(Στην παράγκα ο Καραγκιόζης έχει κρεμάσει ένα μεγάλο μαύρο πανί. Ο ίδιος είναι απέξω, με ένα πλακάτ που γράφει «απεργία συμπαράστασης» και πηγαίνει πέρα-δώθε φωνάζοντας συνθήματα. Μόνος…
Τον πλησιάζει ο Χατζηαβάτης.)
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη! Τι κάνεις εκεί;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι κάνω, ρε Χατζατζάρη; Δεν ξέρεις να διαβάζεις; Απεργώ.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Γιατί;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Για συμπαράσταση στους καθηγητές.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Κι από που απεργείς, βρε αθεόφοβε; Αφού δεν έχεις δουλειά.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απεργώ από την ανεργία μου.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ποια ανεργία σου, βρε; Εσύ δεν είσαι άνεργος, είσαι άεργος.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άεργοι είναι αυτοί που ψηφίζεις, Χατζατζάρη. Όχι άεργοι, κακούργοι είναι. Υπούργοι και πρωθυπούργοι, όλοι κακούργοι.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Κατάλαβα.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι κατάλαβες, ρε Χατζατζάρη; Πες μου μήπως καταλάβω κι εγώ.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Σε πέταξε η Αγλαΐα έξω από το σπίτι, τέτοιος χαραμοφάης που είσαι, και είπες να κάνεις μια απεργία μήπως έρθουν τα κανάλια.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ξέρεις που τα έχω γραμμένα τα κανάλια σου, Χατζατζάρη, αλλά δεν σου λέω γιατί ακούνε και μικρά παιδιά.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Και τότε; Γιατί κάνεις απεργία;