1 Μαΐ 2011

Χώρα μεταναστών η Ελλάδα του 21ου αιώνα



thumb


Σε προηγούμενα φύλλα, το «Π» είχε παρουσιάσει τμήματα μι­ας πολυσέλιδης απόρρητης έκ­θεσης της αστυνομίας, στην οποία υπό την οπτική γωνία του δεδομένου για το αξίωμα των συντακτών της συντηρητι­σμού επιχειρήθηκε να γίνει μια κατα­γραφή - εκτίμηση του θέματος της οι­κονομικής μετανάστευσης σε συνάρ­τηση με τις όποιες επιπτώσεις - επιρ­ροές προκαλεί στο κοινωνικό στάτους και σε κρίσιμους δείκτες της μακροοι­κονομίας.
Είδαμε ότι η πρόβλεψη είναι το 2015 ο αριθμός των νόμιμων και παράνομων μεταναστών να εξακοντιστεί γύρω στα 2.150.000 άτομα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ, ο πληθυσμός της Ελλάδας το ίδιο έτος αναμένεται να ...
δι­αμορφωθεί σε περίπου 14 εκατομμύ­ρια, εκ των οποίων ποσοστό άνω του 20% θα είναι αλλοδαποί.
Ο ΟΗΕ ωστόσο υπολόγισε επακρι­βώς και πόσοι μετανάστες θα χρειά­ζονταν στις ευρωπαϊκές χώρες προκει­μένου η μετανάστευση να διατηρήσει σταθερή τη σχέση εργαζομένων / συ­νταξιούχων σε διάφορες χώρες έως το 2050.
Η Γερμανία, με αναλογία κατά κεφα­λήν εισοδήματος και γεννητικότητας (Total Fertility Rate , TFR) ίδια με την ελ­ληνική, θα χρειαζόταν 188 εκατομμύ­ρια μετανάστες (με πληθυσμό 80-85 εκατομμυρίων), η Ιταλία 120 εκατομ­μύρια μετανάστες (με πληθυσμό 60 εκατομμυρίων) και κατ’ αντιστοιχία η Ελλάδα θα χρειαζόταν τουλάχιστον… 20 εκατομμύρια μετανάστες, για να κρατήσει σταθερή τη σχέση ενεργού πληθυσμού - συνταξιού­χων.
Στη βάση των παραπάνω συ­μπερασμάτων, τα μέλη της συντα­κτικής ομάδας που εκπόνησαν τη με­λέτη, επιχείρησαν να προβλέψουν τις επιρροές - επιπτώσεις του ζητήματος της μετανάστευσης, όχι για το μακρινό 2050, αλλά μέχρι το εγγύς 2014, με­ταξύ άλλων πάνω σε συγκεκριμένους δείκτες της μακροοικονομίας, όπως το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και η Ανεργία. Το εντυπωσιακό στοιχείο που προκύπτει για τέτοιου είδους και επαγ­γελματικής προέλευσης αναλυτές εί­ναι πως στους σχετικούς τομείς καταδεικνύεται η αδήριτη αναγκαιότητα της παρουσίας των προσφύγων.
Κεντρικοί και σημαντικότεροι μα­κροοικονομικοί δείκτες, όπως σημει­ώνεται διευκρινιστικά, στην εξέταση του φαινομένου της παράνομης μετα­νάστευσης στην Ελλάδα κρίνονται το
Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και η Ανεργία.

Mετανάστες και ΑΕΠ

Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ή ΑΕΠ (Gross Domestis Product – GDP) είναι το σύνολο όλων των προϊόντων και αγαθών που παράγει μια οικο­νομία, εκφρασμένο σε χρηματικές μονάδες. Με άλλα λόγια, είναι η συ­νολική αξία όλων των τελικών αγαθών (υλικών και άυλων) που παρήχθησαν εντός μιας χώρας σε διά­στημα ενός έτους, ακόμα και αν μέρος αυτού παρήχθη από παραγωγικές μο­νάδες που ανήκουν σε κατοίκους του εξωτερικού.
