Aς πιούμε στην υγειά των τρελών, των απροσάρμοστων, των επαναστατών, των ταραχοποιών.
Σε αυτούς που βλεπουν τα πράγματα διαφορετικά, που δεν τιμούν τους κανόνες, που δεν σέβονται την τάξη…
Μπορεί να τους επαινέσεις, να διαφωνήσεις, να τους τσιτάρεις, να δυσπιστήσεις, να τους δοξάσεις ή να τους κακολογήσεις.
Αλλα δεν μπορείς να τους αγνοήσεις. Γιατί αλλάζουν πράγματα.
Βρίσκουν, φαντάζονται, βοηθάνε, ερευνούν, φτιάχνουν, εμπνέουν.
Πώς αλλιώς θα κοιτάξουν ένα άδειο καμβα και θα δουν έργο τέχνης;
Ή θα καθίσουν στη σιωπή και θ’ ακούσουν τραγούδι που δεν έχει γραφτεί;
Εκεί που κάποιοι βλέπουν τρελούς, εμεις βλέπουμε μεγαλοφυίες.
Γιατί οι άνθρωποι που είναι αρκετά τρελοί για να πιστεύουν οτι μπορούν ν’αλλάξουν τον κόσμο, είναι αυτοί που στο τέλος το κάνουν.
————————————————————————————————————-
Μπορεί να έχουν περάσει ενενήντα ένα χρόνια από τη γέννηση του Κέρουακ (12/3) αλλά παραμένει ένα πρωταρχικό όνομα στη μυθολογία της νεότητας και της ελευθερίας.
Το προφανές:
ήταν ωραίος και παρέμεινε ωραίος γιατί πέθανε νέος.
Έγραψε διηγήματα, ποιήματα και μυθιστορήματα άλλα το magnus opus υπήρξε το βιβλίο του «Στο δρόμο» (εκδ. Πλέθρον). Αν ο Φλομπέρ ήταν η μαντάμ Μποβαρί, και ο Τζόις ο Οδυσσέας, ο Κέρουακ ήταν ο Σαλ Παραντάις – ο 24χρονος συγγραφέας, ήρωας του, ουσιαστικά, αυτοβιογραφικού βιβλίου του.
Το απόλυτο road trip.
Εκδόθηκε το 1957, και έντεκα χρόνια αργότερα οι φήμες ήθελαν τον Φράνσις Φορντ Κόπολα να διεκδικεί τα δικαιώματα για μια ταινία που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Χρειάστηκαν να περάσουν πάνω από πενήντα χρόνια για να το σκηνοθετήσει ο Walter Salles (Βάλτερ Σάλες, Ημερολόγια μοτοσικλέτας). Στα χρόνια που μεσολάβησαν το βιβλίο του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ταινίες όπως («Ξέγνοιαστος καβαλάρης», «Πέντε εύκολα κομμάτια», «Θέλμα και Λουίζ», «Γεννημένοι δολοφόνοι»).
Το να βάλεις τρεις νέους σε ένα αυτοκίνητο καθ’ οδόν για το Ντένβερ, το Σαν Φρανσίσκο, το Λος Άντζελες, το Τέξας και το Μεξικό, μπορεί στις μέρες μας να έχει μια χροιά ρομαντισμού ή και κοινοτοπίας. Ο Κέρουακ όμως έγραψε το βιβλίο σε μια εποχή που κανένας Αμερικανός δεν ταξίδευε γιατί δεν είχε λόγο να φύγει. Όλοι ζητούσαν τη σταθερότητα. Ήταν η εποχή του baby boom, των προαστίων που εξαπλώνονταν, της αφθονίας των οικιακών συσκευών, της μόνιμης δουλειάς, ήταν η εποχή που η τηλεόραση ήταν η διέξοδος και βρισκόταν στο σαλόνι.
Beat φιλίες.
