Στο λεξικό Liddell & Scott στη λέξη αλώπηξ διαβάζουμε:
«Ο Pott παραβάλλει το σανσκριτικό lopacas, ο εσθίων θνησιμαία. Ο Κούρτιος νομίζει ότι η ομοιότης είναι τυχαία και ταυτίζει το αλώπηξ (του α λαμβανομένου ως προθεματικού ευφωνικού) με τα λιθουανικά lape, lapucus (vulpes).
Η λατινική λέξις vulpus δυνατόν να είναι επίσης η αυτή με τας ανωτέρω λέξεις, αν είναι δυνατόν να έχη απολεσθή το u εν τε τη ελληνική και λιθουανική».
Κατ’ αρχάς, η αλεπού δεν είναι πτωματοφάγος αλλά αρπακτικό που τρέφεται κυρίως με ..
αρουραίους (βλ. Τα αφτιά της αλεπούς), λαγούς, κ.ά..
Και αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν αυτά τα « ιερά τέρατα» της ετυμολογίας, να μη πρόσεξαν και να μη διερεύνησαν την περίπτωση το α να είναι προθεματικό και το υπόλοιπο η λέξη λώπη (= ιμάτιο), αφού και α-λωπός λέγεται η αλεπού.
Όποιος έχει παρατηρήσει αλεπού χειμώνα καιρό με την εντυπωσιακή γούνα της (οπότε το α είναι επιτατικό)
και κατόπιν το καλοκαίρι όταν αποβάλλει το τρίχωμά της και φαίνεται σαν γυμνή («Το καλοκαίρι της πέφτουν οι τρίχες και δεν έχει καμμιά αξία το τομάρι της. Από το μαδημένο αυτό δέρμα της πήρε το όνομα η ειδική αρρώστεια «αλωπεκία».»), δηλαδή δίχως την λώπη της (οπότε το α είναι στερητικό), αμέσως θα αντιληφθεί τον λόγο για τον οποίο ονομάστηκε αλώπηξ ή αλωπός το ζώο αυτό.
(Από το ετυμολογικό λεξικό που παρέχεται δωρεάν από:http://athriskos.gr/%CE)
ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΜΑΛΛΟΝ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΕΤΕ
Πώς απαλλάσσεται η αλεπού από ψείρες, ψύλλους, τσιμπούρια και άλλα ενοχλητικά ζωύφια
Ποτέ λύκος δεν μπήκε μέσα σε κοτέτσι. Αλεπούδες μπαίνουν διότι διαθέτουν τρόπο να απαλλαγούν από τις κοτόψειρες.
Όταν λοιπόν οι αλεπούδες κολλήσουν τέτοιες ψείρες, μαζεύουν μια τούφα μαλλί από τα τσαλιά πάνω στα οποία ξύθηκαν πρόβατα, μπαίνουν στο νερό και αφήνουν απ’ έξω μόνο την μουσούδα τους η οποία κρατά το μαλλί. Οι ψείρες ανεβαίνουν και μαζεύονται όλες στην τούφα του μαλλιού. Κατόπιν παρατά η αλεπού την τούφα και την κάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.