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν εκ­φράζεται μαθηματικά ως εξής:
GDP = C + I + G + NX, όπου: (C) κα­τανάλωση, (Ι) επένδυση, (G) δημόσι­ες δαπάνες για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών και (ΝΧ) καθαρές εξαγω­γές.

Κατανάλωση (Consumption) είναι η δαπάνη που πραγματοποιούν τα νοικο­κυριά για την αγορά αγαθών και υπη­ρεσιών. Επένδυση (Investment) είναι η δαπάνη για την αγορά κεφαλαιουχι­κού εξοπλισμού, αποθεμάτων και κτι­ρίων. Δημόσιες δαπάνες (Government purchases) είναι οι δαπάνες για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών τις οποί­ες πραγματοποιούν η τοπική αυτοδιοίκηση και η κυβέρνηση, π.χ. αγορά οχημάτων για την Ελληνική Αστυνομία. Καθαρές εξαγωγές (Net eXports) είναι η διαφορά της δαπάνης για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών που παράγο­νται στην εγχώρια οικονομία και αγο­ράζονται από αλλοδαπούς (εξαγωγές) από τη δαπάνη για την αγορά ξένων αγαθών και υπηρεσιών που πωλούνται στην εγχώρια οικονομία (εισαγωγές).
Σύμφωνα με τη συνάρτηση αυτή, κάθε επιπλέον μετανάστης συμβάλλει κατά 49.000 ευρώ τον χρόνο στο ΑΕΠ της χώρας. Το ποσό δεν κρίνεται υπερ­βολικό καθώς πρέπει να συνυπολογι­στεί το γεγονός πως οι μετανάστες ερ­γάζονται σε μεγάλο ποσοστό σε δρα­στηριότητες όπως οι κατασκευές και η μεταποίηση, οι οποίες έχουν μεγάλη προστιθέμενη αξία.
Με άλλα λόγια, παράγει αξία, σε αντίθεση με μεγάλο μέρος των ημεδα­πών που απασχολούνται σε μη άμεσα παραγωγικές δραστηριότητες. Σε δεύ­τερο βαθμό εξηγείται και από τον πολ­λαπλασιαστή, δηλαδή με την κίνηση της αγοράς από το εισόδημά του.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης ο υπολογισμός του ΑΕΠ σύμφωνα με τις προβλέψεις για την εξέλιξη της μετα­νάστευσης.
Μετανάστες και ανεργία
Ανεργία είναι η κατάσταση ενός ατό­μου, που, ενώ είναι ικανό, πρόθυμο και διαθέσιμο να απασχοληθεί, δεν δύ­ναται να βρει εργασία. Η ανεργία έχει τρεις βασικές οικονομικές συνέπειες:
α. Προκαλεί απώλεια παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή της εργασίας των ανέργων, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγική δια­δικασία.
β. Σημαίνει απώλεια εισοδήματος για τον άνεργο και την οικογένειά του.
γ. Επιβαρύνει τον κρατικό προϋπο­λογισμό, λόγω της παροχής των επιδο­μάτων ανεργίας προς τους ανέργους.
Φυσικά οι συνέπειες της ανεργίας εί­ναι ευρύτερες, γιατί η κατάσταση της ανεργίας μπορεί να είναι εξαιρετικά επώδυνη για τον άνεργο και την οικογένειά του αφού, εκτός από την απώλεια εισοδήματος, μειώνει την κοινωνική θέ­ση, δημιουργεί προβλήματα αυτοσεβα­σμού, οικογενειακών τριβών κ.ά.
Με άλλα λόγια, πέρα από τις οικονο­μικές συνέπειες, η ανεργία δημιουργεί σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Κάθε επιπλέον παράνομος μετανάστης συμ­βάλλει στη μείωση κατά 0,081 άτομο της ανεργίας ή, με άλλα λόγια, περίπου 12 επιπλέον μετανάστες μειώνουν την ανεργία κατά ένα άτομο.
Αυτό το συμπέρασμα αντίκειται στις καθημερινές διαπιστώσεις των πολι­τών, αλλά αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός πως τα επίσημα στοι­χεία δείχνουν τη μείωση των ανέργων κατά 25% την περίοδο 2004-2008, καθώς μέχρι το 2008 υπήρχε έντονη οικοδομική δραστηριότητα, η οποία απορροφούσε το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών και δημιουργούσε ταυτόχρονα θέσεις εργασίας για τους ημεδαπούς σε σχετικές με τις κατα­σκευές υπηρεσίες.
