Το κλυδωνιζόμενο τραπεζικό σύστημα της Ιρλανδίας κατέστη η εστία του τελευταίου σοβαρού επεισοδίου μιας ευρωπαϊκής κρίσης που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. ...
Από χτες βεβαίως τα πράγματα έχουν – προσωρινά τουλάχιστον – ηρεμήσει, μετά την απόφαση της ιρλανδικής κυβέρνησης να σπάσει την τράπεζα Anglo Irish Bank, που πέρασε στον έλεγχο του κράτους πέρσι, σε δύο κομμάτια προκειμένου να αποτραπεί μια μαζική εκροή καταθέσεων από το ίδρυμα ικανή να οδηγήσει στην κατάρρευσή του εδώ και τώρα. Μετά από συναντήσεις και επαφές που είχε με Ευρωπαίους αξιωματούχους, ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Μπράιαν Λένιχαν έδωσε ‘λύση’ ανακοινώνοντας την απόφαση της κυβέρνησής του να σπάσει την κρατικοποιημένη Anglo Irish Bank σε δύο κομμάτια: μια ‘καλή’ τράπεζα που θα διατηρήσει τις καταθέσεις και θα έχει τη στήριξη της κυβέρνησης και ένα ‘όχημα επισφαλειών’, που θα αναλάβει τη διαχείριση του 80% του προβληματικού ενεργητικού της τράπεζας και, κατά τον Λένιχαν, θα πουληθεί συν τω χρόνω, ολόκληρο ή εν μέρει. Ωστόσο πολλά μένει ακόμη να προσδιοριστούν: καταρχήν το τελικό κόστος της αναδιάρθρωσης που θα κληθεί να πληρώσει το ιρλανδικό δημόσιο, καθώς επίσης και το χρονοδιάγραμμα για τον διαχωρισμό του ιδρύματος στα δύο.
Μετά τις ανακοινώσεις Λένιχαν, οι αγορές που την Τετάρτη οδηγούσαν προς στιγμήν το κόστος ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης των ιρλανδικών κρατικών ομολόγων σε νέα ιστορικά υψηλά, επέτρεψαν την πτώση της τιμής του κόστους ασφάλισης σε 370.000 δολάρια ετησίως για την ασφάλιση 5ετών ιρλανδικών ομολόγων αξίας 10 εκατ. ευρώ. Το σπρεντ των ιρλανδικών ομολόγων έναντι των γερμανικών μειώθηκε κι αυτό σημαντικά μετά την ανακοίνωση της προκριθείσας λύσης, παραμένει όμως στο υψηλότερο του επίπεδο από την εισαγωγή του ευρώ το 1999.
Η τελευταία κίνηση της ιρλανδικής κυβέρνησης για τη διάσπαση της Anglo Irish υποδεικνύει πόσο δύσκολη είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος των ιρλανδικών τραπεζών – που αύξησαν γρήγορα και υπέρμετρα το μέγεθός τους στα χρόνια της ανάπτυξης, κυρίως μέσω του υπερβολικού και επιθετικού δανεισμού της αγοράς ακινήτων – με αποτέλεσμα τη διαρκή επιστροφή του ως απειλής για την οικονομία της χώρας και την κυβέρνηση. Η απόφαση για διάσπαση της Anglo Irish Bank αποτελεί την τελευταία προσπάθεια του Δουβλίνου να καθησυχάσει τις ανησυχίες των αγορών σχετικά με τα προβλήματα του ιρλανδικού χρηματοπιστωτικού τομέα που απειλούν να τινάξουν στον αέρα τα δημοσιονομικά του κράτους.
Στο εγχείρημα διάσωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας το ιρλανδικό δημόσιο έχει καταβάλει μέχρι στιγμής άνω του 20% του φετινού ΑΕΠ. Τον περασμένο μήνα ο οίκος Standard & Poor’s είχε υποστηρίξει ότι το Δουβλίνο μπορεί να υποχρεώνονταν να καταβάλλει έως και 35 δις ευρώ στην Anglo Irish Bank. Ένα τόσο μεγάλο πακέτο διάσωσης για την περαιτέρω στήριξη της προβληματικής τράπεζας θα αντιστοιχούσε με τα δύο τρίτα των φορολογικών εσόδων της χώρας, πρόσθετε εξάλλου το Bloomberg.
