Μαθήτρια και συνοδοιπόρος, ανά τη Ελλάδα, του Σίμωνα Καρά, συνέδεσε τη ζωή της με την διάσωση της ελληνικής παράδοσης. Η Δόμνα Σαμίου έσβησε χθες σε ηλικία 84 ετών, δίνοντας άνιση μάχη με την λευχαιμία στο νοσοκομείου Αμαλία Φλέμινγ.
«Δεν είμαι τραγουδίστρια με την επαγγελματική σημασία της λέξης, δεν τραγουδάω σε δημοτικά κέντρα ή σε πανηγύρια για τη διασκέδαση μιας ορισμένης πελατείας.
Τραγουδώ μόνο όπου πιστεύω πως εξυπηρετώ τη διατήρηση και τη διάδοση του δημοτικού τραγουδιού, έτσι ατόφιο όπως έφτασε σε μας από την παράδοση. Προσπαθώ να μιμηθώ τον τρόπο που τραγουδάει ένας Μακεδόνας, ένας Θρακιώτης, ένας Ηπειρώτης ή ένας Κρητικός.
Στην αρχή ξεκίνησα να κάνω αυτό που κάνω από αγάπη για το δημοτικό τραγούδι, και μάλιστα σε εποχή που ο κόσμος το περιφρονούσε και δεν έδινε σημασία.
Αργότερα, η κακοποίηση που γινόταν σε βάρος του... δημοτικού τραγουδιού και μάλιστα από τους ίδιους τους λαϊκούς μουσικούς και μετά από τους συνθέτες και τους ελαφρούς τραγουδιστές, με σπρώξανε να ασχοληθώ περισσότερο και να προσπαθήσω με όλες μου τις δυνάμεις να δώσω την ευκαιρία στον κόσμο να γνωρίσει το γνήσιο δημοτικό τραγούδι», έλεγε ίδια η Δόμνα Σαμίου, περιγράφοντας τη σχέση της με το τραγούδι.
Γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1928 στην Καισαριανή της Αθήνας. Οι γονείς της ήταν Μικρασιάτες πρόσφυγες από το Μπαϊντίρι, χωριό της περιοχής της Σμύρνης. Σε ηλικία 13 ετών, η Δόμνα Σαμίου έχει την πρώτη διδακτική επαφή με τη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική αλλά και με τη λογική της επιτόπιας έρευνας, μαθητεύοντας κοντά στον Σίμωνα Καρά, στο «Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής», ενώ παράλληλα φοιτά στο νυχτερινό Γυμνάσιο.
Ως μέλος της χορωδίας του Σίμωνα Καρά αρχίζει η σχέση της και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας/Ε.Ι.Ρ όπου αργότερα, το 1954, προσλαμβάνεται στο Τμήμα Εθνικής Μουσικής.
Το 1963 αρχίζει τα ταξίδια της στην επαρχία για επιτόπιες καταγραφές και συγκέντρωση μουσικού υλικού για το προσωπικό της αρχείο, με δικά της μηχανήματα. Το 1971, χρονιά ορόσημο για την μετέπειτα πορεία της, παρουσιάζεται δίπλα στον Διονύση Σαββόπουλο συνερμηνεύοντας παραδοσιακά τραγούδια επί σκηνής, δίνοντας μια μεγάλη στροφή στη σχέση των νέων της εποχής με την παραδοσιακή μουσική. Από το 1960 κυκλοφορούν δίσκοι της σε Ελλάδα, Γαλλία και Σουηδία, που σηματοδοτούν την απήχηση του έργου της στον κυρίως ελληνισμό και στην ελληνική ομογένεια.
Το 1979, ο σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου Αλέξης Σολωμός, της ανέθεσε τη μουσική επιμέλεια για τους Όρνιθες του Αριστοφάνη που παρουσιάστηκαν πρώτα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και στη συνέχεια στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.
Το 1993, ο Γιώργος Θεοδοσιάδης της ανέθεσε την επιμέλεια της «ζωντανής» μουσικής του «Αγαπητικού της Βοσκοπούλας» που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο.
Στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού τραγούδησε για τέσσερις συνεχείς χρονιές (1995-1998).
Μεγάλη αναγνώριση της δίδεται από το Μέγαρο Μουσικής, όπου παραδίδει συναυλίες με Ακριτικά Τραγούδια (Μάιος 1995) και ελληνικά παραδοσιακά κάλαντα (Χριστούγεννα 1996), καθώς και το αφιέρωμα που της έκανε ο ίδιος φορέας τον Οκτώβριο του 1998 για τα 70 της χρόνια.
Το 1981 δημιούργησε τον Καλλιτεχνικό Σύλλογο Δημοτικής Μουσικής «Δόμνα Σαμίου», όπου και συνέχιζε μέχρι τέλους την ίδια ποιοτική και αξιόλογη δισκογραφική της παραγωγή.