Ίσως να πρέπει να ερευνηθεί η πι­θανότητα πως σημαντικό μέρος των ανέργων δεν εγγράφεται στον ΟΑΕΔ, ανεξάρτητα εάν είναι ημεδαποί ή αλ­λοδαποί. Μια άλλη εξήγηση μπορεί να είναι πως η ανεργία των μεταναστών δεν σχετίζεται με την ανεργία των Ελ­λήνων, καθώς οι εργασίες στις οποίες απασχολούνται είναι γενικά διαφορετι­κές. Ας σημειωθεί πως το ρ είναι κοντά στο μηδέν, δηλαδή τα δύο αυτά μεγέ­θη (ανεργία και πληθυσμός μετανα­στών) δεν σχετίζονται άμεσα.
Η παλινδρόμηση ανάμεσα σε μη νό­μιμους μετανάστες και ανεργία δίνει πρακτικά το ίδιο αποτέλεσμα. Τα στοιχεία δεν είναι σαφή και δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ασφαλή συμπερά­σματα, καθώς υπάρχουν πολλοί παρά­γοντες οι οποίοι δεν μπορούν να εξη­γηθούν από το μοντέλο.
Αγορά εργασίας
Η κατάσταση στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα έχει επηρεαστεί δραματι­κά από τη ραγδαία είσοδο των μετανα­στών σε αυτή. Η χώρα μας παρουσιά­ζει πολλά κοινά στοιχεία με τις άλλες χώρες της Νοτίου Ευρώπης, αλλά και πολλές ιδιαιτερότητες. Αυτό που δια­κρίνει τη χώρα μας από όλες τις άλλες είναι ότι ενώ σε Ευρώπη και Αμερική οι μετανάστες τείνουν να συγκεντρώνο­νται σε συγκεκριμένους τομείς, εδώ οι μετανάστες απασχολούνται σε όλους σχεδόν τους οικονομικούς τομείς. Επι­πλέον, μεγάλο ποσοστό απασχολείται στην άτυπη αγορά εργασίας και την παραοικονομία.
Η άτυπη αγορά εργασίας χαρακτηρί­ζεται από την ένταση εργασίας και τον αντίστοιχα χαμηλό βαθμό διείσδυσης τεχνολογικού εξοπλισμού. Επίσης, κυ­ριαρχείται από άσχημες συνθήκες ερ­γασίας, οι ασχολίες είναι βαριές και παρουσιάζουν μεγαλύτερη επικινδυ­νότητα εργατικών ατυχημάτων. Συνε­πακόλουθο της παράνομης μορφής της εργασίας είναι βέβαια η ευρύ­τατη διάδοση των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων σε αυ­τούς τους τομείς, η χαμηλή αμοιβή, η απουσία επαγγελματικής ανέλιξης, η παρουσία της επισφάλειας.
Τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι «η πλέον σημαντική εξέλιξη στην ελληνι­κή αγορά εργασίας κατά τη δεκαετία του 1990 (και τη δεκαετία του 2000, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια) είναι αναμφίβολα η νόμιμη και παράνομη, κατά το μεγάλο μέρος, μετανάστευση εργατικού δυναμικού προς τη χώρα μας από τις γειτονικές χώρες (κυρίως Αλβανία), αλλά και από πολλές άλλες χώρες του κόσμου».
Με δεδομένο ότι πολλοί αλλοδαποί διαφεύγουν των απογραφών και των ερευνών λόγω του φόβου της σύλλη­ψης, διάφοροι μελετητές υπολογίζουν ότι οι νόμιμοι μετανάστες αποτελούν το 12% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Αν συνυπολογιστούν και οι μη νόμιμοι μετανάστες, τα ποσοστά των μεταναστών στο σύνολο του πληθυ­σμού, αλλά και στην αγορά εργασίας, είναι πολύ μεγαλύτερα. Τα προηγούμε­να στοιχεία καταδεικνύουν ότι το σύνο­λο των οικονομικών τομέων της χώρας - πλην του δημόσιου τομέα - εξαρτά­ται πλέον απόλυτα από τη μεταναστευ­τική εργασία.
