Μας συζητάν δίχως γιατί και όχι άδικα.
Όπως γυρνάμε στα στενά παλιά λαδάδικα.
Όπως γυρνάμε στα στενά παλιά λαδάδικα.
Τι παράξενο πράγμα να νυστάζεις όλη την ημέρα και τη νύχτα να μη σου κολλάει ύπνος. “Καιρό έχω να βγω να περπατήσω νύχτα” σκέφτηκα.
Γιατί όχι λοιπόν; Πήρα το αυτοκίνητο και κατευθύνθηκα στο λιμάνι. Πάντα μου άρεσε να περπατώ δίπλα στα πλοία. Ειδικά τη νύχτα έτσι όπως φωτισμένα σαν χριστουγεννιάτικα δένδρα. Να ακούω τον υπόκωφο των μηχανών τους και να ξεγελιέμαι περπατώντας δίπλα τους πως ανά πάσα στιγμή μπορώ να μπω σε κάποιο από αυτά για να σαλπάρουμε. Για πού; Δεν έχει σημασία. Προορισμός είναι το ίδιο το πλοίο.
Περπατούσα δίπλα στα καράβια λοιπόν. Η όποια κίνηση του δρόμου που ήταν μακριά από το λιμάνι δεν ακουγόταν.
Κάθισα σε μια μπίντα (καβοδέστρα) να καθαρίσει λίγο ο νους μου από τα άγχη και τα προβλήματα. Δεν είναι καθόλου δύσκολο. Ο θαλασσινός αέρας όπως παρέσυρε κάποια χαρτάκια που ήταν σκορπισμένα τριγύρω προς άγνωστη κατεύθυνση πήρε και το δικό μου νου.
Στο βάθος φαινόταν μια μαυροφορεμένη λεπτή σιλουέτα. Άναβε το τσιγάρο του, έκανε μια ρουφηξιά και συνέχισε προς το μέρος μου. Δεν έδωσα σημασία. Προφανώς κάποιος ναυτικός που επιτέλους πήγαινε σπίτι του για λίγη ώρα ξεκούρασης.
Η σκέψη μου έφυγε πάλι κοιτάζοντας τη θάλασσα.
- Θάλασσες!
- Παρακαλώ;
- Μέσα στα μάτια σου θάλασσες!
“‘Εχε γούστο” σκέφτηκα!
- Και με ταξίδευες σαν το καράβι, απήντησα.
- Ήταν αγαπημένη μου επιτυχία…
- Ξέρεις, με μαξιλάρι τα δυο σου χέρια που κρατούσαν το μικρόφωνο, ονειρευτήκαμε ότι θέλαμε. Ακόμη θυμάμαι πριν 15 χρόνια όταν σε απολαύσαμε όρθιοι κάτι φίλοι ένα βράδυ στη Σφεντόνα.
- Χαχα, σιγογέλασε με βραχνή φωνή. Για πες μου τώρα τι κάνεις εδώ τέτοια ώρα;
- Κοιτάζω τις θάλασσες.
- Για να φύγεις;
- Όχι απαραίτητα. Κανείς δεν μπορεί να φύγει από ότι τον καταδιώκει. Αναρωτιέμαι όμως ρε Δημήτρη. Δεν μπορεί αυτή η χώρα να μπει σε ένα πλοίο και να βγει πάλι στα ανοικτά ή έστω σε ένα πλοίο να βάλει όσα την πληγώσαν να τα στείλει μακριά;
- Ώραια ρίμα μικρέ. Άμα θα ρθεις με το καλό επάνω, να την κάνουμε τραγούδι. Αλλά αφού με ρώτησες θα σου πω. Μέσα από τα τραγούδια μου που είναι βγαλμένα από τη ζωή. Και τα δυό που λες γίνονται αλλά εσείς δεν μπορείτε.
- Λες ε;
- Λέω κι όχι μόνο εγώ. Εκεί πάνω σας συζητάν δίχως γιατί και όχι άδικα.
- Όπως γυρνάμε στα στενά ευρω…λαδάδικα;
- Έτσι αδερφέ μου, κι άφησε τον καπνό να βγει από το στόμα του. Ξέρεις όταν έφυγα πέρυσι κράτησα την ελπίδα ότι θα αντιδράσετε. Αλλά δεν το κάνατε.
- Όχι όλοι.
- Μη δικαιολογείσαι. Δε σε κακίζω. Όχι όσοι έπρεπε όμως.
- Δειλός κατάντησε ο λαός μας. Θυμάμαι που τραγουδούσα για τα παιδιά που χάθηκαν το καλοκαίρι του 1996 στην Κύπρο. Τον Τάσο και το Σολωμό. Λεβέντες ρε. Με το χάρο γίναν φίλοι και με τσιγάρο έφυγαν στα χείλη.
- Τόλμησαν Δημήτρη.
- Εσείς δεν τολμάτε ούτε τους προδότες να διώξετε. Είστε απίστευτοι. Τι με κοιτάζεις μουδιασμένο; Συγχώρα που δεν καταλαβαίνω τι λένε οι τεχνοκράτες και οι ειδικοί.
- Ξέρεις τι μου έλεγε κάποιος τις προάλλες, ότι όλοι αυτοί είναι ατμός και φεύγουν.
- Δεν έχει άδικο ο Θανάσης. Εσείς μαραζώνετε. Ο Χάρος, ο χάρος βγήκε παγανιά και θέρισε μια γειτονιά τα τελευταία χρόνια. Συνοικία ολόκληρη δηλαδή.
- Αποκάματε, μου είχε πει κάποιος άλλος πριν τις εκλογές. Δεν είχε άδικο.
- Αγόρι μου πρέπει να τραβήξετε κάποιο δρόμο όμως. Άλλος για Χίο τράβηξε πήγε, κι άλλος για Μυτιλήνη.
- Κι εμείς τραβήξαμε για τη δουλεία μας Δημήτρη. Αλήθεια πως από δω;
- Καμιά φορά έρχομαι εδώ. Έχει κάτι φτωχά παιδιά και τους τραγουδούσα λίγο. Αλλά τώρα…
- Τι;
- Δεν έχω τι να παίξω στα παιδιά, στην αγορά στο Λαύριο.
- Τα ξέρουν όλα τα παιδιά Δημήτρη. Πάντως αφού μου έδωσες την ευκαιρία πρέπει να σου πω ότι κι εσύ μας άφησες πάρα πολύ νωρίς. Πού είναι ο πνευματικός – καλλιτεχνικός κόσμος; Σε όλες τις έντονες πολιτικά εποχές υπήρχαν προσωπικότητες που άρθρωναν λόγο μέσα από το πόστο τους.
- Ήπιε ένα ποτήρι θάνατο αλλά δε μέθυσε, πέθανε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.