Μέχρι και κάποιες εβδομάδες πριν η γενική ιδέα ήταν πως η Ιρλανδία είχε αντιμετωπίσει επαρκώς τα χρηματοπιστωτικά προβλήματα που της κληροδότησε η παγκόσμια κρίση, χάρη στο επιθετικό πρόγραμμα δημοσιονομικής σύσφιξης και περικοπών που πρώτη υιοθέτησε – και που παραμένει το σκληρότερο της Ευρωζώνης. Στην αρθρογραφία των τελευταίων μηνών μάλιστα, φέρονταν ως το πρότυπο της χώρας - αδύναμου κρίκου της Ευρωζώνης που με ρεαλισμό και δύναμη αποφασίζει από μόνη της – χωρίς δηλαδή την πίεση του ΔΝΤ – να προχωρήσει σε δρακόντεια δημοσιονομική σύσφιξη και άρα στο μέλλον θα ανταμειφθεί με απρόσκοπτη ανάπτυξη. Η Ελλάδα καλούνταν δε να ακολουθήσει το παράδειγμά της.
Όμως τα πρόσφατα νούμερα της Anglo Irish Bank που έδειξαν μια μαζική και άκρως ανησυχητική εκροή καταθέσεων στο πρώτο εξάμηνο του έτους άλλαξαν την εικόνα. Το ιρλανδικό τραπεζικό, οικονομικό και συνεπώς δημοσιονομικό πρόβλημα φαίνεται να επιμένει, με αποτέλεσμα τη διάβρωση της αξιοπιστίας της χώρας έναντι των επενδυτών και τη μετατροπή της ιστορίας του ‘Κέλτικου Τίγρη’ σε σκοτεινό μύθο, που διδάσκει πόσο δύσκολος μπορεί να είναι ο δρόμος της ανάκαμψης για τις υπερχρεωμένες χώρες – ακόμη κι αν θέσουν υπό έλεγχο τον προϋπολογισμό τους.
«Η Ιρλανδία παλεύει σε τόσα πολλά μέτωπα… Πώς να πιστέψεις ότι θα τα καταφέρει;», σημειώνει ο Άλαν ΜακΚουάιντ, επικεφαλής οικονομολόγος στο Bloxham, τη μεγαλύτερη ανεξάρτητη χρηματιστηριακή του Δουβλίνου.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ανάκαμψη της ιρλανδικής οικονομίας προέρχεται ακριβώς από τις τράπεζες. Στην κορύφωση της ανάπτυξης, στις αρχές του 2008, ο κατασκευαστικός κλάδος της Ιρλανδίας αντιπροσώπευε περί το 25% του ΑΕΠ, με την έκρηξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας να βασίζεται στις τεράστιες και φτηνές πιστώσεις που χορηγούσαν οι ιρλανδικές τράπεζες τόσο στους εργολάβους όσο και στους αγοραστές κατοικιών.
Το 2008 το χρέος των ιρλανδικών νοικοκυριών αντιπροσώπευε το 175% του διαθέσιμου εισοδήματός τους και ξεπερνούσε ακόμη και το θεωρούμενο ως παγκόσμιο υψηλό χρέος των αμερικανικών νοικοκυριών που φτάνει το 145% του διαθέσιμου εισοδήματός τους.
Το οικονομικό πρόβλημα της Ιρλανδίας, ωστόσο, πάει πολύ πέρα από τις τράπεζες. Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης θα συρρικνώσει τις οικονομικές προοπτικές της χώρας περισσότερο από ό,τι άλλων ευρωπαϊκών χωρών, και αυτό γιατί η ιρλανδική οικονομία, που εμφάνισε σημάδια ανάκαμψης στο πρώτο τρίμηνο, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 50% του ΑΕΠ. Αν υπάρξει, επομένως, επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, η Ιρλανδία θα εισπράξει για τα καλά το αντίκτυπο με μείωση των εξαγωγών της.
Η επιστροφή της αγωνίας στον τραπεζικό τομέα της Ιρλανδίας έδωσε νέα ζωή στους φόβους ότι το σχέδιο διάσωσης που επεξεργάστηκε και έθεσε σε εφαρμογή η Ευρωπαϊκή Ένωση για την Ελλάδα είναι το πρώτο, αλλά όχι ίσως και το τελευταίο.
Σοφοκλεους 10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.