10 Αυγ 2011

Η πρώτη αναδιάρθρωση… στο πρώτο προτεκτοράτο του ευρώ…



thumb


Γράφει ο Κώστας Παπούλης

Συνέβη τελικά αυτό που η «ελληνική» κυβέρνηση, δήλωνε συνεχώς ότι δεν θα συμβεί…., μια αναδιάρθρωση χρέους, με πρωτοβουλία βέβαια (και σύμφωνα με τα συμφέροντα) του δανειστή.

 Αυτό που κάνει εντύπωση, είναι η πλήρης απουσία ελληνικής πρότασης και παρουσίας, κατά την διάρκεια των «διαπραγματεύσεων».

Εδώ και ένα χρόνο η Ελλάδα, έχει απολέσει κάθε έννοια εθνικής αυτοτέλειας και κυριαρχίας.

 Ουσιαστικά, όμως, με την αποδοχή της συνθήκης του Μάαστριχτ, και την είσοδο της στο ευρώ, η πατρίδα μας θυσίασε όλα τα σταθεροποιητικά εργαλεία της οικονομικής πολιτικής της, χάριν της φενάκης της  Ελλάδας που, επειδή  εισέρχεται στο «κλαμπ των ισχυρών», θα γίνει και η ίδια ισχυρή.
Καταργήθηκε το ...
εκδοτικό προνόμιο της τράπεζας της Ελλάδας, και το κράτος παραδόθηκε στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.
 Η νομισματική πολιτική που ακολουθούσε και ακολουθεί η  Ε.Κ.Τ.,  ήταν και είναι αντίθετη με τον οικονομικό κύκλο της ελληνικής οικονομίας, ενώ το σκληρό ευρώ, δεν ωφελεί την τελευταία. Ταυτοχρόνως, η άσκηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής είναι απαγορευμένη υπόθεση, για την έξοδο από την σημερινή ύφεση. Τελικά, η κατάργηση κάθε εθνικής οικονομικής πολιτικής (εμπορικής, συναλλαγματικής, δημοσιονομικής, νομισματικής, βιομηχανικής) κάνει την Ελλάδα την πρώτη  χώρα στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, που καλείται να εξέλθει μίας βαθειάς κρίσης, μη διαθέτοντας κανένα απολύτως μέσο πολιτικής (πλην της εισοδηματικής, η οποία, λόγω της ΟΝΕ,  δεν μπορεί παρά να ασκείται μονόπλευρα στην περιφέρεια της ευρωζώνης, δηλ. σε βάρος των μισθωτών).

Εν απουσία, λοιπόν, μέσων, οι  κυβερνήσεις, αδυνατούσαν να ελέγξουν το συνεχώς διογκούμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο από -2,7%, το 1998 εκτοξεύθηκε στο -14,5% του ΑΕΠ, το 2008, και είναι η αιτία της σημερινής εξωτερικής υπερχρέωσης, ενώ καλύφτηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του, από τον δανεισμό του δημοσίου. Έτσι, στα «χρυσά χρόνια» της ΟΝΕ, άλλαξε η σύνθεση του δημοσίου χρέους: από κύρια εσωτερικό έγινε κύρια εξωτερικό.
 Πρέπει να τονιστεί ότι αιτία της δημοσιονομικής χρεοκοπίας, δεν είναι γενικά το δημόσιο χρέος, αλλά το εξωτερικό δημόσιο χρέος, που από 20% του ΑΕΠ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90, ανέρχεται σήμερα σε 100% περίπου. Μεγάλο μέρος του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αποτελούν, επίσης, οι διευρυνόμενοι τόκοι εξυπηρέτησης του εξωτερικού χρέους.
 Το ισοζύγιο εισοδημάτων από -1,1% του ΑΕΠ το 1998, είχε ήδη βρεθεί στο -4,5% το 2008. Σήμερα, μια στάση πληρωμών θα φέρει το ισοζύγιο κοντά στην ισορροπία, λόγω της ανακούφισης του από τους τόκους.
Στον «ευρωπαϊκό Νότο», η πρώτη δεκαετία της ΟΝΕ χαρακτηρίστηκε από μία δομική, (ίσως προϋπολογισμένη, από τους «αρχιτέκτονες» της Ευρώπης) «στρέβλωση». Ενώ η  παραγωγική βάση αδυνάτιζε, εξαιτίας της έκθεσης στο απολύτως ελεύθερο (εντός της ΟΝΕ) εμπόριο, αλλά και του σκληρού ευρώ για το εκτός ΟΝΕ,  το ΑΕΠ αύξανε μέσω του εξωτερικού δανεισμού. Στην Ελλάδα, αυτή η «ανάπτυξη», στηρίχτηκε στην αύξηση της κατανάλωσης εισαγόμενων προϊόντων, σε επενδύσεις σε κατοικίες,  σε δημόσια έργα, στους ολυμπιακούς αγώνες κ.λπ..

