Από τον Ρεπόρτερ του Δρόμου του «Π» Αλέξη Καζαντζίδη. Το κείμενο δεν έχει υποστεί καμία επεξεργασία.
Τετάρτη βράδυ. Στο χιλιοπαρατηρημένο φανάρι. Δευτερόλεπτα για τους πεζούς, η αιωνιότητα και μια ημέρα για τους ιππότες της ασφάλτου.Στο μικρό σκαλοπατάκι έχει ήδη στρωθεί η χάρτινη κούτα με τον άστεγο της μέσα. Όλα έτοιμα για ύπνο. Άλλη μια μέρα διωγμένος. Το πληγωμένο βλέμμα των περαστικών φαντάζει το άλλο όνομα της ντροπής. Αποσύρουν το βλέμμα να μη τους δει ο εξαθλιωμένος. Ανώφελη ευαισθησία.
Κάποιοι ανήκουν στην κατηγορία εκείνων των ανθρώπων που καθημερινά αναφωνούν στο ίδιο θέαμα «Αχ! Μου χάλασε όλη η μέρα». Είδε ένα πεινασμένο παιδάκι, έναν ακέφαλο πιτσιρικά. Κι όλα αυτά του χάλασαν την μέρα. Επειδή τα είδε. Και αναγκάστηκε να γίνει μάρτυρας μιας ζωής αμείλικτης...
για όλους. Αδίκως. Το μόνο που παίζεται είναι πότε και με ποια βαριά ποινή θα σου χτυπήσει την πόρτα.
Ύπνο από τις 8 ο άνεργος.
Στο πεζούλι της διπλανής βιτρίνας καθισμένο το αγόρι γύρω στα 20. Στάση σώματος στα όρια της εμβρυακής, το κεφάλι -εμφανώς σε άλλες ατμόσφαιρες και άλλα σύμπαντα- κατεβασμένο, παραδομένο και το αριστερό χέρι απλωμένο στην καλοσύνη των διερχόμενων που στη μεγάλη μας πόλη, τα βράδια δεν βγαίνει πια βόλτα.
Και τώρα; Τι μπορεί να κάνει κάποιος;
Αν δώσει χρήματα, θα γίνουν ωμή τροφή για τον έμπορα. Αν καλέσει το ΕΚΑΒ, θα είναι απασχολημένο. Αν έρθει η αστυνομία, θα τον μαζέψει μέσα για αλητεία και θα τον ξαποστείλει πάλι στα πεζοδρόμια των Στρογγυλών αυτής της πόλης.
Μοιραία καλά κρατεί η στιγμή της παγωμένης ακινησίας και της τρέλας που σιχαίνεσαι εαυτόν και την ανημποριά του να προσφέρεις το παραμικρό σε έναν εγκαταλελειμμένο. Απέναντι στο πάσχον μέλος. Και είναι θέμα λίγων φεγγαριών με λίγο ή περισσότερο νοθευμένη δόση ο έκπτωτος άγγελος των ποιητών να γίνει κανονικότατος μαρτυράς των αγίων
Παραδίπλα ακούς τους πνευματικά σε προσωρινή (;) εμμηνόπαυση να διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους και να φωνασκούν: Είναι εικόνα πρωτεύουσας αυτή; Μάλιστα είναι. Και ο βόθρος ξεχειλίζει, όταν δεν έχεις προχωρήσει σε πιο εξελιγμένα αποχετευτικά συστήματα.
Δεν είναι, λοιπόν, παρά η πραγματική εικόνα της πρωτεύουσας: στα πέριξ οι άστεγοι, οι τοξικομανείς , λίγο πιο κάτω στην Ομόνοια οι οικονομικοί μετανάστες. Να περιφέρουν την σκουρόχρωμη φτώχεια και μοναξιά τους με το μάτι να γυαλίζει για λίγο φαί ή για φονικό. Και όλο θα επαναλαμβάνεται το ερώτημα αν είναι εικόνα πρωτεύουσας αυτή. Αυτή είναι. Μπορείτε να μας αγοράσετε μας άλλη. Με ροζ στρουμπουλά αγγελάκια. Άσπρα προβατάκια κι έναν χριστούλη να (ξανα) γεννιέται εβδομαδιαίως για να προλαβαίνουν να ξεπουλάνε τα πολυκαταστήματα.
Κάποιος βιαστικός σκούντηξε, μιας και το φανάρι άναψε για τους πεζούς. Γρήγορο αντίο στο αγόρι, κοφτή καληνύχτα στον άστεγο και γραμμή στο παραδίπλα βιβλιοπωλείο για αγορά πολιτισμού. Πίσω είχε μείνει ο πραγματικός πολιτισμός. Ώρα να αγοράσουμε βιβλίο. Ώρα μάλλον να πουλήσουμε την χειρότερη γωνία τους εαυτού μας. Την τσακισμένη μας συνείδηση.
απο το Ποντικι
Όλα αυτά είναι μιά επισήμανση. Πράγματι έτσι είναι τα πράματα, και πολλές φορές ακόμα χειρότερα. Προτάσεις δεν είδαμε από τον γράφοντα. Τί πρέπει να γίνει, πώς και γιατί! Να φτιάξουμε άσυλα γιά άστεγους, ναρκομανείς, περιθωριακούς, που θα συντηρούνται από τους φορολογούμενους; Θα συμφωνήσουν όλοι; Κατά την γνώμη μου το κείμενο είναι ατελές. Για να ξέρουμε πού τη πάει την βαλίτσα ο κάθε ευαίσθητος με ανθρωπιά και συνείδηση!
ΑπάντησηΔιαγραφή