκοποι «μάνατζερς» θέλουν να «αποκρατικοποιήσουν»), στο υπέδαφός της (το οποίο στην Ελλάδα κάποιοι θα ήθελαν πολύ, επίσης να ιδιωτικοποιήσουν ολοσχερώς) και στην (δημοσίου χαρακτήρα) υδροηλεκτρική της ενεργειακή αυτάρκεια, είναι η χώρα με το υψηλότερο ίσως βιοτικό επίπεδο στην Ευρώπη (αν όχι στον κόσμο). Ενώ η ακόμα μικρότερη Φινλανδία σαρώνει στην απαιτητική μικροτεχνολογία τής φορητής τηλεφωνίας. (Παρεμπιπτόντως, στις παραπάνω χώρες θεσμοποιήθηκε και μια απολύτως σεβαστική προς το φυσικό περιβάλλον οικονομική συμπεριφορά). Χώρες μικρότερες από την Ελλάδα, με αποθαρρυντικές φυσικές προδιαγραφές και με αφιλόξενο έως εχθρικό κλίμα, έχουν καταφέρει να ζουν με αξιοπρέπεια τα παιδιά τους, αντί να τα κάνουν να νιώθουν ανεπιθύμητα στον ίδιο τους τον τόπο.

* * *
     Κατʼ επέκταση, η σημερινή Ελλάδα αντί να ζητιανεύει αλά επενδυτικά, δεν έχει άλλη επιλογή από το να επενδύσει στις δικές της ιστορικώς αποδεδειγμένες δυνάμεις. Κι όχι να θεωρεί «επένδυση» π.χ. την υπερχρέωση του ελληνικού πληθυσμού, τήν οποία οι εγχώριες τράπεζες έχουν αναγάγει σε επιστήμη. Η δύναμη (και η αδυναμία) κάθε χώρας είναι πάντοτε οι άνθρωποί της. Και η σημαντικότερη επένδυση επίσης. Και ειδικά σε περιόδους οικονομικών κρίσεων (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό), όπου πρέπει  να ξαναδημιουργηθούν στέρεες υποδομές για το μέλλον. Τα νέα παιδιά που δουλεύουν, συχνότατα ανασφάλιστα, για 600 μόλις ευρώ αλλά, έχουν τόσο αυτοσεβασμό, ώστε να μην θέλουν ούτε να γλείψουν, ούτε να ρουφιανέψουν, ούτε να γραφτούν σε κάποιο κόμμα για να βελτιώσουν τη ζωή τους. Οι οικογενειάρχες, άντρες και γυναίκες, που σφίγγουν τα δόντια και κάνουν δυό και τρεις δουλειές για να ζήσουν τα παιδιά τους.  Ο αγρότης, που τόν έχουν συνθλίψει οι συμμορίες των μεσαζόντων. Ο γνήσια δημιουργικός ανεξάρτητος επαγγελματίας, που δρα σε έναν ωκεανό στημένου, από τα εγχώρια καρτέλ, «ανταγωνισμού». Ο πιτσαδόρος, που το πρωί είναι δάσκαλος. Ο γιατρός, που δουλεύει ταξί για όσα χρόνια περιμένει τον  διορισμό (το είδαμε κι αυτό!).

     Αλλά εδώ, στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, στη χώρα της παραοικονομίας, τής παραεργασίας, της παραπαιδείας, των αλαζονικών -με ύφος εκατό καρδιναλίων- «μάνατζερς» και τής Σταυροκοπούμενης Ελπίδας,  περιμένουμε τους σωτήρες επενδυτές.

                                                                     Θεόδωρος  Α. Λαμπρόπουλος


     Σημειώσεις

     (1)   Και όλα αυτά, παρʼ όλο που τις παραμονές της οθωμανικής κατάκτησης, οι, διωχθέντες από την βυζαντινή σαπίλα, εναπομείναντες εκπρόσωποι του –όποιου- ελληνικού πνεύματος (δηλ. ο ελληνίζων φιλοσοφικός κύκλος του Μυστρά) είχαν επιτύχει μια ανέλπιστη άνοδο του γοήτρου της  Ελλάδας στην Δύση (και ειδικά στην ναυτικά πανίσχυρη Β. Ιταλία). Και παράλληλα είχαν προετοιμάσει έντεχνα, μέσα από επανειλημμένες διεθνείς πνευματικές επαφές, ένα  ευμενές διαπραγματευτικό έδαφος με την Δύση ώστε, το παραπαίον βυζαντινό απολειφάδι να μετεξελιχθεί σε μια εντελώς αναγεννημένη και αξιοσέβαστη χώρα. Μια χώρα βασισμένη στο αυθεντικό ιστορικό και πολιτισμικό δυναμικό της, αντί σε άλλη μια σημερινή αποικία κάποιων δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων.

     (2) Τα χαμηλότερα στην Ευρώπη των 15, μαζί με της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, όπως δημοσιεύονται στην Καθημερινή, φύλλο της 30/11/2006. Οι μισθοί στην Ελλάδα βρίσκονται στο 50% του δυτικοευρωπαϊκού μέσου όρου…

     (3) Οι Έλληνες είναι δεύτεροι παγκοσμίως σε εργατοώρες μετά την… Ν. Κορέα (και φυσικά πρώτοι -και με διαφορά- στην Ευρώπη των 15), χωρίς, εννοείται, να συνυπολογίζονται οι, καθιερωμένες πλέον, ώρες «μαύρης» εργασίας. Βλ. την έκθεση Employment Outlook του Ο.Ο.Σ.Α., όπως δημοσιεύτηκε στο Έθνος, φύλλο 20/6/2007, καθώς και τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε.: www.eurofound.europa.eu/ewco/studies/tn0702028s/tn0702028s.htm.

     (4) Βλ. «Οι μισοί Έλληνες κερδίζουν από τα δάση που χάνονται», Ελευθεροτυπία, φύλλο της 30/7/2008. Βλ. επίσης το άρθρο «Η Ελλάδα κάτω από επίθεση τουριστικών καρτέλ»:

     (5) Η συγκεκριμένη φράση του Μαρξ είναι από το άρθρο του “Μια Προειδοποίηση”, που γράφτηκε στις 4/5/1866 και δημοσιεύτηκε σε τρεις γερμανικές εφημερίδες. Mπορεί να βρεθεί μεταφρασμένο στα ελληνικά εδώ: http://www.resaltomag.gr/forum/viewtopic.php?p=14099#14099

     (6)  Π.χ.  επί «Βυζαντίου» απαγορευόταν στους Έλληνες η ναυτική δραστηριότητα πλην της –στενά τοπικά ασκούμενης- αλιείας. Οι Έλληνες ξαναέγιναν ναυτικοί επί τουρκοκρατίας γιατί μόνον τότε τους ξαναεπετράπη (βλ. Arnold Toynbee, Οι Έλληνες και οι Κληρονομιές τους, εκδόσεις Καρδαμίτσα  Αθήνα 1992).


πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.