 Σήμερα, που η πλαστή ευμάρεια τελείωσε, ο Νότος και η Ελλάδα καλούνται όχι μόνο να προσαρμοστούν στην νέα υποβαθμισμένη  θέση τους στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας, αλλά και να επιστρέψουν τα «δανεικά». Ανάλογα, οι οικονομίες του «Βορρά» (δηλαδή οι τράπεζές τους), που μέρος της αποταμίευσής τους κατευθύνθηκε στην περιφέρεια της ευρωζώνης, επιθυμούν να πάρουν πίσω όσα περισσότερα μπορούν. Αν αναλογιστούμε, ότι μόνο 5 μεγάλες τράπεζες έχουν δανείσει  στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα της περιφέρειας 300 δις ευρώ, καταλαβαίνουμε ότι σκοπός των αφεντικών της Ηπείρου, είναι να διατηρούν τις οικονομίες του Νότου οριακά ζωντανές, ώστε να εξυπηρετούν το μεγαλύτερο τμήμα του χρέους. Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολη υπόθεση, μια που η Ελλάδα, η Ιρλανδία, και η Πορτογαλία είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένες.

Η «λύση» που δόθηκε για την Ελλάδα, αν και  τη γνωρίζουμε (;) πολύ χοντρικά, αφήνει μια μεγάλη απορία: Εντάξει, όλα τα δάνεια που λήγουν τα επόμενα χρόνια θα επιμηκυνθούν, τα λεφτά (ουσιαστικά: τα εμπορεύματα) για την πληρωμή των τόκων, από πού, όμως, θα βρεθούν; Αν πιστέψουμε τον πρωθυπουργό, το μέσο επιτόκιο θα κυμανθεί στο 5%. Ας κάνουμε, χάριν ευκολίας,  την υπεραισιόδοξη (και απίθανη) εκτίμηση ότι, μετά τα «κουρέματα» κ.λπ., στο τέλος του 2012, το χρέος θα βρίσκεται στο 150% του ΑΕΠ, τότε προκύπτουν τόκοι της τάξης του 7,5% του ΑΕΠ. Πρέπει να σημειώσουμε ότι σήμερα το χρέος – με τάση αύξουσα – βρίσκεται στο 158%, ενώ άλλες αναλύσεις εκτιμούν (Reuters Breakingnews, 25/7) ότι το χρέος από την συμφωνία θα αυξηθεί στο 179%.

Αντίστοιχα, το δημόσιο έλλειμμα (κυρίως οι τόκοι + το πρωτογενές έλλειμμα)  είναι πέραν του 10% του ΑΕΠ, οικονομικό μέγεθος που ισούται με το σύνολο των δαπανών για  τους μισθούς και συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, ή των συνολικών εσόδων από τον ΦΠΑ.