Παράλληλα, από το 1994 ως το 2001, παραδίδει μαθήματα δημοτικού τραγουδιού στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων.
Το έργο της έχει ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα και την ελληνική γλώσσα έχοντας παρουσιαστεί μέσω συναυλιών- σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της αμερικανικής ηπείρου και σε πόλεις της Αυστραλίας.
Για την προσφορά και την αφοσίωση της στην μουσική είδε το έργο της να αναγνωρίζεται πολλαπλά και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, με αποκορύφωση την απονομή μεταλλίου από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλο, το 2005.
Επίσης, το 2006 της παραδίδεται, το βραβείο Αρίων για την συνολική προσφορά της στην διάσωση του δημοτικού τραγουδιού.
Η Δόμνα Σαμίου δεν σταμάτησε - έως και την τελευταία στιγμή- την έρευνα και την καταγραφή της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1928 στην Καισαριανή της Αθήνας. Οι γονείς της ήταν Μικρασιάτες πρόσφυγες από το Μπαϊντίρι, χωριό της περιοχής της Σμύρνης. Σε ηλικία 13 ετών, η Δόμνα Σαμίου έχει την πρώτη διδακτική επαφή με τη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική αλλά και με τη λογική της επιτόπιας έρευνας, μαθητεύοντας κοντά στον Σίμωνα Καρά, στο «Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής», ενώ παράλληλα φοιτά στο νυχτερινό Γυμνάσιο.
Ως μέλος της χορωδίας του Σίμωνα Καρά αρχίζει η σχέση της και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας/Ε.Ι.Ρ όπου αργότερα, το 1954, προσλαμβάνεται στο Τμήμα Εθνικής Μουσικής.
Το 1963 αρχίζει τα ταξίδια της στην επαρχία για επιτόπιες καταγραφές και συγκέντρωση μουσικού υλικού για το προσωπικό της αρχείο, με δικά της μηχανήματα. Το 1971, χρονιά ορόσημο για την μετέπειτα πορεία της, παρουσιάζεται δίπλα στον Διονύση Σαββόπουλο συνερμηνεύοντας παραδοσιακά τραγούδια επί σκηνής, δίνοντας μια μεγάλη στροφή στη σχέση των νέων της εποχής με την παραδοσιακή μουσική. Από το 1960 κυκλοφορούν δίσκοι της σε Ελλάδα, Γαλλία και Σουηδία, που σηματοδοτούν την απήχηση του έργου της στον κυρίως ελληνισμό και στην ελληνική ομογένεια.
Το 1979, ο σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου Αλέξης Σολωμός, της ανέθεσε τη μουσική επιμέλεια για τους Όρνιθες του Αριστοφάνη που παρουσιάστηκαν πρώτα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και στη συνέχεια στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.
Το 1993, ο Γιώργος Θεοδοσιάδης της ανέθεσε την επιμέλεια της «ζωντανής» μουσικής του «Αγαπητικού της Βοσκοπούλας» που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο.
Στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού τραγούδησε για τέσσερις συνεχείς χρονιές (1995-1998).
Μεγάλη αναγνώριση της δίδεται από το Μέγαρο Μουσικής, όπου παραδίδει συναυλίες με Ακριτικά Τραγούδια (Μάιος 1995) και ελληνικά παραδοσιακά κάλαντα (Χριστούγεννα 1996), καθώς και το αφιέρωμα που της έκανε ο ίδιος φορέας τον Οκτώβριο του 1998 για τα 70 της χρόνια.
Το 1981 δημιούργησε τον Καλλιτεχνικό Σύλλογο Δημοτικής Μουσικής «Δόμνα Σαμίου», όπου και συνέχιζε μέχρι τέλους την ίδια ποιοτική και αξιόλογη δισκογραφική της παραγωγή.
Παράλληλα, από το 1994 ως το 2001, παραδίδει μαθήματα δημοτικού τραγουδιού στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων.
Το έργο της έχει ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα και την ελληνική γλώσσα έχοντας παρουσιαστεί μέσω συναυλιών- σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της αμερικανικής ηπείρου και σε πόλεις της Αυστραλίας.
Για την προσφορά και την αφοσίωση της στην μουσική είδε το έργο της να αναγνωρίζεται πολλαπλά και τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, με αποκορύφωση την απονομή μεταλλίου από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλο, το 2005.
Επίσης, το 2006 της παραδίδεται, το βραβείο Αρίων για την συνολική προσφορά της στην διάσωση του δημοτικού τραγουδιού.
Η Δόμνα Σαμίου δεν σταμάτησε - έως και την τελευταία στιγμή- την έρευνα και την καταγραφή της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Tην 'εμαθα' οταν την εβγαλε ονιονιος στο κυτταρο...... ΚΥΡΙΑ της παραδωσης.. και του πολιτισμοθ μας.... ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ κοριτσι μας !
ΑπάντησηΔιαγραφήAξιζε όσο ελάχιστοι καλλιτέχνες...
Διαγραφή