Οι πειραματισμοί (με σεξ και ναρκωτικά), η αμφισβήτηση (της κοινωνικής τάξης), η φυγή (από την πόλη και τις καταναλωτικές συνήθειες) αλλά και η ελεγεία στην ειλικρινή αντρική φιλία μέσω του Σαλ και του Ντην που βγάζουν ο ένας του άλλου τον καλύτερο και τον χειρότερο εαυτό είναι αυτά που συνθέτουν την περίληψη του βιβλίου αλλά δίνουν και τον ορισμό μιας γενιάς. Το όνομα αυτής προσδιορίζεται από ένα μουσικό ρυθμό: Beat. Θα την καταγράψουν στα βιβλία τους και συγγραφείς όπως ο Ουίλιαμ Μπάροουζ («Γυμνό Συμπόσιο»), ο Άλεν Γκίνζμπεργκ («Το ουρλιαχτό») – η Αγία Τριάδα (με τον Κέρουακ) μιας παρέας που δοκιμάζει τα πάντα.
Ταχύτητα
Η ταχύτητα της γραφής του Κέρουακ ήταν παροιμιώδης και η ατάκα του Τρούμαν Καπότε χαρακτηριστική: «Ο Κέρουακ δεν γράφει, δαχτυλογραφεί». Το 1941 έγραψε σε μια δανεική γραφομηχανή 200 διηγήματα σε διάστημα 8 εβδομάδων. Ήθελε ακριβώς αυτό, ο τρόπος γραφής να ταιριάζει με το περιεχόμενο, ήθελε μια «αυθόρμητη πρόζα» όπου η εμπειρία θα μπορούσε να μεταγγιστεί απευθείας στον αναγνώστη, σαν πρόκληση ενός «σοκ τηλεπάθειας» όπως έλεγε. Έτσι γράφτηκε και το βιβλίο «Στο δρόμο»: σε διάστημα τριών εβδομάδων, δαχτυλογράφησε το πρώτο ντραφτ σε δέκα ρολά χαρτιού για τέλεξ το 1951. Εκδότη βρήκε έξι χρόνια αργότερα, αφού κόπηκε αρκετά και προστέθηκαν σημεία στίξης.
Το τέλος
Ο Κέρουακ ανάτρεψε το δεδομένο που θέλει τους συγγραφείς μοναχικούς με μια ασχολία που πραγματοποιείται αποκλειστικά κεκλεισμένων των θυρών. Γι’ αυτόν «ο δρόμος είναι ζωή» όπως το συνοψίζει ο πρωταγωνιστής του. Η επιτυχία του βιβλίου του όμως αποδείχτηκε αδιέξοδο. Συνέχισε να γράφει («Μπίγκ Σερ», «Οι αλήτες της Ντάρμα») χωρίς να έχει την ίδια επιτυχία, συνέχισε να πίνει και ξέκοψε από τους φίλους του. Παντρεύτηκε τρεις φορές αλλά πέθανε το 1969 από κίρρωση του ύπατος στο σπίτι της μητέρας του. Το 2001 δημοπρατήθηκε από τον οίκο Christies το χειρόγραφο-ρολό του Κέρουακ. Πουλήθηκε στον Αμερικανό επιχειρηματία James Irsay στην τιμή των 2,43 εκατομμυρίων δολαρίων.
Το twitter όμως συνεχίζει να γεμίζει με αποφθέγματα του, με πιο δημοφιλές μια αποστροφή του βιβλίου: «οι μόνοι που αξίζουν για μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν, να σωθούν, που ποθούν τα πάντα την ίδια στιγμή, αυτοί που ποτέ δεν χασμουριούνται ή δεν λένε κοινότοπα πράγματα, αλλά πού καίγονται, καίγονται, καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά».
http://ilesxi.wordpress.com
http://www.athensvoice.gr
http://bluebig.wordpress.com/
Ωραίο άρθρο!
ΑπάντησηΔιαγραφή