Εξετάζοντας την δυναμική του δημοσίου χρέους, υποθέτοντας ρυθμούς μεγέθυνσης: -1%, 0%, 1%, 2%, 3% ή 4%, και πληθωρισμό 1,5% (ως προς το ΑΕΠ), έπεται ότι  για να σταθεροποιηθεί στο 150% χρειάζεται αντιστοίχως πρωτογενές πλεόνασμα : 6,75%, 5,25%, 3,75%, 2,25%, 0,75% ή -0,75. Για το 2011 η  ύφεση αναμένεται να κινηθεί πέριξ του -4,5%, όπως και το 2010, ενώ το πρωτογενές έλλειμμα γύρω από το  -3%. Τέλος για να μειωθεί το χρέος κατά 5% σε ένα έτος (αναγκαίο ποσοστό μείωσης, που θα προβλέπεται από το σύμφωνο για το ευρώ) με πρωτογενές πλεόνασμα: -1%, 0% ή 1%,  χρειάζεται μεγέθυνση 9,5%, 8,5%, ή 7,5%. Φυσικά, αν υπάρξει αποπληθωρισμός, όπως επιδιώκεται, ή, έστω, χαμηλότερος  πληθωρισμός,  οι ρυθμοί μεγέθυνσης και τα πρωτογενή πλεονάσματα  που απαιτούνται γίνονται σαφώς μεγαλύτερα.

Συνάγεται εύκολα, λοιπόν, ότι και μετά την αναδιάρθρωση του χρέους και την «συμφωνία για την Eλλάδα», η διαχειρισιμότητα του δημοσίου χρέους απαιτεί υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ποιες, όμως, θα είναι οι πηγές τους; Την περίοδο 1980-2000, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης ήταν 1,5%. Την περίοδο 2000-2008 ήταν 4,2%, αλλά στηριζόταν στην ροή του εξωτερικού δανεισμού. Σήμερα, αυτή η ροή καλείται να αλλάξει φορά και, ταυτοχρόνως, να ξεπεραστούν οι ρυθμοί ανάπτυξης της τελευταίας περιόδου. Με άλλα λόγια: «τετραγωνισμός του κύκλου».

Εν τω μεταξύ η Ελλάδα υποχωρεί συνέχεια σε διεθνή ανταγωνιστικότητα. Το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές, από 0,23% που ήταν το 1990, δηλ. πριν την ένταξη στην κοινή αγορά,  υποχώρησε  σε 0,16% το 2008. Ανάλογα, ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές, από 42% την δεκαετία του 80, υποχώρησε μετά την είσοδο στην ευρωζώνη στο 32%.

Η υπόθεση ότι η εσωτερική υποτίμηση και η συνεπακόλουθη πτώση των μισθών θα οδηγήσει σε ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός. Οι μέσες αμοιβές το 2003 στην Ελλάδα ανέρχονταν στο 45% της Γερμανίας και στο 52% του μέσου όρου της Ε.Ε. Όμως καμία ανταγωνιστικότητα δεν αποκαταστάθηκε.