Ένα επιπλέον στοιχείο του πληθυ­σμού των αλλοδαπών είναι ο δυναμι­κός του χαρακτήρας, που απεικονίζε­ται στην ποσοστιαία σύνθεσή του.
Συγκεκριμένα, ο παραγωγικός πληθυσμός των αλλοδαπών πλησιάζει το 80% του πληθυσμού τους, ενώ για τους Έλληνες το αντίστοιχο ποσοστό είναι 66,2%. Πάνω από το ήμισυ του πλη­θυσμού των αλλοδαπών ανήκει στην ηλικιακή κατηγορία 15 έως 39 ετών (52%), ενώ ο νεανικός πληθυσμός, 0-14 ετών, αντιστοιχεί στο 19,25% του συνολικού πληθυσμού τους.
Η συμμετοχή τους στον πληθυσμό της χώρας βαίνει συνεχώς αυξανόμενη και παρόμοιες τάσεις, αλλά πιο έντο­νες, παρουσιάζει η συμμετοχή τους στο εργατικό δυναμικό. Έτσι, σύμφω­να με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατι­κού Δυναμικού, η οποία - σημειωτέον - παρουσιάζει πολύ χαμηλότερα πο­σοστά στα εν λόγω μεγέθη από όλες τις άλλες έρευνες, όταν το 1993 ήταν περίπου γύρω στο 1,5%, έφθασαν πά­νω από 6% το 2006.
Ακόμα πιο εκρηκτική είναι η αύξηση της συμμετοχής τους στις ηλικίες 15-19, 20-24 και 35-39. Στην πρώτη περίπτω­ση (15-19), που είναι και η πιο ακραία, από περίπου 2% το 1993, έφθασαν το 2006 κοντά στο 12%. Πάντως, ένα δεύτερο γενικό συμπέρασμα είναι ότι «οι διαφορετικές αλλαγές στις ηλικια­κές ομάδες, που συντελέστηκαν σε Έλ­ληνες και αλλοδαπούς, έχουν ως απο­τέλεσμα τη μείωση των Ελλήνων και την αύξηση των αλλοδαπών αντίστοιχα στον παραγωγικό πληθυσμό».
Από τα παραπάνω μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι «κατ’ εξοχήν φαι­νόμενο απασχόλησης, η μετανάστευ­ση προς την Ελλάδα διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την εργασιακή πραγ­ματικότητα της χώρας, δημιουργώντας νέα δεδομένα σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομίας». Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα στοιχεία για το ποιες θέσεις εργασίας καταλαμβά­νουν οι μετανάστες. Τα στοιχεία δεί­χνουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των μεταναστών είναι μισθωτοί (πάνω από 80%, κάποιοι αναφέρουν ότι ξε­περνά το 90%).
Αναφέρεται ότι «το μεγαλύτερο μέ­ρος του ενεργού πληθυσμού των με­ταναστών εργάζονται ως ανειδίκευτοι εργάτες (37,7%). Ωστόσο, μετά την πάροδο ετών, φαίνεται ότι οι μετανά­στες καταλαμβάνουν όλο και πιο ειδι­κευμένες θέσεις εργασίας, αφού με­γάλο ποσοστό τους εργάζονται ως ειδι­κευμένοι τεχνίτες (35,4%)».
Σημαντικό ποσοστό απασχολείται στο εμπόριο και στο παραεμπόριο. Ση­μαντικές επαγγελματικές ομάδες με­ταναστών είναι επίσης οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και οι πωλη­τές σε καταστήματα και λαϊκές αγο­ρές. Τα παραπάνω στοιχεία είναι μεγά­λης σημασίας, ιδιαίτερα τώρα που έχει εκδηλωθεί η οικονομική κρίση στη χώ­ρα μας.
«Π»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται...Επίσης χρησιμοποιήστε ελληνική γραφή για να αναρτηθούν τα σχόλιά σας.