Η Ελλάδα στερείται τεχνολογίας, οικονομιών κλίμακας και συγκέντρωσης, γενικών υποδομών, επενδύσεων στην έρευνα, και όλα τα σχετικά χαρακτηριστικά που κατατάσσουν μία οικονομία στις ανεπτυγμένες. Η Γερμανία που είχε αυτά τα χαρακτηριστικά, «κλείδωσε» την υπεροχή της με το ευρώ. Η Ελλάδα, η οποία από το 1974 μέχρι την ένταξη στην ΟΝΕ υποτίμησε την δραχμή σε σχέση με το δολάριο κατά δέκα και πλέον φορές, παρέδωσε κάθε μέσο άμυνας που διέθετε η οικονομία  της. Η διαφορά στην παραγωγικότητα της εργασίας, δεν μπορεί να καλυφτεί από την διαφοροποίηση των μισθών ανάμεσα στο κέντρο και στην περιφέρεια. Συνεπώς, ακόμη και αν μηδενιστούν οι μισθοί στην Ελλάδα, καμία ανάπτυξη (εντός της ΟΝΕ) δεν προβλέπεται. Αντίθετα, θα τεθούν σε ισχύ δυνάμεις «σωρευτικής αιτιότητας», που είχαν αδρανήσει τα χρόνια της πλασματικής ανάπτυξης, και θα ενισχύσουν περεταίρω τις ανισότητες ανάμεσα στο κέντρο και στην περιφέρεια. Για παράδειγμα, η μετανάστευση της επιστημονικής αφρόκρεμας της ελληνικής νεολαίας, προς τις χώρες εκείνες που έχουν υψηλότερους μέσους μισθούς λόγω, ακριβώς, υψηλότερης παραγωγικότητας, θα οδηγήσει σε νέα, μακροχρόνια, αποψίλωση της χώρας. Έτσι, κατά την επόμενη περίοδο, δεν θα έχουμε μόνον μία αντιστροφή της φοράς των χρηματικών κεφαλαίων αλλά και μία δυσμενή, για τη χώρα μας, ροή «ανθρωπίνου κεφαλαίου».
Όλα αυτά τα δεδομένα συγκλίνουν στο ότι μία δεύτερη, και μεγάλη, αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι πολύ πιθανή, όπως και μια άτακτη χρεοκοπία. Πρέπει να αξιολογηθεί και το γεγονός, ότι παρά την ελληνική κρίση, και την κρίση «χρέους» στα PIIGS, η ισοτιμία του ευρώ βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Το ζωτικό δίλημμα, επομένως, για την Ελλάδα είναι: Πακιστανοποίηση και κατάσχεση της χώρας, σε μόνιμο καθεστώς Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου και ευρωκίνητης χούντας,  με σοβαρό το  ενδεχόμενο ανοικτής χρεοκοπίας και ανεξέλεγκτης αποχώρησης από την ευρωζώνη, ή συγκροτημένη σύγκρουση με το ευρωπαϊκό κέντρο, αθέτηση πληρωμών, ελεγχόμενη και αριστερή έξοδος από το ευρώ (και πιθανά και από την Ε.Ε.),1 εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, παραγωγική αναγέννηση και εκδημοκρατισμός, κάτω από ένα ριζοσπαστικό κίνημα και μια λαϊκή κυβέρνηση που θα το εκφράσει, όπως π.χ. στην Βενεζουέλα. Ανάμεσα στις δύο παραπάνω εκδοχές, δεν αποκλείεται μία μέση λύση τύπου Κίρχνερ, που θα επιβάλλει ο λαϊκός παράγοντας, απουσία αριστερής πρότασης, όπως και στην Αργεντινή, που και αυτή όμως προϋποθέτει, την αθέτηση πληρωμών, και την διάρρηξη των δεσμών με το κοινό νόμισμα.
Δυστυχώς, η κοινοβουλευτική αριστερά βρίσκεται εκτός πραγματικότητας. Ο Περισσός αναπολεί, ως λύση, την δόξα του ΚΚΣΕ, ενώ η Κουμουνδούρου μιλάει για τους «ηγέτες της Ευρώπης», λες και πρόκειται για τους ηγέτες του ΚΚΣΕ, ξεχνώντας ότι η πολιτική ελίτ που διευθύνει την ήπειρο, εκπροσωπεί στυγνά καπιταλιστικά κράτη, με βάρβαρη ιστορία (και παρόν) αποικιοκρατίας και ιμπεριαλισμού.
Από αυτήν την άποψη, η συγκρότηση ενός μεταβατικού προγράμματος από δυνάμεις της αριστεράς, οι οποίες είναι «υποχρεωμένες», ελλείψει άλλου, να εκφράσουν τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, συνιστά τη μόνη ρεαλιστική λύση στην ελληνική τραγωδία.
(1) Παραμονή της Ελλάδας στην Ε.Ε., θα μπορούσε να υπάρξει μόνο με ειδικά πρωτόκολλα. Π.Χ. περί ειδικής προστασίας και ανάπτυξης ελληνικής βιομηχανίας, όπως διεκδικούσε η ελληνική κυβέρνηση την δεκαετία του 80,  κ.α., που άρουν τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού που η Ε.Ε. προωθεί στην περιφέρεια, υπέρ της τελευταίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.